«Τον αγαπάω, δεν ήθελα να τον πληγώσω. Μα πού να φανταστώ ότι θα το πάρει τόσο σοβαρά; Κι άλλες φορές έχουμε μαλώσει και δεν αντέδρασε έτσι.» Τι σου θυμίζει; Εσένα και κάποιον οικείο σου μήπως; Μήπως είναι μια φράση που λες συχνά τώρα τελευταία;
Έχεις παρατηρήσει ότι πιο πολύ απ’ όλους μαλώνεις και λες αιχμηρά λόγια στους ανθρώπους που είναι πιο κοντά σου; Όχι βέβαια, εσύ δε θέλεις να τους πληγώσεις, απλώς αυτοί θα καταλάβουν! Θα καταλάβουν τα νεύρα σου επειδή κάτι στη μέρα σου δεν πήγε όπως το είχες φανταστεί, θα καταλάβουν την απογοήτευσή σου επειδή ήξεραν πόσο μόχθησες γι’ αυτό, θα καταλάβουν τι εννοούν οι σιωπές σου και κυρίως θα καταλάβουν τους λόγους που αντιδράς έτσι χωρίς να χρειάζεται να τους εξηγήσεις τα πάντα. Θα καταλάβουν- και μέσα σ’ αυτή τη φράση, έχεις κρύψει ένα σωρό δικαιολογίες για τον τρόπο που τους φέρεσαι.
Ο άνθρωπος που λες ότι αγαπάς, είτε είναι γονιός είτε φίλος ή σύντροφος, σου είχε ετοιμάσει το πιο ζεστό χαμόγελο, χαιρόταν με τις επιτυχίες σου και σε καμάρωνε. Αντί να το εκτιμήσεις και να ακούσει από το στόμα σου ένα ελάχιστο ευχαριστώ, άκουσε φωνές και βρισιές κι έναντι εκτίμησης, εισέπραξε θυμό και νεύρα. Όχι απαραίτητα επειδή έκανε κάτι λάθος, όχι επειδή έφταιγε αλλά επειδή τον «αγαπάς», επειδή εσύ εκείνη τη μέρα δεν πέρασες καλά, κάτι έγινε και θύμωσες, δε μίλησες στον υπαίτιο, δεν ξέσπασες όταν έπρεπε κι όλος αυτός ο θυμός συσσωρεύτηκε για να εκραγεί αργότερα. Σου έδωσε αγάπη και μοίρασες πίκρα!
Ξεσπάμε σε αυτούς που αγαπάμε περισσότερο γιατί σ’ αυτούς δεν έχουμε ανάγκη να κρυφτούμε, δε θέλουμε να φανούμε τέλειοι, δεν ντρεπόμαστε για τα λάθη ή τις ανασφάλειές μας, δε νιώθουμε την ανάγκη να υποτάξουμε όσα αισθανόμαστε για να μη διαταραχθούν οι σχέσεις μας. Τους εμπιστευόμαστε και μας εμπιστεύονται. Ξέρουν ότι ανά πάσα στιγμή θα είμαστε εκεί γι’ αυτούς και γνωρίζουμε καλά ότι στάθηκαν βράχοι δίπλα μας σε ό,τι προσπαθήσαμε. Ανέχθηκαν πολλά οι άνθρωποί μας– έτσι τους λέμε· δεν είναι οποιοιδήποτε άνθρωποι αλλά είναι οι δικοί μας- κατά τη διάρκεια των προσπαθειών μας να ανεχθούμε ανθρώπους που δεν ήταν δικοί μας.
Τους δείχνουμε πραγματικά έτσι όμως την αγάπη μας; Το να ξεσπάσουμε σε κάποιον, να του φωνάζουμε ενώ μας φέρεται καλά και να έχουμε μόνο παράπονα, είναι αγάπη; Έτσι μας έμαθαν να αγαπάμε; Μήπως δεν είναι αγάπη κι είναι ένα εγωιστικό παιχνίδι κυριαρχίας;
Μας δίνουν πάτημα κι εμείς τους πατάμε σαν να είναι χαλάκια, δε φέρνουν αντίρρηση κι εμείς βρίσκουμε χώρο να βγάλουμε όλες τις απαιτήσεις μας, δεν απαντούν με φωνές και βρισιές στα ξεσπάσματά μας οπότε θεωρούμε φυσιολογικό κι επόμενο να ξεσπάσουμε σ’ αυτούς, επιλέγουν τη σιωπή όταν εμείς επιλέγουμε τις φωνές. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι δεν επιλέγουν να φύγουν και να μας αφήσουν κι εμείς το έχουμε θεωρήσει δεδομένο και συνεχίζουμε την ίδια συμπεριφορά. Δεν έχουν φύγει από δίπλα μας παρά τα ξεσπάσματά μας, δε μας έχουν εγκαταλείψει, ακόμα. Πόσο καιρό, πιστεύεις, μπορεί να μείνει δίπλα σου κάποιος που σου προσφέρει αγάπη κι εσύ του ανταποδίδεις θυμό;
Ενδεχομένως να ισχύει ότι στους ανθρώπους με τους οποίους μας συνδέει ένα διαφορετικό δέσιμο, να μπορούμε να φανερώνουμε και την κακή πλευρά μας ευκολότερα κι ασφαλέστερα αφού δε θα μας κρίνουν. Δεν πρέπει όμως να θεωρούμε δεδομένο ότι θα είναι πάντα δίπλα μας, αν το μόνο που κάνουμε είναι να ξεσπάμε πάνω τους και να τους δείχνουμε την κακή μας πλευρά. Στην αγάπη- όταν τη βρίσκουμε- πρέπει να μάθουμε να φερόμαστε με αγάπη και στο θυμό με αδιαφορία- όχι το αντίθετο. Οι άνθρωποί μας, για να παραμείνουν δικοί μας, δεν πρέπει να θεωρηθούν δεδομένοι. Είναι το καταφύγιό μας αλλά όχι οι σάκοι του μποξ μας!
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου