Από μικρά παιδιά, μας μάθαιναν οι γονείς μας πώς να κρατάμε τους τύπους. Διδαχθήκαμε ακόμη κι από τις πρώτες μας ανάσες χιλιάδες πράγματα που θα μπορούσαν να μας κάνουν «σωστούς» ανθρώπους. Μάθαμε από νωρίς πώς πρέπει να μιλάμε, τι πρέπει να λέμε σε κάθε περίσταση, πώς πρέπει να τρώμε, πώς πρέπει να καθόμαστε και φυσικά πώς πρέπει να ντυνόμαστε ώστε να αρμόζει στην κάθε περίπτωση. Τι θα γίνει όμως αν δοκιμάσουμε να αλλάξουμε -σε λογικά πλαίσια πάντα- έστω το τελευταίο που, για να είμαστε ειλικρινείς, ούτε αφορά τους άλλους ούτε και τους ενοχλεί;
Έχεις σκεφτεί ποτέ να πας για καφέ φορώντας τις πιτζάμες σου; Σίγουρα το έχεις ευχηθεί πολλές φορές επειδή λατρεύεις την άνεση που σου χαρίζουν. Όλοι αγαπάμε την αίσθηση που μας χαρίζουν οι περίεργες στέκες στα μαλλιά ή τα φαντεζί καπέλα· δε θα τολμούσαμε άνετα να τα φορέσουμε στη δουλειά ή στην έξοδό μας, σωστά;
Ε, λοιπόν, αυτό προσπαθήσαμε να κάνουμε τον τελευταίο μήνα κι οι αντιδράσεις θα σε εντυπωσιάσουν. Είναι γεγονός ότι οι άνθρωποι δεν είμαστε ούτε συνηθισμένοι ούτε ανεκτικοί σε όσα έρχονται αντίθετα στη νόρμα μας. Θα κοιτάξουμε περίεργα, θα ψιθυρίσουμε τα σχόλιά μας κι ίσως γελάσουμε με κάποιον που δε είναι κατάλληλα ντυμένος για την περίσταση, ή τελοσπάντων όπως θα περιμέναμε να δούμε μια εικόνα για να μην ξεχωρίζει από την ομοιομορφία που αποφασίστηκε να υπάρχει.
Για καλή τύχη όσων πράγματι επιθυμούν να βγουν με τις πιτζάμες τους για έναν καφέ στα γρήγορα ή για να αγοράσουν κάτι από το σούπερ μάρκετ, οι πιτζάμες πλέον είναι λουκ και μάλιστα φάσιον. Μπορείς να πας στο σούπερ φορώντας τη ροζ σατέν πιτζαμούλα σου και μια ζακέτα και παρά το γεγονός ότι πολλοί θα σε κοιτάξουν υπερβολικά προσεκτικά από την κορφή ως τα νύχια, κανείς δε θα μιλήσει γιατί κανείς δε θα είναι σίγουρος αν αυτό που φοράς είναι τάση της μόδας ή πράγματι βγήκες στον πολιτισμό όπως ακριβώς ξύπνησες.
Επίσης, αν- π.χ.- φορέσεις στη δουλειά σου αυτάκια της μίνι, ίσως στην αρχή τους κάνεις όλους να αναρωτηθούν πόσο ήπιες το βράδυ κι αν όντως μπορείς να εργαστείς σήμερα. Μετά τη δεύτερη φορά όμως, ίσως και την τρίτη, θα δεις ότι το συνηθίζουν και πλέον ούτε σε κοιτούν περίεργα ούτε θα αναρωτιούνται αν ήρθες στη δουλειά μιμούμενος τον Ορέστη Μακρή ή άλλαξες στιλ. Αυτοί που πραγματικά εκτιμούν ένα πιο ελεύθερο και πολύχρωμο στιλ, είναι τα παιδιά. Γιατί τα παιδιά αποζητούν το ενδιαφέρον, εκείνο που στα μάτια τους μοιάζει να ξεπήδησε από τις εικόνες που βλέπουν στα παιδικά. Κι όχι απλώς θα σε δεχτούν με ενθουσιασμό, αλλά θα συγκεντρωθούν σε αυτό που λες ακόμη περισσότερο.
Μπορείς να βγεις με φούστα τουτού να πετάξεις τα σκουπίδια ή να βάλεις τα αποκριάτικά σου για να πας για τρέξιμο. Ναι, δε συνηθίζεται αλλά αυτό δε σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι δεν μπορείς να το κάνεις. Εμείς κατασκευάσαμε τη μόδα, για να περνάμε καλά με αυτή. Όλη αυτή η καταπίεση του dress code δεν έχει καμία λογική κι είναι απομεινάρι των βασιλικών πρωτοκόλλων που δεν έχει καμία χρηστική αξία. Είναι τόσο εκτός λογικής το ότι «τα ρούχα σου δίνουν κύρος» όσο και το «αν έχεις τατού δεν μπορούν να σε πάρουν σοβαρά σε ένα γραφείο». Είμαστε ελεύθεροι να φοράμε ό,τι θέλουμε κι όποτε το θέλουμε, ανεξάρτητα από την άποψη που μπορεί να σχηματίσει κάποιος βλέποντάς μας σε συγκεκριμένες περιστάσεις και κυρίως, ανεξάρτητα από τα σχόλια που πιθανόν να ακούσουμε -ή να μάθουμε- από κάποιον που θα επιλέξει να μας σχολιάσει. Και θα το κάνει γιατί ο ίδιος ζει σε μια νόρμα που τον έχει σχεδόν χωρίς ανάσα, επομένως οτιδήποτε μοιάζει με πνοή ελευθερίας, κι ίσως κι ενός τολμηρού «δε με νοιάζει τι λες», αγγίζει ευαίσθητες χορδές που επιθυμεί να μείνουν κοιμισμένες.
Ίσως τελικά παραπήραμε σοβαρά ότι ο τρόπος που ντύνεται κάποιος μας κάνει να νιώθουμε εμπιστοσύνη στο πρόσωπό του ή μας κάνει να νιώθουμε ότι δε θα μπορούσε να τα καταφέρει αν του αναθέταμε κάτι. Αυτές οι απόψεις είναι κατάλοιπα όλων των κοινωνικών στερεοτύπων που μάθαμε χρόνια τώρα να υπηρετούμε. Είναι δική σου επιλογή των ρούχων σου και να θυμάσαι πάντα ότι αυτό που φοράς δε σε κάνει σε καμία περίπτωση λιγότερο ή περισσότερο ικανό να κάνεις κάτι. Σε κάνει μίνι, πειρατή, γοργόνα, μπαλαρίνα, ή συντελεστή από το peaky blinders.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου