Υπάρχουν κάποια θέματα που όσες φορές κι αν τα αναλύσεις, θα θέλεις άλλες τόσες -ίσως και περισσότερες- για να καταλήξεις σε συμπεράσματα -κι αν τα καταφέρεις. Θέματα, όπως η αγάπη, ο έρωτας -κι οι σχέσεις κατ’ επέκταση- είναι κάποια απ’ αυτά με οποία καταπιανόμαστε στη διάρκεια της ημέρας ουκ ολίγες φορές, σε συζητήσεις με τους κολλητούς αλλά και με τον ίδιο μας τον εαυτό, όταν προσπαθούμε να κατανοήσουμε τη συμπεριφορά των συντρόφων μας και τις δικές μας αντιδράσεις σε μια σχέση.

Ας υποθέσουμε, λοιπόν, πως ένα από τα ζητούμενα είναι να είμαστε κομμάτι μια ισότιμης και δίκαιης σχέσης. Το πάθος, η ένταση, ο έρωτας και το ρομάντζο είναι επίσης σημαντικά για πολλούς -κυρίως σε πρώτη φάση-, όμως συνήθως τα «μέλια» του πρώτου καιρού στην πορεία κάπως εξασθενούν και οι συνθήκες μιας ισότιμης σχέσης έρχονται στο προσκήνιο. Μην μπερδεύεστε, δεν πάμε να βάλουμε σε κουτάκια τον έρωτα. Το συναίσθημα θέλουμε να διατηρηθεί αμείωτο κι άσβεστο, όμως η επικοινωνία είναι ένα εξίσου σημαντικό κομμάτι.

Προς έκπληξή μου -καθώς έγραφα αυτό το άρθρο-, ανακάλυψα πως υπάρχει μια ολόκληρη θεωρία πίσω από το θέμα, η οποία ονομάζεται «Θεωρία της Ισοτιμίας στις σχέσεις». Σύμφωνα με αυτή, οποιαδήποτε διαπροσωπική σχέση -άρα και μια ερωτική σχέση- έχει να κάνει με κόστος και όφελος. Σκεφτείτε το σαν μια μαθηματική συνάρτηση που έχουμε από τη μια πλευρά τον ένα σύντροφο με τα δικά του κόστη και οφέλη, στη μέση ένα ίσον (=), και από την άλλη τον άλλο σύντροφο με τα δικά του κόστη και οφέλη.

Για να λειτουργήσει, λοιπόν, μια σχέση ισότιμα, τα κόστη και τα οφέλη θα πρέπει να είναι ανάλογα και να ισορροπούν. Κοινώς, να μη γέρνει η τραμπάλα προς την πλευρά του ενός. Έτσι, φτάνουμε να μιλάμε για υπο-ωφελημένους συντρόφους, δηλαδή εκείνους που δεν αντιμετωπίζονται ισότιμα σε μια σχέση κι απ’ την άλλη έχουμε τους υπερ-ωφελημένους, εκείνους που τα πράγματα λειτουργούν κατά κανόνα υπέρ τους. Τώρα βέβαια θα αναρωτιέστε -και συμφωνώ μαζί σας- πώς γίνεται να τα υπολογίσεις όλα αυτά με ακρίβεια. Δυστυχώς όμως αυτές οι αναλύσεις πρέπει να γίνουν από εμάς, αξιολογώντας αντικειμενικά τα στοιχεία που έχουμε στο μυαλό μας.

 

 

Ένα σημαντικό κίνητρο για να φερθούμε ισότιμα και δίκαια στη σχέση μας είναι οι συναισθηματικές απολαβές. Να μπορούμε να εκφράζουμε, δηλαδή, εμείς και το ταίρι τα συναισθήματά μας, να είμαστε δοτικοί και να νιώθουμε συναισθηματική ασφάλεια. Η δυνατότητα ειλικρινούς και εις βάθος επικοινωνίας, που θα διέπεται από αλληλοϋποστήριξη και κατανόηση, είναι επίσης ένα σημαντικό κίνητρο. Σημασία έχει να θέλουμε αμφότεροι να διατηρήσουμε τη σχέση και την πάμε ένα level πιο πάνω, κι όχι να επιλέγουμε την απάθεια και τη συνήθεια.

Τα σημάδια, λοιπόν, που μπορούν να μας δείξουν αν είμαστε κομμάτι μιας ισότιμης και δίκαιης σχέσης είναι αρκετά και πολύ σημαντικά, τόσο που δεν πρέπει να τα αντιμετωπίζουμε ως απλές θεωρίες, κάνοντάς τα στην άκρη, υπό τον φόβο μην ανοίξουν οι ασκοί του Αιόλου μόλις «αγγίξουμε» το θέμα. Εξάλλου, αν ανακαλύψουμε με τον καιρό πως αρκετά από τα στοιχεία μιας ισότιμης σχέσης δεν υπάρχουν στη δική μας σχέση, τότε μάλλον πρέπει να κάνουμε δεύτερες -και τρίτες σκέψεις- για το κατά πόσο είναι προς όφελός μας να βρισκόμαστε εκεί.

Η άνεση να πάρουμε την απόφαση να είμαστε στη σχέση -χωρίς φόβο και αμφιβολίες- είναι ένα πρωταρχικό σημάδι ότι ανήκουμε σε μια ισότιμη σχέση. Επίσης, μέλος μιας ισότιμης σχέσης θεωρούμαστε όταν πιστεύουμε πως είμαστε εξίσου σημαντικοί με τον/τη σύντροφό μας και το αποδεικνύουμε καθημερινά εκατέρωθεν. Ενδεικτικό είναι και το αν μπορούμε να αφεθούμε στη φροντίδα (κυριολεκτική και μεταφορική) χωρίς να νιώθουμε άβολα. Ισότιμη είναι και η σχέση εκείνη που δεν υψώνουμε τείχη όταν πλησιάζουμε πολύ ο ένας τον άλλον και δεν προσπαθούμε να προκαλέσουμε τύψεις, θεωρώντας πως δεν είμαστε αρκετοί ή πως κάπου υστερούμε. Εξίσου σημαντικό είναι να μη νιώθουμε συναισθηματικά ανασφαλείς, προσπαθώντας να μαντέψουμε συχνά τη διάθεση και τις επιθυμίες του άλλου, λόγω ταχείας μεταβολής τους.

Στο ερωτικό κομμάτι, η ισοτιμία προϋποθέτει να μη γίνεται η επαφή διεκπεραιωτικά, κι εμείς να νιώθουμε πως απλώς υπάρχουμε και δεν απολαμβάνουμε την πράξη, ενώ μας κατακλύζει ένα αίσθημα κενού. Σημάδι μιας ισότιμης σχέσης είναι να προσπαθούν και οι δύο σύντροφοι να κρατήσουν το πάθος ζωντανό, συζητώντας τα της σχέσης και εκφράζοντας ανοιχτά τις ανάγκες τους. Στο κομμάτι της επικοινωνίας, οφείλουμε επίσης να σεβόμαστε ο ένας τις επιθυμίες του άλλου, να μην κρίνουμε αυστηρά, να μη διστάζουμε να εκφράζουμε ανοιχτά την άποψή μας για κάτι υπό τον φόβο μιας αντιπαράθεσης, να μην κλεινόμαστε στον εαυτό μας όταν υπάρχουν δυσκολίες, απομονώνοντας το ταίρι, και να μην κάνουμε επίδειξη ισχύος όσο αφορά την επιρροή που ασκούμε στον/στη σύντροφό μας.

Με λίγα λόγια, σε μια ισότιμη σχέση και οι δύο σύντροφοι προσπαθούν να την κρατήσουν υγιή και ασφαλή. Δε λειτουργούν με τεφτέρι, λογαριάζοντας τι έδωσε και τι πήρε ο καθένας. Έχουν στο μυαλό τους το «εμείς» κι όχι το «εγώ». Όλα αυτά τα σημάδια είναι καθοριστικά για να αποφασίσουμε αν η σχέση λειτουργεί ισότιμα και δίκαια. Το βασικότερο όμως όλων είναι να καταλάβουμε πως όταν μπαίνουμε σε μια σχέση το κάνουμε από αγάπη. Κι η αγάπη πρέπει να γεμίζει και τις δύο πλευρές. Να ταξιδεύει και να μαγεύει και τους δύο. Να κάνει πέρα τα βάσανα της καθημερινότητας και να δίνει χώρο σε μια αγκαλιά που χτίσανε δύο μαζί και δεν αποζητά μόνο ο ένας. Το βασικότερο είναι η ανιδιοτέλεια. Μόνο έτσι ανήκεις σε κάτι όμορφο και σου ανήκει κάτι εξίσου όμορφο. Τίμιες καταστάσεις.

Αφιερωμένο σε εκείνους που ξέρουν τι πάει να πει fair play.

Συντάκτης: Μαίρη Σάμου
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.