Όταν ερωτευόμαστε θέλουμε και κάπως απαιτούμε ο άνθρωπος που μας έκανε να νιώσουμε τόσα να αισθανθεί τουλάχιστον το ίδιο για εμάς, ιδανικά ακόμη πιο έντονα. Για να είμαστε ειλικρινείς δε θέλουμε απλώς να νιώθει, θέλουμε και να δείχνει όσα αισθάνεται και μάλιστα με τον πιο τρελό κι ευφάνταστο τρόπο. Τι να τον κάνεις τον έρωτα αν προσέχει να μην ξεπεράσει τα όρια;

Θέλαμε να ζήσουμε ένα στόρι σαν κι εκείνα που βλέπαμε στις ταινίες, σαν αυτά που διαβάζαμε στα βιβλία -χρόνια φάγαμε τα μάτια μας ελπίζοντας να ζήσουμε κάτι από εκείνες τις σελίδες των μεγάλων εραστών. Ιστορίες που μέχρι κι η Ιουλιέτα θα ζήλευε. Με τη διαφορά πως εμείς δε θέλουμε ο άνθρωπός μας να μας αποδείξει ότι μπορεί να πεθάνει για μας, αλλά να ζήσει για μας.

Αναζητούμε αυτόν τον κάποιον που όταν μαλώνουμε κι αρνούμαστε πεισματικά να του μιλήσουμε –αγνοώντας κλήσεις και μηνύματα– θα μας περιμένει στα σκαλιά του σπιτιού μας για να ζητήσει μια δεύτερη ευκαιρία. Ψάχνουμε αυτό τον άνθρωπο που δε θα λογαριάσει κρύο κι αναμονές για να μη μας χάσει.

Θέλουμε αυτόν που επιλέγει το συναίσθημα σ’ έναν κόσμο που πέφτει με τα μούτρα στην αδιαφορία. Λαχταράμε κάποιον να μας φέρνει λουλούδια σε γιορτές και γενέθλια –ή και κάθε μέρα, δε θα μας χαλούσε–, να μας ξυπνά μ’ ένα φιλί κι εννοείται όταν κάτι στραβώνει μεταξύ μας και βγαίνει έξω να τα πιει με την παρέα, να ‘μαστε οι παραλήπτες του μεθυσμένου εκείνου μηνύματος που φωνάζει επιθυμία, ακόμη κι αν γελάσουμε και χρειαστούμε μεταφραστή για να καταλάβουμε τι εννοεί.

Ναι, τα ζητάμε όλα αυτά κι ακόμη περισσότερα. Τα απαιτούμε και πολλές φορές θυμώνουμε κι απογοητευόμαστε όταν δε μας συμβαίνουν. Έχουμε αναρωτηθεί ποτέ, όμως, αν εμείς θα τα κάναμε όλα αυτά; Πότε ήταν η τελευταία φορά που εσύ περίμενες κάποιον έξω απ’ το σπίτι του για να εξηγήσεις πόσο λάθος ήσουν; Πότε ήπιες κι έστειλες εκείνο το μεθυσμένο μήνυμα, πετώντας κάθε άμυνα κι ανοίγοντας όλα τα χαρτιά σου;

Μάλλον έχει περάσει πολύς καιρός, για να μην πούμε ότι ίσως δεν έχει συμβεί ποτέ και παρεξηγηθούμε. Ζητάμε πολλά αλλά δίνουμε λίγα. Βαπτίζουμε τον εγωισμό μας αξιοπρέπεια για να μη νιώθουμε άσχημα. Η αλήθεια είναι ότι περιμένουμε απ’ τους άλλους να μας χαρίσουν το φεγγάρι, αλλά εμείς δε θα πηγαίναμε ούτε ως την άκρη του κόσμου για χατίρι τους -ενίοτε ούτε ως την διπλανή πόλη.

Δεν είναι πως δεν τους νοιαζόμαστε ή δεν τους αγαπάμε, απλά αυτός είναι ο τρόπος μας να δείχνουμε τα συναισθήματά μας, δειλός και συγκρατημένος. Ίσως χρησιμοποιήσουμε σαν ελαφρυντικό γεγονός ότι κάποτε δώσαμε τα πάντα, κάναμε και τρέλες και θυσίες για τα μάτια που ερωτευτήκαμε ώσπου μας απέδειξαν πως δεν άξιζε κι απογοητευτήκαμε, έτσι τώρα δεν πάμε ούτε ως το περίπτερο για όποιον πει πως μας αγαπά. Μα κι αυτό είναι απλώς μια δικαιολογία.

Δε χτυπάμε κουδούνια ούτε περιμένουμε στα σκαλιά για να μη θεωρηθεί η αγάπη μας δεδομένη, για να μη φανούμε ευάλωτοι. Όταν βγούμε να πνίξουμε τον πόνο μας στο αλκοόλ και τελικά μας πνίγουν οι αλήθειες μας, κρατάμε το κινητό μας μακριά, μη στείλουμε κανένα μήνυμα κι εκτεθούμε. Ανησυχούμε μην τυχόν ρίξουμε λίγο τον εγωισμό μας κι ύστερα δε θα ξέρουμε πώς να το διαχειριστούμε.

Μέσα μας το ξέρουμε, κι ας μην το παραδεχόμαστε, ο ερωτευμένος δε γίνεται να ‘ναι εγωιστής. Δε χωράει το «εγώ» στον έρωτα. Όποιος ερωτεύεται, φθάνει στα άκρα για τον άλλον.

Ούτε και μπορούμε να παίρνουμε χωρίς να δίνουμε κι εμείς κάτι. Θέλουμε ο άνθρωπος απέναντί μας να αποδειχθεί το άλλο μας μισό, αποζητούμε να γίνει ευάλωτος, να αφεθεί για χατίρι μας, αλλά εμείς να κρατήσουμε τις άμυνές μας, να παραμείνουμε άτρωτοι, μη δεθούμε πολύ με κάποιον, γιατί πώς θα λυθούμε όταν φύγει;

Έτσι είναι, όμως, ο έρωτας; Γίνεται να τον ζήσουμε αν δεν πετάξουμε τον εγωισμό μας μαζί με όλα τα άχρηστα;

 

Συντάκτης: Κατερίνα Μάρου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη