Πότε θα παντρευτείς; Τα χρόνια περνάνε. Παιδί δε θ’ αποκτήσεις; Πότε θα πάρεις πτυχίο; Δε θα πας στρατό; Μόνιμη δουλειά δεν έχεις σκοπό να βρεις; Σίγουρα σου έρχονται ένα εκατομμύριο ακόμη τέτοιου είδους ερωτήσεις για τις οποίες πιθανόν να μην είχες απάντηση ούτε τη στιγμή που στις έκαναν αλλά ούτε τώρα που τις επαναφέρεις στη μνήμη σου. Δεν έχεις απάντηση γιατί δεν υπάρχει ανάγκη να δώσεις κάποια τέτοια απάντηση σε όλους όσοι τολμούν -θέλει τόλμη και θράσος να κάνεις ερωτήσεις που δε σ’ αφορούν- να τις κάνουν.
Ο κόσμος ρωτάει. Ρωτάει οτιδήποτε, οποτεδήποτε και κυρίως, οποιονδήποτε χωρίς να σκεφτεί αν πρέπει, αν έχει το δικαίωμα να κάνει την ερώτηση που ξεστομίζει ή αν ο άλλος έχει τη διάθεση να την ακούσει και ν’ απαντήσει. Η κοινωνία υπαγορεύει κι απαιτεί να θέσεις χρονοδιάγραμμα σε οτιδήποτε αποφασίσεις να κάνεις στη ζωή σου. Πρέπει να έχεις συνάψει γάμο μέχρι κάποια ορισμένη ηλικία, πρέπει να έχεις κάνει παιδί επίσης μέχρι κάποια συγκεκριμένη ηλικία, να έχεις σπουδάσει, να έχεις βρει μια καλή, μόνιμη δουλειά, να οδηγείς, να φροντίζεις την οικογένειά σου, να διευρύνεις τους πνευματικούς σου ορίζοντες- όχι πολύ όμως για να μη θελήσεις να ξεφύγεις από τα κοινωνικά στερεότυπα που σου επιβάλλουν. Πρέπει γενικότερα να χτίσεις τη ζωή σου με το τρόπο που σου λένε ότι θα είναι κοινωνικά αποδεκτός, με τον τρόπο εκείνον που θα μπορέσεις να γίνεις αρεστός κι αόρατος και να χωρέσεις στα καλούπια που έχουν δημιουργηθεί.
Μεγαλώνουμε έχοντας ως πρότυπα τους ανθρώπους γύρω μας, δεχόμαστε περίπου τα ίδια ερεθίσματα και τις ίδιες επιδράσεις που όμως, ο καθένας χρησιμοποιεί με τον δικό του τρόπο δημιουργώντας έτσι τη ζωή που ταιριάζει στα δικά του ιδανικά. Είναι όμως τόσο εύκολο να ξεφύγεις απ’ όλα αυτά ή απλώς το υποστηρίζεις σαν θεωρία αλλά δεν το κάνεις πράξη; Μέσα στα χρόνια ενδέχεται να έχουν γίνει πολλές προσπάθειες βελτίωσης κι εκσυγχρονισμού. Όλο και περισσότεροι άνθρωποι έχουν πλέον πρόσβαση στη γνώση, στην εργασία και γνωρίζουν τα παγιωμένα ανθρώπινα δικαιώματά τους, γεγονός που τους επιτρέπει να τα διεκδικούν. Θεωρητικά όλα τα παραπάνω θα είχαν άρει από καιρό αυτά που η κοινωνία απαιτεί ως φυσικά επόμενα αλλά βλέπουμε ότι αυτό στην πράξη δε συμβαίνει.
Θεωρούμε φυσιολογικό κάποιος να μας ρωτά για την προσωπική μας ζωή και να νιώθουμε ενοχή αν δεν έχουμε κάτι να του απαντήσουμε, νιώθουμε άσχημα όταν κάποιος επιθυμεί να μάθει αν δουλεύουμε κάπου μόνιμα κι αν αμειβόμαστε καλά, νιώθουμε αμήχανα όταν έχουμε κάνει τον πολυπόθητο γάμο αλλά δεν έχουμε παιδιά και μας ρωτούν πότε θ’ αποκτήσουμε. Γεμίζουμε τον εαυτό μας ενοχές, ανασφάλειες κι αρνητικά συναισθήματα αντί να ορθώσουμε το ανάστημά μας και να πούμε το επιθυμητό «Να μη σε νοιάζει» (κάτι άλλο σκέφτηκα ως απάντηση, κάτι άλλο σκέφτηκες κι εσύ αλλά κρατάμε το επίπεδο υψηλό).
Κυκλοφορεί συχνά η άποψη ότι η ζωή σου δε σου ανήκει αν νοιάζεσαι διαρκώς για το τι θα πουν οι άλλοι κι αν το καλό σκεφτείς, έτσι είναι. Περνάς πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα σκεπτόμενος αν αυτό που θα κάνεις θα είναι αρεστό, αν ταιριάζει στην κοινωνία που ζεις ή τα θέλω σου θα γίνουν αποδεκτά. Η ζωή είναι πολύ μικρή για να τη βασίζεις πάντοτε στην άποψη των άλλων όπως και να βασίζουν οι άλλοι τη ζωή τους στη δική σου άποψη.
Είναι εντάξει αν δεν παντρευτείς πριν τα 35 σου ή αν δεν παντρευτείς ποτέ, είναι οκ αν δε θέλεις παιδιά ή δε θέλεις ν’ απαντήσεις στο γιατί δεν έχεις παιδιά ως τώρα- η πλέον αδιάκριτη ερώτηση αφού ποτέ δε σκεφτόμαστε ότι ο άλλος μπορεί να θέλει παιδιά αλλά να μην μπορεί να αποκτήσει- είναι οκ αν αποφασίσεις να περάσεις τη ζωή σου με την αφεντιά σου, είναι εντάξει αν δε θέλεις ν’ ακολουθήσεις την οικογενειακή παράδοση για το τι θα σπουδάσεις ή αν δε θέλεις να εργαστείς στην οικογενειακή επιχείρηση. Οτιδήποτε επιλέξεις να κάνεις στη ζωή σου, από τη στιγμή που δε βλάπτει άλλον άνθρωπο, είναι οκ γιατί είναι η ζωή σου. Στα στερεότυπα που επιβάλει η κοινωνία ν’ απαντάς με στραβό γελάκι κι αλλαγή. Αλλαγή για όσα δεν αντέχεις να βλέπεις, μπας και κάποια στιγμή αναπνεύσουμε πιο ελεύθερα.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου