Συγχώρεση˙ ουσιαστικό, γένος θηλυκού με εννέα γράμματα. Εύκολα μπορείς να το βρεις στο λεξικό για να μάθεις τη σημασία της έννοιάς του, αφού φιγουράρει στην τρίτη σειρά, στη δεύτερη στήλη του γράμματος “Σ”. Το ίδιο εύκολα μπορείς να χρησιμοποιήσεις τη λεξούλα αυτή στον γραπτό ή προφορικό σου λόγο, αφού είναι ιδιαίτερα εύηχη. Όσο εύκολα τη χρησιμοποιείς όμως, τόσο δύσκολα την εφαρμόζεις καθώς πίσω από αυτά τα εννέα γραμματάκια της που ταιριάζουν άψογα μεταξύ τους, κρύβονται χίλιες δυο έννοιες ακόμη, που θα πρέπει να εφαρμόσεις προκειμένου να πετύχεις το βαθύ της νόημα.
Πολλούς ανθρώπους θα κληθούμε να συγχωρήσουμε στη ζωή μας και πολλούς ανθρώπους θα καλέσουμε να μας συγχωρέσουν για όλα τα μικρά και μεγάλα που μπορούν να συμβούν ηθελημένα ή χωρίς κακή πρόθεση. Με κάποιους θα τα καταφέρουμε και με κάποιους όχι. Οι βασικοί άνθρωποι όμως, που θα κληθούμε να συγχωρήσουμε στη ζωή μας, είναι οι γονείς μας. Ακόμα κι αν φαινομενικά δεν υπάρχει σοβαρό πταίσμα να προσάψεις, βαθιά μέσα σου ξέρεις ότι τους έχεις κατηγορήσει πολλές φορές για τον τρόπο που σε μεγάλωσαν, επειδή συνέβαλαν στο να γίνεις αυτό που είσαι και τελικά, αυτό που είσαι δεν είναι αυτό που θα ήθελες να είσαι ώστε να μπορείς να ανταπεξέλθεις στην κοινωνία την οποία ζούμε.
Σίγουρα, κάθε γονέας εκεί έξω είναι διαφορετικός κι έτσι το εκάστοτε παιδί μεγαλώνει με διαφορετικές εμπειρίες, ποικίλα ερεθίσματα και γίνεται ένας τελείως διαφορετικός ενήλικας από κάποιον άλλο, ωστόσο σίγουρα μπορούμε να συναντήσουμε εκεί έξω τις δύο βασικές κατηγορίες γονέων. Είναι οι: «σε αφήνω να τα κάνεις σκατά και σού μαθαίνω πώς να είσαι αυτόνομος και συνειδητοποιημένος μέσα από τα λάθη σου» που καμιά φορά πάνε πακέτο με τους «είναι όλα δική σου ευθύνη» και τους «σε βάζω σε μια γυάλα να μη μου πάθεις κάτι κακό και θα ελέγχω εγώ τα πάντα για σένα ώστε να μην πληγωθείς κι απογοητευτείς ποτέ». Και οι δύο περιπτώσεις, είναι απλώς αποτέλεσμα του κατά πόσο ισχύει αυτό που λέμε στην Ελλάδα -και για χρόνια πιστεύαμε- πως “αφού σε γέννησα μού ανήκεις”. Άρα και κατ’ επέκταση, πρέπει να σκέφτεσαι όπως εγώ -ο γονέας σου- να έχεις τις ίδιες πολιτικές πεποιθήσεις, να φτιάξεις τη ζωή σου όπως εγώ αλλά καλύτερα και πάει λέγοντας.
Σε γενικές γραμμές, οι γονείς το πιστεύουν πως με τον τρόπο τους καλλιεργούν όλες εκείνες τις ηθικές αξίες, τα διδάγματα και τις γνώσεις που χρειάζεται ένα παιδί ώστε ως ενήλικας να είναι ένας ολοκληρωμένος άνθρωπος, που βασικός του στόχος θα είναι να φέρεται καλά στους ανθρώπους γύρω του, να τιμά τον λόγο του και να προσπαθεί να πορεύεται στη ζωή του με έναν κώδικα τιμής. Ωστόσο περνάει στο παιδικό μυαλό η υποχρέωση του “πρέπει να γίνω σαν τους γονείς μου πάση θυσία”. Ε, αυτό το «πάση θυσία» είναι που μάλλον θα δυσκολευτεί να συγχωρέσει αυτό το παιδί, αφού προσπαθώντας τόσο πολύ οι γονείς του να πλάσουν τη συνέχειά τους -με τα στραβά και τα καλά της- συνέβαλαν στη δημιουργία ενός ανθρώπου που δυσκολεύεται να πει «όχι» σε ευθύνες που δεν του αναλογούν, αναλαμβάνει περισσότερα από όσα πρέπει και νοιάζεται περισσότερο για τους άλλους από ό,τι αντέχει, καταλήγοντας έτσι, ένα άτομο που ναι μεν παίρνει πρωτοβουλίες κι είναι -θεωρητικά- ανεξάρτητο αλλά είναι ταυτόχρονα δέσμιο όλων των ζητημάτων που θεωρεί δική του ευθύνη.
Από την άλλη, με το να τρέχει για τα πάντα ο γονιός και με το να δίνει πάντοτε τις κατευθυντήριες γραμμές ώστε το παιδί να μη ζοριστεί, να μην αγχωθεί για τίποτα κι όλα στη ζωή του να είναι προκαθορισμένα, καλλιεργεί ένας πρώτης τάξεως φοβικό άνθρωπο. Όλα του τα προβλήματα λύνονται φωνάζοντας απλώς το όνομα των γονιών του, νιώθοντας ανικανότητα να πράξει κάτι συγκεκριμένο προκειμένου να φέρει εις πέρας ένα ζήτημα. Το παιδί αυτό μεγαλώνει σε μια όμορφη γυάλα που όλα είναι ήσυχα, φαίνονται τακτοποιημένα ενώ είναι καταπιεστικά κι όταν μεγαλώσει αρκετά ώστε η γυάλα να μην το χωράει πια και πρέπει να τη σπάσει, συνειδητοποιεί ότι ό,τι ζούσε ως τώρα ήταν ένα καλοφτιαγμένο ψέμα των γονιών του για να ελέγχουν και την τελευταία σπιθαμή της ζωής του με τη συγκάλυψη της αγάπης. Γίνεται ένας ενήλικας που δεν μπορεί να πάρει πρωτοβουλίες, δεν μπορεί να εκφράσει ολοκληρωμένη άποψη για οποιοδήποτε ζήτημα και συνήθως αποφεύγει να έχει αντίθετη γνώμη με κάποιον, γιατί δεν έχει τη δυνατότητα να υπερασπιστεί την άποψή του.
Μπορούμε να συγχωρήσουμε ακόμη και τον άνθρωπο που μας έκανε ένα μεγάλο κακό ακριβώς επειδή εκείνος ο άνθρωπος δεν είχε την ίδια επιρροή ή ίση σπουδαιότητα για μας ώστε να μας ενδιαφέρει τόσο πολύ η σχέση μας μαζί του, μετά από ό,τι μπορεί να συμβεί. Με τους γονείς μας όμως, είμαστε πιο αυστηροί κριτές, γιατί είναι κομμάτι του εαυτού μας και γιατί πάντα θα μας ενδιαφέρει η γνώμη τους για μας, αλλά κι η ύπαρξή τους στη ζωή μας. Θέλοντας και μη του κουβαλάμε κι όταν αυτό το κομμάτι τους μάς πληγώνει, είναι σαν να στρέφουμε ένα μαχαίρι προς τον εαυτό μας.
Σίγουρα είναι λύτρωση να συγχωρέσεις τους γονείς σου για τον τρόπο σε μεγάλωσαν κι αυτό θα σε βοηθήσει να πας παρακάτω και να φτιάξεις πια τον χαρακτήρα σου με τον τρόπο που επιθυμείς εσύ. Όλα μπορούν ν’ αλλάξουν αν δε σ’αρέσει ο τρόπος που είναι τώρα, αρκεί να βρεις πρώτα τη δύναμη να συγχωρέσεις εκείνους που -είτε ηθελημένα είτε άθελά τους- σε μεγάλωσαν μ’ αυτόν τον τρόπο.
Μπαμπά, μαμά, σας συγχωρώ κι ευχαριστώ!
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου