Εκείνος χαρακτηρίστηκε ως ο πρίγκηπας της Ροκ. Οι στίχοι του απέπνεαν μια επαναστατική κουλτούρα η οποία φλέρταρε επικίνδυνα με έννοιες απαγορευτικές για την εποχή. Ο Παύλος Σιδηρόπουλος ήταν, είναι και θα είναι «ο ασυμβίβαστος», «ο άγιος των Εξαρχείων».
Εκείνη, ήταν επίσης μια ασυμβίβαστη προσωπικότητα. Έγραψε την πρώτη της ποιητική συλλογή όταν ήταν ακόμη μαθήτρια στο Γυμνάσιο ενώ στην πορεία εξέδωσε ακόμη δυο. Της άρεσε επίσης να ζωγραφίζει και να φοράει σκούρα χρώματα που ταίριαζαν τόσο πολύ με το σχεδόν πάντοτε μελαγχολικό της πρόσωπο. Στα γραπτά της θα γνωρίσει κανείς μια συνεχή δίψα για επαφή με τον αυτοκαταστροφικό εαυτό της. Η Γιόλα Αναγνωστοπούλου θεωρείται για πολλούς η μούσα του Παύλου Σιδηρόπουλου. Κι οι δυο τους αγάπησαν τη δυναμική που είχαν ως ζευγάρι ίσως περισσότερο απ’ όσο θα έπρεπε.
Η γνωριμία τους έγινε στις διακοπές του Πάσχα το 1978, όταν η Γιόλα ενώ σπούδαζε στο Παρίσι, επισκέφθηκε την Ελλάδα για να περάσει κάποιες ημέρες κοντά στα αγαπημένα της πρόσωπα. Κανόνισε με μια αγαπημένη της φίλη να βγουν στην πρωτεύουσα για ένα ποτό κι ήταν σ’ εκείνο το μπαρ που συνέβη η πρώτη γνωριμία τους. Περνώντας όπως έχει πει η ίδια τον διάδρομο προς το μπαρ, ένιωσε το πόδι του Παύλου να της κλείνει τον δρόμο ενώ εκείνη το κατέβασε λέγοντάς του πολύ ευγενικά πως θέλει να πιει ένα ποτό.
Αν ήμασταν παρόντες στο μπαρ εκείνη τη βραδιά, φαντάζομαι πως με βεβαιότητα θα βλέπαμε τη σπίθα που υπήρχε στο πάντα εκρηκτικό και ζωηρό βλέμμα του Παύλου Σιδηρόπουλου κοιτάζοντας τη Γιόλα. Κι είμαι βέβαιη πως κι εκείνη, με το απίστευτα κομψό μπλαζέ της ύφος, θα ανταποκρίνονταν με στόμφο αλλά ταυτόχρονα απορία κι ενδιαφέρον.
Λένε πως ο Παύλος Σιδηρόπουλος επισκέφτηκε το χωριό της Γιόλας, στον Πύργο Υπάτης, συνοδευόμενος από φιλικά πρόσωπα για να περάσουν όλοι μαζί τις ημέρες του Πάσχα και φυσικά, να τη συναντήσει και πάλι. Στη διαδρομή εκείνος σταμάτησε σε ένα σημείο και γέμισε το βαν που τους μετέφερε με πασχαλιές για εκείνη. Μια πράξη με την οποία ο Παύλος έδειξε τη ρομαντική του πλευρά. Μια δυναμική χειρονομία, όπως άλλες τόσες με τις οποίες ο πρίγκηπας της Ροκ έδειξε το θαυμασμό και τον έρωτά του για τη νεαρή αινιγματική ποιήτρια.
Η σχέση τους ξεκίνησε από εκεί κι έπειτα ενώ εκείνη επέστρεψε στο Παρίσι για να ολοκληρώσει τις σπουδές της στη Φιλοσοφία. Φαίνεται πως εκείνος πληγώθηκε αρκετά από αυτή της την απόφαση, μιας και κατά την ίδια ο Παύλος Σιδηρόπουλος ήταν αρκετά εγωκεντρικός αποζητώντας συχνά την προσοχή των άλλων. Αποζητούσε βέβαια τη δική της, τόσο πολύ, που άρχισε να της στέλνει στο Παρίσι κασέτες με τραγούδια του και γραμμές από στίχους. Όλα εμπνευσμένα από εκείνη. Αφιερωμένα σ’ εκείνη.
Κι ενώ η σχέση τους συνεχίζονταν με τη Γιόλα να πηγαινοέρχεται από Παρίσι-Ελλάδα και πάλι πίσω, και οι δυο αντλούσαν έμπνευση από τη ξέφρενη πορεία της σχέσης τους. Μια σχέση γεμάτη από πάθη, αγάπη, έρωτα, αυτοκαταστροφή, καταχρήσεις, εγωισμό. Ο Παύλος Σιδηρόπουλος δημιουργεί μέσα στη διάρκεια της σχέσης τους δυο από τα πιο σημαντικά του έργα, το «Εν Λευκώ» και το «Φλου». Εκείνη επίσης ολοκληρώνει ακόμη δυο ποιητικές συλλογές με τα ποιήματά της να επικεντρώνονται σε συζητήσεις με τον εαυτό της. Μια ατέρμονη εσωτερική της πάλη με τη Γιόλα των καταχρήσεων και της hρωίνης. Μια ατελείωτη συζήτηση με το κορίτσι που άλλοτε αγαπά κι άλλοτε μισεί γι’ αυτό που έγινε μέσα από τις ουσίες. Μια εξομολόγηση προς τον εαυτό της για το πάθος της που ταυτόχρονα ήταν κι ο φόβος της.
Δεν μπορεί κανείς να αμφισβητήσει τη δυναμική αυτού του τόσο ιδιαίτερου ζευγαριού. Καλλιτέχνες της ζωής που επέλεγαν να ακροβατούν μεταξύ νηφαλιότητας και μη, δημιουργικότητας, έμπνευσης και πάθους ο ένας για τον άλλον. Ίσως αυτό που τελικά είδε ο Παύλος στη Γιόλα να ήταν η μελαγχολία κι η ωριμότητα με την οποία η ίδια αντιμετώπιζε τη ζωή κι ας ήξερε πως μέσα από τη χρήση απομακρυνόταν ολοένα και περισσότερο από αυτήν. Και μπορεί η Γιόλα να βρήκε στον Παύλο τη δυναμική του χαρακτήρα που εκείνη θα ήθελε να έχει σε μεγαλύτερο βαθμό ώστε να βρει τη δύναμη να διαολοστείλει το «Βλαμίθιο πλάσμα». Ένας χαρακτηρισμός που έχει αποδώσει η ίδια στα ποιήματά της προς τον εαυτό της, ταιριάζοντας δυο λέξεις, βλαμμένο και ηλίθιο.
Το μόνο σίγουρο είναι πως αυτές οι δυο τόσο ιδιαίτερες προσωπικότητες, ήταν ταυτόχρονα όμοιες αλλά κι αντιφατικές. Όμως έτσι δεν είναι οι μεγάλοι έρωτες; Εκείνοι που έχουν γράψει ιστορία με το πάθος αλλά και τα πάθη τους; Ο Παύλος κι η Γιόλα θα έχουν βρει μια πολύ βολική κι άνετη θέση ψηλά στον ουρανό. Εκείνος με την κιθάρα του να αράζει για να λιαστεί όπως ο Μπάμπης ο Φλου κι εκείνη με τα χαρτιά της να σκαρώνει λέξεις κι έννοιες βαθυστόχαστες. Γιατί έτσι είναι οι μεγάλοι έρωτες. Απλοί μέσα στην πολυπλοκότητα της μοναδικότητάς τους.
Αφιερωμένο στους μεγάλους έρωτες που καθορίζουν το ποιοι είμαστε.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου