Για τους έρωτες που δε ζήσαμε, βρίσκουμε παρηγοριά σε έργα λογοτεχνών και ποιητών που μέσα από τις λέξεις τους ζωντανεύουν όλ’ αυτά που λαχταρούμε να ζήσουμε, αλλά δεν έχουμε την ευκαιρία. Ένα από τα μεγαλύτερα αριστουργήματα ιστοριών αγάπης, είναι αυτό που έγραψε ο Σαίξπηρ για τον Ρωμαίο και την Ιουλιέτα, δυο νέους που βίωσαν έναν τρελό κι απαγορευμένο έρωτα.

Παιδιά δυο οικογενειών που τις χώριζε ένα ατέρμονο μίσος, με μια βεντέτα που κρατούσε την αγάπη μακριά. Γνωρίστηκαν, ερωτεύτηκαν κι ήθελαν να φύγουν μαζί αλλά οι οικογένειές τους είχαν άλλα σχέδια. Έτσι, παντρεύτηκαν κρυφά θεωρώντας ότι ίσως κάποια στιγμή αποδεχθούν ευκολότερα αυτό που ένιωθαν ο ένας για τον άλλον. Ο πατέρας της Ιουλιέτας, όμως, μη γνωρίζοντας για τον γάμο, αποφασίζει να την παντρέψει με κάποιον άλλον. Εκείνη μην μπορώντας να καθυστερήσει τη διαδικασία, καταστρώνει μαζί με τη βοήθεια του ιερέα ένα σχέδιο ώστε να μπορέσει να διαφύγει κρυφά με τον αγαπημένο της, αφού όλοι θα τη θεωρούν νεκρή. Το γράμμα όμως δε φθάνει έγκαιρα στα χέρια του Ρωμαίου, οπότε ο ίδιος δεν πληροφορείται το σχέδιο και πιστεύει ότι πράγματι η αγαπημένη του είναι νεκρή. «Γλυκιά μου Ιουλιέτα πώς είσαι τόσο όμορφη; Μην πρέπει να πιστέψω ότι ο άυλος θάνατος είναι ερωτευμένος; Μήπως το αποτρόπαιο το άσαρκο το τέρας εδώ στο σκότος σε κρατεί, να σ’ έχει ερωμένη; Από τον φόβο μου γι’ αυτό, μαζί σου θ’ απομείνω!» Ο ερωτευμένος νέος που δεν μπορούσε να φανταστεί τη ζωή του χωρίς την αγαπημένη του, πίνει δηλητήριο και φεύγει από τη ζωή. Η Ιουλιέτα, ξυπνά αργότερα, μαθαίνει για τον χαμό του αγαπημένου της κι αυτοκτονεί με το μαχαίρι του.

Από λάθος συνεννόηση χάθηκε ένας από τους μεγαλύτερους έρωτας όλων των εποχών, δηλαδή. Κι αν τα πράγματα ήταν διαφορετικά;

Κάπως έτσι, δηλαδή:

Ο ιερέας Λαυρέντιος, έδωσε στην Ιουλιέτα το δηλητήριο για να φαίνεται νεκρή για 42 ώρες, μετά από δική της προτροπή και κρατώντας τις επιφυλάξεις του. Έτσι, συμφωνούν πως θα ενημερώσει με όποιον τρόπο μπορεί τον Ρωμαίο και θα κάνει γνωστό σε όλους τους ανθρώπους εμπιστοσύνης της πως πρόκειται για τέχνασμα. Αφού, λοιπόν, διάβασε τις ευχές στη νεαρή κοπέλα που κειτόταν στο κρεβάτι της και παρηγόρησε τους γονείς της, έφυγε από το παλάτι. Όσο εκείνος περπατούσε στο πλακόστρωτο της Βερόνας, ο Καπουλέτος κι η σύζυγός του έμεναν σιωπηλοί πάνω από το νεκροκρέβατο της κόρης τους, σκεπτόμενοι τι έχουν κάνει λάθος ώστε το παιδί τους να οδηγηθεί σ’ αυτή την απόφαση. Η τόσο βίαιη απουσία της, έφερε αναπόφευκτα και το σοκ, σε συνδυασμό με την αυτοκριτική για όλα όσα ίσως θα μπορούσαν να έχουν γίνει διαφορετικά. Με ένα φιλί στο μέτωπο της δικής του αγαπημένης, ο Καπουλέτος εύχεται στ’ αστέρια να είχε μια δεύτερη ευκαιρία με την κόρη του.

Ο ιερέας Λαυρέντιος βρίσκει τον Ρωμαίο και τον ενημερώνει για όσα έχουν ήδη συμβεί. Του εξηγεί όσα πρέπει να γίνουν μέσα σ’ αυτές τις 42 ώρες ώστε να πάνε όλα βάσει σχεδίου. Ο νεαρός πηγαίνει στους γονείς του και τους εξηγεί όσα νιώθει για την Ιουλιέτα, απειλώντας ότι αν δεν κάνουν μια προσπάθεια να το δεχθούν, θα πέσει από τον ψηλότερο πύργο της Βερόνας. Όσο εκείνος εξηγεί αυτά στον Μολιέρο που αρνιόταν πεισματικά να τα δεχθεί, καταφθάνει στο παλάτι ο Καπουλέτος για να ζητήσει συγχώρεση. Το βράδυ της ίδιας μέρας, τους βρίσκει να πίνουν κρασί στην αυλή, αναρωτώμενοι για όσες στιγμές έχασαν ο ένας από τη ζωή του άλλου, αφού κανείς τους δε θυμόταν γιατί υπήρχε τόσο μίσος μεταξύ τους.

Η Ιουλιέτα ξυπνά κι αντικρίζει τον πατέρα της και τον αγαπημένο της μονοιασμένους. Μένει πιστή στο αφήγημά της και μένει αυτή της η ανάσταση με την εξήγηση ενός θαύματος της αγάπης. Κανείς δεν πεθαίνει από έρωτα. Από την απουσία του ή την κακή του διαχείριση πάλι, πέθαναν πολλοί. Ο έρωτας είναι για να τον ζεις στο έπακρο κι όταν δε βγει, θα βρεθεί αλλού. Νεκροί από ατυχία οι δύο ερωτευμένοι του Σαίξπηρ, όχι από έρωτα.

Κι ίσως να άξιζαν καλύτερο τέλος. Από την άλλη, ποιος τολμά να αμφισβητήσει τον Σέξπηρ;

 

Πηγή φωτογραφίας

Συντάκτης: Κατερίνα Μάρου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου