Οι άνθρωποι διαχειριζόμαστε με τον δικό μας τρόπο τις διάφορες καταστάσεις. Στα ζόρια, όμως, και τις απογοητεύσεις πάνω-κάτω μοιάζουμε. Συνήθως δίνουμε ρόλο πρωταγωνιστή στο αλκοόλ στις δύσκολες στιγμές μας, με την πεποίθηση πως μας βοηθά να αντεπεξέλθουμε ή έστω συντηρώντας αυτή την ψευδαίσθηση όσο αδειάζουμε το μπουκάλι.
Όλοι αναζητάμε λίγο δράμα στη ζωή μας κι όταν το βρούμε το κρατάμε γερά, άλλοι περισσότερο, άλλοι λιγότερο. Να ‘χουμε κι εμείς κάτι να συζητάμε με τους φίλους, να μη βαριόμαστε. Ένα φλέγον και πάντα πιασάρικο κι επίκαιρο ζήτημα είναι ο χωρισμός ή το διάλειμμα που ζητήσαμε απ’ τη σχέση μας. Πίνουμε, λοιπόν, για να ξεχάσουμε. Τι να ξεχάσουμε, όμως; Άραγε τον τρόπο που φερθήκαμε; Ή μήπως τις καλές στιγμές; Πίνουμε για να πνίξουμε τον πόνο μας στο κρασί, τη βότκα, το ουίσκι κι ό,τι άλλο είναι το κατάλληλο φάρμακο για μας.
Στο σχολείο, δυστυχώς, δε μας μαθαίνουν τι να κάνουμε και πώς να αντιμετωπίσουμε τις δυσάρεστες καταστάσεις που μπορεί να προκύψουν. Εκεί το μόνο που μετρά είναι τα βιβλία, όχι τα συναισθήματα που θα μας προετοιμάσουν για την ενήλικη ζωή. Να ‘μαστε, λοιπόν, τώρα, καθισμένη η παρέα, ο καθένας να προσπαθεί να ξεχάσει κι από κάτι. Το τραπέζι ούτε που φαίνεται απ’ όσα έχει πάνω του. Σήμερα πίνουμε τον Βόσπορο, που τραγουδάει κι ο Ιωαννίδης.
Το άλλο το ωραίο είναι όταν είμαστε σπίτι μόνοι, τότε που δε μας βλέπει κανείς και μπορούμε να ξεσπάσουμε ελεύθερα. Να βρίσουμε όποιον μας πλήγωσε, να κατηγορήσουμε το σύμπαν για τις δικές μας επιλογές και μαλακίες, να κλάψουμε, μπας και λυτρωθούμε. Όλα αυτά παρέα με ένα μπουκάλι κι έναν πάκο χαρτομάντιλα από δίπλα. Όσο θυμόμαστε, τόσο συνεχίζουμε να πίνουμε και δε σταματάμε, είτε μέχρι να ξεράσουμε είτε μέχρι να πέσουμε ξεροί στο πάτωμα ή στο κρεβάτι -όπου τραβάει η ψυχή μας. Κι επειδή ο πόνος δεν περνάει εύκολα κι εμείς αρνούμαστε να αντιμετωπίσουμε την οποιαδήποτε κατάσταση face to face, το μπεκρούλιασμα συνεχίζεται για μέρες.
Γιατί όλοι ξέρουμε πως και να πιεις μία μόνο μέρα, το πρόβλημα δε διορθώνεται και η καρδιά συνεχίζει να πονά. Ίσα-ίσα που στην αρχή χειροτερεύει, γιατί τα θυμάσαι όλα ακόμη πιο καθαρά κι έντονα. Πονάς και ξεσπάς πίνοντας. Όταν σε πιάνει, όμως, εκείνη η γλυκιά ζαλάδα, τα πάντα ξεθωριάζουν, μαζί κι οι μνήμες και παγιδεύεσαι σ’ αυτή την αλκοολική δίνη, που –για να σοβαρευτούμε και λίγο– θέλει προσοχή για να μην ξεφύγει.
Και το ένα μεθυσμένο βράδυ γίνονται βράδια κι εσύ εκεί, να ξεχνάς και να θυμάσαι τον παλιό σου έρωτα, τα λάθη που έκανες, τα λόγια που έχουν ειπωθεί και δεν μπορείς να τα αναιρέσεις. Θα περίμενε κανείς να μη μας νοιάζει, ειδικά αν εμείς πήραμε την απόφαση να εγκαταλείψουμε, μα είμαστε άνθρωποι και νιώθουμε.
Καλά μέχρι εδώ, μήπως όμως δεν πίνουμε γι’ αυτό, αλλά για το ότι οι πράξεις μας μάς έκαναν να ξεχαστούμε; Μήπως πίνουμε επειδή μας ξέχασαν; Να ‘ναι, άραγε, αυτό χειρότερο; Κι αν ναι, πόσο; Ίσως τότε να χρειαζόμαστε περισσότερα ποτά και τσιγάρα κι άλλα υποκατάστατα για να καλύψουμε το κενό. Η λύση πάντα βρίσκεται, αλλά εμείς παλεύουμε να μεθύσουμε και να σκεπάσουμε επιφανειακά ό,τι μας παιδεύει, αντί να σκεφτούμε λογικά. Φωνάζουμε, πρήζουμε τους φίλους, κάνουμε χαμό και δε δεχόμαστε συμβουλές από κανέναν, γιατί αισθανόμαστε πεπεισμένοι και σίγουροι πως η βότκα κι η τεκίλα είναι καλύτεροι ακροατές και ψυχολόγοι απ’ τον καθένα. Αχ, πού να ξέραμε ή καλύτερα πού να σκεφτόμασταν.
Εκείνο το συναίσθημα της απόρριψης, όταν νιώθεις πως σε ξεχνάνε, πως δε σε υπολογίζουν, πως σε αγνοούν ή σε κάνουν στην άκρη είναι απ’ τα χειρότερα, ειδικά όταν αυτή η απομάκρυνση έρχεται απ’ τα άτομα που σήμαιναν τα πάντα για ‘σένα, όμως κι αυτό στο πρόγραμμα είναι. Δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην το ‘χει ζήσει, αλλά και να μην το ‘χει ξεπεράσει.
Κακές επιλογές θα κάνουμε, και θα πιούμε και δυο ποτηράκια για χατίρι τους, το θέμα είναι αυτές να μην πιουν εμάς.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη