Ο κάθε έρωτας αφήνει την ιστορία του, το θέμα είναι πού θα την αφήσει και ποιος θα τη γράψει. Κάποιοι έρωτες λοιπόν, υπήρξαν κι έγιναν έπος, άφησαν πίσω τους αναπάντητα ερωτήματα για το αν υπήρξαν όντως στ’ αλήθεια ή αν όλο αυτό, δεν ήταν τίποτα περισσότερο από έναν απλό μύθο.

Πάρις κι Ελένη. Ο πιο καταστροφικός έρωτας, ο έρωτας για τον οποίο χιλιάδες Έλληνες πολεμούσαν επί μια δεκαετία για την αρπαγή της ωραιότερης θνητής γυναίκας, της Ελένης της Σπάρτης. Η ιστορία αυτής της αγάπης ξεκίνησε όταν ο πρίγκιπας της Τροίας, Πάρις, κλήθηκε να δώσει το μήλο της Έριδος «στην ομορφότερη» εκ των τριών· Ήρα, Αθηνά κι  Αφροδίτη. Η κάθε μια τους ξεχωριστά πρόσφερε στον Πάρι ανταλλάγματα, έτσι ώστε να κάνουν την επιλογή του πιο δελεαστική και συνάμα πιο δύσκολη. Αυτός όμως προτίμησε την Αφροδίτη και το αντάλλαγμα της «αγάπης» της ωραιότερης γυναίκας του κόσμου.

Σύμφωνα με τους μύθους ο Πάρις επέστρεψε στην Σπάρτη ως φιλοξενούμενος του Μενέλαου κι εκεί ήταν που εκμεταλλεύτηκε το δώρο που με τόση χάρη του πρόσφερε η Θεά Αφροδίτη. Όταν ο Μενέλαος απουσίαζε από το παλάτι, ο Πάρις με τη βοήθεια της Θεάς Αφροδίτης απήγαγαν την ωραία Ελένη κι έφτασαν στην Τροία. Οι μύθοι θέλουν τη Θεά Ήρα να δυσκολεύει το ταξίδι τους προς την Τροία, δημιουργώντας τρικυμίες και φουρτούνες που τους οδήγησαν για λίγο στην Αίγυπτο.

Η ωραία Ελένη τώρα είχε γίνει για ακόμα μια φορά αφορμή για διεκδίκηση. Πριν παντρευτεί τον Μενέλαο ήταν η επιθυμία κάθε μνηστήρα που την πολιορκούσε. Όταν ο Μενέλαος έμαθε για την αρπαγή αυτή, έδωσε εντολή στον αδερφό του Αγαμέμνονα να ενημερώσει όλους τους τότε μνηστήρες πως θα προβούν σε εκστρατεία και πολιορκία της Τροίας. Έτσι κι έγινε, οι όρκοι που κάποτε είχαν δώσει τώρα έπρεπε να τηρηθούν. Χιλιάδες Έλληνες πολέμησαν κι έχασαν τις ζωές τους στον Τρωικό Πόλεμο· έναν πόλεμο που διήρκεσε δέκα ολόκληρα χρόνια.

Ποιος θα πει αν αυτός ο δεκαετής πόλεμος είχε γίνει όντως για μιαν Ελένη; Ποιος όμως θα υποστηρίξει το αντίθετο; Οι Σπαρτιάτες πολεμούσαν για δέκα ολόκληρα χρόνια για μια γυναίκα, για μια γυναίκα που δεν ήταν εκεί. Ή μήπως ήταν;

Για να ξεγελάσουν τους Τρώες και να περάσουν τα τοίχοι, ο Οδυσσέας επινόησε τον Δούρειο Ίππο, ένα τέχνασμα με το οποίο θα έληγε αυτός ο πόλεμος. Έτσι κι έγινε. Ο μύθος μιλάει για τραγωδία, για πόλεμο κάτω από το φως της πανσελήνου, κορμιά χωρίς ζωή, κορμιά θυσιασμένα, σύμφωνα πάντα με χρησμούς. Αλίμονο. Η ιστορία θέλει τους Αχαιούς νικητές, να καταλαμβάνουν τη πόλη της Τροίας και να παίρνουν πίσω την ωραία Ελένη.

Οι Θεοί σύμφωνα με την Ελληνική μυθολογία ήταν εξοργισμένοι από τα κακά και τα ζημιές που προκλήθηκαν στη χώρα όλ’ αυτά τα χρόνια γι’ αυτό και τιμώρησαν τους Αχαιούς δυσκολεύοντάς τους το ταξίδι της επιστροφής. Ο Μενέλαος και η Ελένη έκαναν άλλα οκτώ χρόνια να επιστρέψουν πίσω στη Σπάρτη. Κάπου εκεί ο Μενέλαος κι ένας αριθμός ανδρών από τον στόλο του κατέληξαν στην Αίγυπτο, όπου ανακάλυψαν πως η ωραία Ελένη τόσα χρόνια βρισκόταν εκεί και πως ο Πάρις δεν είχε πάρει τίποτε περισσότερο πέρα από ένα ομοίωμα.

Λίγο πριν το τέλος, μιλάμε για μια καταστροφική αγάπη που δεν υπήρξε ποτέ. Για έναν έρωτα ψεύτικο, ανύπαρκτο, για ένα πλάσμα δήθεν ατόφιο. Ο Πάρις όλα αυτά τα χρόνια είχε πλάι του ένα ομοίωμα, «με έναν ίσκιο πλάγιαζε». Η ωραία Ελένη ποτέ δεν μπήκε στο «γαλαζόπλωρο καράβι», ποτέ δεν «πάτησε το πόδι της στην ανδρειωμένη Τροία». Όντως η Ελένη ήταν εκεί, στις όχθες του ποταμού, όπου αντίκρισε χρόνια μετά ξανά τον Μενέλαο. Κι όλα αυτά τα χρόνια κορμιά είχαν πνιγεί κι είχαν ταΐσει θάλασσες.

 

«Όλα αυτά για ένα λινό κυμάτισμα, για μια νεφέλη.

Για ένα πουκάμισο αδειανό για μιαν Ελένη.»

Συντάκτης: Τζένη Άστρα
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου