Πολλά είναι αυτά που αναζητάς να ζήσεις στη ζωή σου. Κάποια από αυτά συμβαίνουν εύκολα και τα ζεις στο έπακρο από την πρώτη στιγμή, ενώ άλλα, επειδή δε σου συμβαίνουν συχνά, σε προβληματίζουν όταν έρχονται κι εμποδίζεις τον εαυτό σου να τα ζήσει στο ζενίθ τους.
Μπορεί να ένιωσες την καρδιά σου να σκιρτά πολλές φορές, να βίωσες κάτι τρομερά έντονο κι ανατρεπτικό για σένα, να ήσουν σε απόλυτη ετοιμότητα να βουτήξεις στο κενό για έναν έρωτα, αλλά το άλλο άτομο να μην ένιωσε το ίδιο. Αν συγκεντρώσεις δυο τρία αντίστοιχα τέτοια στραπάτσα, δεν είναι καθόλου δύσκολο να φτάσεις στο σημείο να συνήθισες στην απάθεια και στην αδιαφορία. Κι έτσι, φτάνοντας κάποια στιγμή -γιατί θα συμβεί- να γνωρίσεις έναν άνθρωπο που ξεκινά να σου δείχνει το ενδιαφέρον του και βλέπεις ότι τα λόγια του έχουν άμεση ανταπόκριση με τις πράξεις του, δεν μπορείς να το πιστέψεις.
Μιλώντας για την κατάσταση της απόλυτης ανασφάλειας -πάει δεν πάει καλά- εκείνη της ερωτικής σύνδεσης, καθόλου δύσκολο δεν είναι να καταβάλει κάποιον η καχυποψία και το άγχος της απόρριψης, όταν συνειδητοποιεί ότι στη ζωή του αυτή τη δεδομένη χρονική στιγμή βιώνει κάτι που φαίνεται αμοιβαίο, αλλά δεν έχει μάθει και τι ακριβώς είναι η αμοιβαιότητα. Δεν έχει εκπαιδευτεί στον τρόπο που πρέπει να αντιδρά, δεν μπορεί να βγει από το mode επιβίωσης και με τίποτα, δεν ξέρει πού ακριβώς πάμε από εκεί και πέρα. Γιατί είχε μάθει να παλεύει με όρια και γκρίζες ζώνες, αντί για ανοιχτούς ορίζοντες.
Βγαίνεις λοιπόν ραντεβού, μιλάτε όλη μέρα, κοιμάστε μαζί, ανταλλάζετε όμορφα μηνύματα, έρχεται να σε βρει με την παρέα σου κι εσύ το ίδιο, κάνετε σχέδια για εκδρομές και διακοπές. Παρ’ όλα αυτά εσένα κάτι δεν σου κολλάει. Έχεις στο μυαλό σου ότι μπορεί να τελειώσει ανά πάσα στιγμή, υπάρχει κάτι που σου χτυπά καμπανάκι ότι ίσως δεν εννοεί όσα κάνει, ή ότι είναι ένα εργαλείο χειρισμού για να σε ελέγξει ή να σου ζητήσει κάτι αργότερα. Φοβερά σύνηθες τραύμα, σχεδόν PTSD, από ανθρώπους που έχουν υπάρξει σε σχέσεις με νάρκισσο ή με άτομο με αποφευκτικό τύπο προσκόλλησης.
Σε τέτοιες περιπτώσεις, είναι φοβερά δύσκολο να συνειδητοποιήσει κανείς ότι το άτομο που επέλεξε να βρίσκεται δίπλα του δεν μπορεί να δώσει ακριβώς την ίδια ποσότητα ή ένταση συναισθημάτων που δίνει εκείνο, αλλά δίνει σε αντιστοιχία το ίδιο και περισσότερο με διαφορετικό τρόπο. Δε γνωρίζει την υγιή αγάπη και τις γλώσσες έκφρασής της. Υπάρχει πολύ έντονη και η αίσθηση του “δε μου αξίζει” ή του “γιατί τώρα να είναι αλήθεια” που μπορεί, αν δε σταματήσει την ώρα που δημιουργείται, να φτάσει ως και στην εμμονή ή την αυτοεκπληρούμενη προφητεία.
Είναι φυσιολογικό, όταν δεν έχεις βιώσει το αμοιβαίο για μεγάλο χρονικό διάστημα να κρατάς τις επιφυλάξεις σου και να προσπαθείς να πείσεις τον εαυτό σου ότι όλα έχουν ημερομηνία λήξης, ώστε να μην ξανά πέσεις στα σκληρά χωρίς προστασία. Όλη αυτή η άμυνα, όμως, σε αποτρέπει από το να ζήσεις την ιστορία που εξελίσσεται μπροστά στα μάτια σου, αφού ουσιαστικά εσύ βάζεις εμπόδια στον εαυτό σου και σε αποτρέπεις από το να δώσεις μια ευκαιρία στον άνθρωπο που σου δείχνει ότι αυτά που λέει, τα εννοεί. Θα καταλήξεις να ακολουθείς κανόνες που δεν επιβάλλονται από πουθενά, να ζεις με άμυνες που δεν είναι αναγκαίες κι ένα υποτιθέμενο μέτρο- το οποίο θα κρατάς για να μην πιέσεις το άτομο δίπλα σου, που, όχι μόνο δε θα νιώθει πίεση, μα οριακά παραμέληση.
Το αμοιβαίο κι όμορφο συναίσθημα μεταξύ δύο ανθρώπων, να ξέρεις, δε χαλάει αν δείξεις τον πραγματικό σου εαυτό, ούτε αν φανερώσεις τα συναισθήματά σου. Ίσα-ίσα, αυτή είναι και η μόνη τροφή που χρειάζεται.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου