Και να που έχω πάλι μια απ’ αυτές τις στιγμές που όλοι έχουμε ζήσει. Ποιες στιγμές; Αυτές που, λίγο πριν, είχα κρύψει ένα βιβλίο για να μην το βρει η μικρή αδερφή μου και τελικά ξέχασα εγώ η ίδια που το έβαλα! Κι άντε τώρα κάτσε θυμήσου που είναι.
Είτε κλείνεσαι σ’ ένα χώρο μόνος σου για να θυμηθείς, είτε πας μπροστά από καθρέφτη για να θυμηθείς, όπως λένε πολλοί, αυτό στέκεται αδύνατο. Δεν μπορείς να θυμηθείς. Μοιάζει σαν να το ‘χεις κάνει επίτηδες, για να κάνεις παιχνίδια στον ίδιο σου τον εαυτό.
Αλλά κάθε φορά λες θα ‘ναι η τελευταία. Αλλά να που κάθε καινούρια φορά σε βγάζει ψεύτη, μπρος στον ίδιο σου τον εαυτό. Το κάνεις επανειλημμένα και δεν μπορείς να το διορθώσεις. Μα δηλαδή πώς γίνεται να συμβαίνει αυτό; Εκεί που ξέρεις όλες τις κρυψώνες του δωματίου σου κι όλα τα υπόλοιπα μέρη του σπιτιού σου που κρύβεις αντικείμενα, πάλι είναι λες κι ο χώρος είναι τεράστιος. Ψάχνεις, ψάχνεις και δεν τελειώνει!
Αλήθεια, εσείς πόσες φορές το ‘χετε πάθει; Επειδή εγώ το παθαίνω πολύ συχνά δηλαδή, να μη νιώθω ότι μόνο σ’ εμένα συμβαίνει. Πότε απ’ τη μάνα σου, πότε απ’ τη γιαγιά, πότε απ’ τ’ αδέρφια, πότε από πειραχτήρια φίλους, πάντα υπάρχουν στιγμές που κάτι θα κρύψεις και συναντάς μετά αυτό το φαινόμενο.
Κι είναι και κάποιες φορές που αυτό το φαινόμενο από αστείο γίνεται κακιά ιστορία και τα βάζεις με τον εαυτό σου, μιας και κάποτε συμβαίνει σε στιγμές που δεν έπρεπε ή δεν έχεις ώρα να ψάχνεις. Για παράδειγμα, ένα γούρι ή συγκεκριμένα μενταγιόν, μας χρειάζεται σε στιγμές εξετάσεων κι ακροάσεων. Κι εκεί που φτιάχνεσαι να φύγεις απ’ το σπίτι και βλέπεις ότι είναι προχωρημένη η ώρα, μέσα στο άγχος σου θυμάσαι ότι δεν το πήρες μαζί σου. Αλλά το θες εκείνη τη στιγμή μαζί σου, είναι αυτονόητο!
Όταν πας πίσω στο δωμάτιο συνειδητοποιείς ότι τελικά δεν είναι στη θέση του, γιατί τις προάλλες έπεσε απ’ τη μαμά σου κατά λάθος όταν καθάριζε κι εσύ φοβήθηκες μη σπάσει. Το έκρυψες σε καλύτερο σημείο, για να μην είναι επικίνδυνα εκεί, αλλά τελικά; Δεν το βρίσκεις. Και μάλιστα δεν το βρίσκεις αυτήν τη δύσκολη στιγμή. Σκέφτεσαι μήπως φταίει το άγχος που δεν το βρίσκεις, ίσως είναι μπροστά στα μάτια σου και δεν το βλέπεις. Αλλά δεν. Πραγματικά δεν μπορείς να θυμηθείς που το ‘βαλες.
Κι αναρωτιέσαι. Πώς τα κατάφερες να το κάνεις αυτό πάλι; Αφού τη στιγμή που το κρύβεις είσαι σίγουρος πως θα το βρεις μετά. Και το τονίζεις του εαυτού σου ξανά και ξανά. Για να μη συμβεί το ίδιο με την άλλη φορά που δεν το ‘βρισκες.
Μέχρι που αντιλαμβάνεσαι πως αυτό δε θ’ αλλάξει ποτέ. Έτσι είσαι. Θα σου συμβαίνει αυτό το φαινόμενο, μέχρι να μάθεις ότι πρέπει να βάζεις σημάδια στους τόπους που φυλάς τα πράγματά σου, για να μην το ξαναπάθεις. Δε βαριέσαι, στην τελική όλοι το έχουμε πάθει κι όλοι θα το ξαναπάθουμε.
Επιμέλεια Κειμένου Μαρίας Χρυσοστόμου: Ιωάννα Κακούρη