Μέσα στα χρόνια συνεχώς εμφανίζονται νέες παιδαγωγικές μέθοδοι, νέοι τρόποι δηλαδή με τους οποίους θα μπορέσουμε να διδάξουμε τα παιδιά ώστε η εκπαιδευτική διαδικασία να είναι όσο το δυνατόν πιο ανθρώπινη και ευχάριστη για τον διδασκόμενο. Ωστόσο, πολλοί είναι αυτοί που επιμένουν ότι οι παλαιότεροι τρόποι διδασκαλίας ίσως απέδιδαν περισσότερο εφόσον τα παιδιά από φόβο και μόνο, μάθαιναν οτιδήποτε τους έβαζε ο καθηγητής τους και προσπαθούσαν πάντα να τον κρατούν ικανοποιημένο ώστε να μη γίνουν αποδέκτες της τιμωρίας που συνοδευόταν με την ασυνέπειά τους.
Η κουλτούρα αυτή του καθηγητή- μέντορα εξαλείφθηκε ανά τους αιώνες ή καλύτερα, θα λέγαμε άλλαξε μορφή. Ο εκάστοτε καθηγητής μπορεί φυσικά να αποτελέσει τον μέντορα του μαθητή του ή να αποτελέσει για εκείνον πηγή έμπνευσης για την πορεία της ζωής του. Κάποια χαρακτηριστικά του μπορεί να του φανούν σωστά για να προσπαθήσει να τον έχει ως πρότυπο αλλά σίγουρα η απαρχαιωμένη εκδοχή του καθηγητή-μέντορα έχει εξαλειφθεί.
Τότε, ο καθηγητής αποτελούσε έναν άνθρωπο που έπρεπε υποχρεωτικά να υπακούσει και να ακολουθήσει ο μαθητής. Επικρατούσε η μιλιταριστική άποψη της εκπαίδευσης‧ η τακτική δηλαδή που θέλει τους μαθητές να λειτουργούν ως πειθαρχημένα στρατιωτάκια και τον εκπαιδευτικό να επιβάλει την τάξη και την υπακοή με κάθε τρόπο και κάθε κόστος. Δεν έχει σημασία αν θα συνδημιουργήσει ελεύθερους και ολοκληρωμένους ανθρώπους, σημασία έχει να μπορούν να υπακούσουν σε οδηγίες χωρίς να φέρουν αντιρρήσεις, να γνωρίζουν οποιαδήποτε πληροφορία τους δοθεί ως χρήσιμη και όλα αυτά να τα κάνουν αδιαμαρτύρητα.
«Όπου δεν πίπτει λόγος, πίπτει ράβδος» έλεγαν παλαιότερα και φαίνεται πως το πίστευαν πραγματικά εφόσον όλοι μας έχουμε ακούσει χιλιάδες ιστορίες όπου μια μικρή καθυστέρηση στην ώρα προσέλευσης το πρωί, μια άσκηση που δε λύθηκε στην ώρα της ή κάποια αντίρρηση στον εκπαιδευτικό της τάξης τιμωρούταν πάντοτε με ένα «βαράω στην παλάμη με τον χάρακα για να μάθεις να με σέβεσαι».
Όσο μακρινά και να φαντάζουν αυτά, δεν είναι τόσο. Ακόμη και τώρα μπορούμε να βρούμε τέτοιες συμπεριφορές γύρω μας, μπορούμε να τις βρούμε σε ριάλιτι, σε σχολές χορού, σε προπονήσεις αλλά ακόμα και σε πανεπιστήμια και σε σχολεία. Ο καλός αθλητής θα γίνει μόνο αν πέσει κάτω από τις εξουθενωτικές προπονήσεις, αυτός που θα θυσιάσει πολλά στη ζωή του προκειμένου να φθάσει τον στόχο που έχει θέσει. Για να είσαι ο πρώτος των πρώτων, πρέπει να ματώσεις.
Αυτό δεν ήταν ίσως και ένα από τα πράγματα που άκουσε κάποιος που θέλησε να γίνει ο καλύτερος χορευτής του κόσμου; «Δεν πρέπει να περπατάς, πρέπει κάθε σου βήμα να είναι χορευτικό. Πρέπει να το νιώσεις, να ζεις με τον ρυθμό.».
Σε πολλές καταστάσεις και διαφορετικές μεταξύ τους εκπαιδευτικές διαδικασίες, τείνει να κυριαρχήσει η άποψη ότι για να μάθει κάποιος και να πετύχει αυτά που επιθυμεί, πρέπει αυτός που τον διδάσκει να τον ταπεινώσει, να του μιλήσει άσχημα και να τον εξαντλήσει και όλα αυτά στο όνομα του καλού του μαθητή.
Μπορούμε εύκολα να σκεφτούμε όλοι κατά πόσο αυτός ο τρόπος διδαχής είναι ωφέλιμος για τον μαθητή και κατά πόσο αποτελεί κατάλοιπο της εποχής των παππούδων μας. Ο μαθητής δε χρειάζεται να ματώσει, χρειάζεται να αγαπήσει τη μάθηση και να πιστέψει στον εαυτό του. Χρειάζεται τον εκπαιδευτικό δίπλα του ως σύμμαχο και καθοδηγητή και όχι ως αμείλικτο στρατηγό.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου