Στα πόσα «ναι» καίγεσαι;
Δεν έμαθες να λες όχι, γιατί δε μεγάλωσες μ’ αυτόν τον τρόπο. Δεν έφτιαξες χαρακτήρα έχοντας μια άποψη για την οποία θα γινόσουν πυρ και μανία προσπαθώντας να εξηγήσεις γιατί είναι σωστή, δε θα έδιωχνες κάποιον με ουρλιαχτά και δε θα θύμωνες σε σημείο ρήξης όταν κάποιος δε σεβόταν τον προσωπικό σου χρόνο. Μπορεί μέσα σου να ωρυόσουν, όμως θα διατηρούσες μια υποτυπώδη ψυχραιμία.
Ήθελες να είσαι ευγενικός με κάποιον που δε συμπαθείς, να χαιρετήσεις ή να μιλήσεις σε κάποιον που σου φέρθηκε άσχημα -σε σημείο που αν δε συνέβαινε βραχυκύκλωνες- και σίγουρα δεν περνούσε από το μυαλό σου να βάλεις τις φωνές σ’ εκείνον που σε πρόσβαλε. Μεγάλωσες μ’ έναν τρόπο που σε διαμόρφωσε ως έναν ευγενικό και καλοπροαίρετο people pleaser. Μεγάλωσες, όμως, και ταυτόχρονα έγινε πιο εύκολο για κάποιον να σου επιβληθεί, άνετα μπορούσαν να σου βάλουν τις φωνές, να νιώσεις άσχημα όταν είχες αντίθετη άποψη ή ήθελες να τους ανακοινώσεις κάτι που γνώριζες εξαρχής πως δε θα τους άρεσε. Μεγάλωσες νιώθοντας τύψεις για οτιδήποτε δεν ικανοποιούσε τους άλλους σε σημεία εξ αρχής να μην το επιλέγεις.
Κάθε φορά που το σκέφτεσαι, θέλεις να πιστέψεις πως δεν έφταιγαν οι γονείς σου. Εκείνοι έκαναν ό,τι θεωρούσαν καλύτερο για να μεγαλώσουν ένα σωστό άνθρωπο, έναν καλό άνθρωπο που θα έχει αξίες κι ιδανικά στη ζωή του, θα γνωρίζει από σεβασμό και θα διακρίνεται για την ανεκτικότητα του προς οτιδήποτε κι οποιονδήποτε ήταν διαφορετικά από εκείνον. Και τα κατάφεραν, απλώς παρέλειψαν να σου μάθουν ν’ αντιδράς σε οτιδήποτε δε σε γεμίζει και σε προσβάλει, να μιλάς για ό,τι δε σου αρέσει και να ψάχνεις το δίκιο σου όταν νιώθεις ότι αδικείσαι. Δεν έφταιγαν οι γονείς σου, εκτός κι αν έφταιγαν. Γιατί κατά βάθος, όταν μαθαίνεις σε κάποιον να μην αντιδράει, όταν του διδάσκεις την υποταγή στα θέλω των άλλων, είναι γιατί εξυπηρετείς και τα δικά σου κατ’ αυτόν τον τρόπο.
Το καλό παιδί υποφέρει συχνά στη ζωή του. Όχι επειδή δεν μπορεί να ορθώσει ανάστημα, αλλά επειδή κάθε φορά που το κάνει, μετά νιώθει τύψεις που τόλμησε να μην είναι συμπαθής και καλόβολος. Κι αφού οι ενοχές της επιλογής κάνουν το πάρτι τους, συνήθως τρέχει να ζητήσει συγγνώμη που “ξέφυγε”. Ν’ απολογηθεί που υπερασπίστηκε το δίκιο του. Αυτού του είδους το άτομο είναι αυτό που θα σου πει “ναι” στα πάντα- ακόμα κι αν δεν μπορεί να το κάνει, ακόμα κι αν πνίγεται στη δουλειά, ακόμα κι αν δεν του αρέσει. Θα δεχθεί με μεγάλη προθυμία αυτό που θέλεις ν’ αναλάβει επειδή δε θέλει να σε στεναχωρήσει και να σε ξεβολέψει, οπότε προτιμά να ξεβολευτεί ο ίδιος.
“Θα ζοριστώ λίγο και θα τα καταφέρω” σκέφτεται κι ίσως όντως στο τέλος τα καταφέρνει, αλλά για να φτάσει στο σημείο αυτό, έχει μαλώσει πολλές φορές με τους δικούς του πάνω στο ζόρι του που τον μεγάλωσαν για να είναι έτσι, έβγαλε σπυράκια, έπαθε ημικρανίες, ξενύχτησε κι ακύρωσε οτιδήποτε είχε κανονίσει και του χάριζε χαρά, προκειμένου να φέρει εις πέρας αυτά που έπρεπε, μιας κι ήδη είχε δεχθεί.
Θυμώνει με τον εαυτό του κυρίως αυτός ο άνθρωπος, γιατί κάθε φορά δέχεται ενώ θέλει να αρνηθεί, θέλει να διώξει κάποιον από τη ζωή του αλλά τον κρατάει, θέλει να υψώσει κι αυτός τον τόνο της φωνής του σ’ εκείνον που του φωνάζει, θέλει να ουρλιάξει ότι χρειάζεται διάλειμμα κι ίσως λίγο την ησυχία του, αλλά δεν το κάνει. Δεν κάνει απολύτως τίποτα! Είναι δεδομένο ότι κάποια στιγμή στη ζωή του θα καεί και θα ξεσπάσει. Θα ξεσπάσει για όσα τον ζόριζαν τόσο καιρό και θα πει μαζεμένα όλα τα “όχι” του κόσμου. Μέχρι τότε, όμως, θα βράζει μέσα του γιατί πέρα απ’ όσα αναλαμβάνει με χαρά, γιατί όντως του αρέσουν, ανέχεται κι όλα εκείνα που τελικά τον καταστρέφουν.
Είναι όμορφο να έχεις καλοπροαίρετη διάθεση και να αισθάνεσαι την ηθκή υποχρέωση να βοηθάς οποιονδήποτε θελήσει βοήθεια στον δρόμο της ζωής σου αλλά προσπάθησε, αυτή την καλή διαγωγή που απέκτησες μεγαλώνοντας, να τη δείχνεις και στον εαυτό σου. “Να χαλάς χατίρια να μαθαίνεις ανθρώπους” λένε. Να το κάνεις για να δεις ποιοι είναι δίπλα σου μόνο για τα “ναι” σου. Να μιλάς και να υψώνεις τη φωνή σου σε οτιδήποτε νιώθεις ότι δε σου αναλογεί. Να λες περισσότερα “ναι” σε σένα, απ’ όσα στους γύρω σου.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου