Ο έρωτας είναι ένα συναίσθημα που προκύπτει κατά βάση από την έκρηξη διαφόρων ορμονών στον οργανισμό μας. Έχει πάντοτε έναν ιδιαίτερο τρόπο να μας παρασύρει και μας ενθουσιάζει. Λένε, όμως, ότι δεν κρατά πολύ αφού αποτελεί κάτι σαν ένα πυροτέχνημα, φέρνει λάμψη και την παίρνει πίσω σε δευτερόλεπτα. Όταν η λάμψη χαθεί και το πυροτέχνημα σβήσει, μένει πάντοτε ένα κενό που ο καθένας προσπαθεί να γεμίσει με οποιονδήποτε τρόπο μπορεί. Εκεί -σ’ αυτή την προσπάθεια να γεμίσει το κενό- είναι που ο καθένας ψάχνει να βρει έναν τρόπο να κρατηθεί και να μην πέσει. Άλλοι ψάχνουν να γνωρίσουν νέα άτομα προκειμένου να ξεχάσουν αυτό που έφυγε, άλλοι προσπαθούν να βρουν πατήματα θεωρώντας ότι η προσωπική τους πρόοδος θα μπορέσει να τους εξασφαλίσει εκείνο το αίσθημα ασφάλειας κι έτσι δε θα τους επιτραπεί να φθάσουν ξανά στο σημείο που είναι τώρα.
Στην πρώτη περίπτωση που τα άτομα αυτά ψάχνουν κάποιον να καλύψει το κενό, υπάρχει ο κίνδυνος να θελήσουν να συμβιβαστούν με κάτι που εξαρχής γνωρίζουν ότι δε θα οδηγήσει πουθενά. Δεν είναι κακό, ούτε κατακριτέο να ξεκινάς μια ιστορία που ξέρεις ότι δε θα οδηγήσει κάπου, αφού δεν είναι αναγκαίο να οδηγούν όλα κάπου, κάποια τα κάνουμε απλώς για να περνάμε καλά. Ωστόσο, όταν ένας άνθρωπος νιώθει την ανάγκη να βρει ανταπόκριση κι αποδοχή, συχνά κάνει λάθη. Λέγοντας λάθη, εδώ, εννοούμε ότι πολλές φορές θα μπερδέψει τη φιλία με τον έρωτα, τη συμπάθεια με το φλερτ, θα θεωρήσει ότι κάποιος νοιάζεται πραγματικά, ενώ μπορεί απλώς να θέλει να περάσει ευχάριστα την ώρα του, ή να υποπέσει σε διαδικασίες people pleasing.
Στη δεύτερη περίπτωση που ο άνθρωπος αποφασίζει να επενδύσει στον εαυτό του, συχνά υπάρχει ο κίνδυνος να βολευτεί τρόπον τινά στη μονάδα, που να ωθηθεί στην απομόνωση και σταδικά να οδηγηθεί στο να μη θέλει να ξανά επενδύσει σε ένα πιθανό έτερον ήμισυ, αλλά μονάχα στον εαυτό του που δε θα τον προδώσει ποτέ. Είναι φυσιολογική σκέψη κι ίσως κι η αναμενόμενη αντίδραση στο τραύμα, όταν πρωταρχικό μέλημα είναι να μην επαναληφθεί η συγκεκριμένη συγκυρία. Όσο λογικό κι αν μας φαίνεται όμως, κατανοούμε ότι κάτι τέτοιο θα ήταν παράλογο να συμβαίνει για μεγάλα χρονικά διαστήματα, αφού δε θα προστατεύσει ουσιαστικά το άτομο, αλλά θα το καταδικάσει σε μια ατέρμονη μοναξιά.
Κανείς δεν μπορεί να σε κρίνει ή να σε σχολιάσει για τον τρόπο που επέλεξες να κλείσεις τις πληγές σου. Εσύ όμως, μπορείς να πεις στον εαυτό σου και κυρίως να τον διδάξεις να ξεχωρίζει˙ να ξεχωρίζει αυτόν που ενδιαφέρεται από αυτόν που δεν του καίγεται καρφί, την ποιοτική μοναχικότητα από τη σκληρή μοναξιά. Όταν η ψυχή σου διψάει για στοργή κι αγάπη, είναι εύκολο να παραστρατήσεις και να πάρεις ως ενδιαφέρον την ελάχιστη προσοχή που μπορεί να σου δώσει κάποιο άτομο από τον περίγυρό σου. Δεν είναι κακό να βγαίνεις έξω, να γνωρίζεις κόσμο, να δημιουργείς σχέσεις, να δεις πώς θα βγει η ιστορία κι αν αυτή βγει. Να φροντίζεις όμως να κρατάς μικρό καλάθι κοντά σου, ώστε να μπορείς να ξεχωρίσεις το πραγματικό ενδιαφέρον από την παροδική συντροφιά.
Μην κλείνεις την ψυχούλα σου και τη γεμίζεις τοίχους που θα κρατούν έξω, αντάμα και τα όμορφα και τα άσχημα από τη ζωή σου. Όλοι θα βαριόντουσαν έναν έρωτα που θα είναι μόνιμα η προσωποποίηση της απόλυτης τελειότητας κι επίσης κανείς δε θα εκτιμούσε τη ζωή, αν αυτή δε χάριζε και φωτεινές και γκρίζες στιγμές. Να τις απολαμβάνεις όπως έρχονται, με όλες τις φωτεινότητες και τις αποχρώσεις τους.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου