Διαχρονικά τα ψέματα. Υπάρχουν από τη δημιουργία του κόσμου. Μπορεί να μην έχουν όλα την ίδια βαρύτητα, όμως ανήκουν όλα στην ίδια κατηγορία. Το ψέμα είναι ένα, κι ας φοράει πολλές φορές τα ρούχα της αλήθειας. Όμως και πάλι δεν της μοιάζει.
Εκεί που ζει το συμφέρον, ανοίγει την πόρτα ή μπαίνει ακόμα κι απ’ το παράθυρο το ψέμα. Κάτι που δεν μπορεί να αποφύγει κανείς. Κάτι που όλοι κάποτε το ‘χουμε κάνει, που ίσως το κάνουμε στο μέλλον κι ορισμένοι που το κάνουν συνέχεια, σαν να ‘ναι το χόμπι τους.
Κι αφού δεν καταφέραμε ή δε θελήσαμε καν να τα βγάλουμε απ’ τη ζωή μας, τα χωρίσαμε σε υποκατηγορίες. Αρχικά, υπάρχουν τα ψέματα που λέει κάποιος για να αποφύγει μια δυσάρεστη κατάσταση ή κι έναν δυσάρεστο άνθρωπο, τύπου «Ποτέ μπορείς να βγούμε να σε δω;» για να ‘ρθει απάντηση κάτι σε στιλ «Έχω να πάω εκεί/έχω κανονίσει/έχω πονοκέφαλο!», κι ας τη βγάλουμε στο σπίτι, κι ας είμαστε μια χαρά, αρκεί να γλυτώσουμε από μια βαρετή συνάντηση.
Υπάρχουν και τα άλλα ψέματα, εκείνα που λέμε για να μην πληγώσουμε κάποιον, όταν για παράδειγμα μάθουμε πως ο φίλος της κολλητής μας την απατά κι εκείνη έχει καταλάβει πως το γνωρίζουμε, όμως εμείς επιμένουμε να το αρνούμαστε. Ή όταν δε μας αρέσει καθόλου το νέο κούρεμα της σχέσης μας, όμως λέμε πως είναι τέλειο, για να μη στενοχωρηθεί. Λέμε ψέματα επειδή θεωρούμε πως αποκρύπτοντας την αλήθεια, έτσι προστατεύουμε το άτομο που νοιαζόμαστε -κι ας μην ισχύει απαραίτητα αυτό.
Υπάρχουν ακόμη ψέματα που τα λέμε εσκεμμένα, με σκοπό να πληγώσουμε. Βλέπεις μια μέρα τον πρώην στον δρόμο και ξαφνικά αποφασίζει να γίνει ευγενικός και να μάθει πώς είσαι, τι κάνεις, πώς πάει η σχολή, τι απέγιναν τα όνειρά σου (ενώ όταν ήσασταν μαζί ούτε που τον ένοιαζε κάτι από αυτά), ε, τι να πεις; «Είμαι ακόμα χάλια και σε σκέφτομαι;» Όχι βέβαια. Θα το προσπεράσεις αυτό το σημείο, λέγοντας πως όλα είχαν ανοδική πορεία στη ζωή σου, πως τώρα είσαι καλύτερα από ποτέ, ίσως πλασάρεις κι έναν νέο έρωτα -κι ας μην πεις όλη την αλήθεια ή και καθόλου απ’ αυτή.
Βέβαια, υπάρχουν και τα ψέματα –οποιαδήποτε βαρύτητας– που τα μετανιώσαμε, είτε γιατί δεν άξιζε τέτοια συμπεριφορά εκεί το άτομο που τα άκουσε κι έχουμε τύψεις είτε γιατί αργότερα το θεωρήσαμε ανούσιο που το είπαμε. Όταν, ας πούμε, οι γονείς μας είναι μακριά και μας κάνουν συνέχεια αυτές τις ερωτήσεις του τύπου «Έφαγες;/Ντύθηκες καλά;/Γιατί ακούγεσαι στενοχωρημένο;» κι εσύ μόνο και μόνο για να τους ηρεμήσεις λες σε όλα «ναι» και προσποιείσαι πως είναι όλα εντάξει. Λες πως έφαγες ενώ έχεις να φας τουλάχιστον δύο μέρες επειδή βαριέσαι να μαγειρέψεις κι ήπιες τα λεφτά σου αποχαιρετώντας το ντελίβερι της γειτονιάς. Επιβεβαιώνεις πως ντύθηκες καλά για να μην κρυώσεις, ενώ δεν ταίριαζε το χοντρό μπουφάν με όλα τα υπόλοιπα κι έβαλες μέσα στο κρύο το ψιλό δερμάτινο, κι ας την άρπαξες τώρα. Επιμένεις πως είσαι καλά κι ας σε έχει αγχώσει η εξεταστική που έρχεται ή έζησες άλλη μια ερωτική απογοήτευση.
Βλέπεις, κάποτε θεωρούμε πως με το ψέμα που θα πούμε, θα σώσουμε εμάς, θα διευκολύνουμε μια κατάσταση ή ακόμη και κάποιον άλλον. Η αλήθεια είναι πως, μερικές φορές, το να αποφύγουμε εξηγήσεις, μπερδέματα ή περαιτέρω δράματα με αυτόν τον τρόπο μοιάζει βολικό και να μας βγάζει απ’ τη δύσκολη θέση. Κι όντως μπορεί να προστατεύουμε κάποιον, προσωρινά έστω, απ’ τον πόνο της αλήθειας. Όμως θα έπρεπε;
Το ψέμα, ναι, είναι γλυκό κι αν το ξεκινήσεις, δύσκολα το σταματάς. Αρχίζεις με τα μικρά αθώα ψεματάκια και καταλήγεις να λες τα πιο απίστευτα, πέφτοντας θύμα της ίδιας της πλεκτάνης σου. Άσχετα με τις διαβαθμίσεις του, η ανακούφιση που προσφέρει είναι προσωρινή, ο πόνος όμως κι η απογοήτευση όταν αποκαλυφθεί ίσως και να κρατούν για πάντα. Σώζει, λοιπόν, ή εγκλωβίζει;
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη