Η ενήλικη ζωή μας ξεκινάει μόλις γίνουμε δεκαοχτώ. Είναι μια σημαντική στιγμή για όλους και ταυτόχρονα είναι η αρχή για νέες υποχρεώσεις, αλλά κι ελευθερίες. Μια απ’ αυτές είναι το δίπλωμα οδήγησης που όλοι ποθούμε να αποκτήσουμε για να νιώσουμε ανεξάρτητοι.
Εκεί κάπου, στα δεκαοχτώ με είκοσι, οι περισσότεροι επιτυγχάνουμε στις δύσκολες αυτές εξετάσεις κι έρχεται μετά η στιγμή που θα είμαστε κάτοχοι του πρώτου αυτοκινήτου μας. Όπως και να το δούμε, είναι ένα σημαντικό γεγονός που κανένας μας δε θα ξεχάσει. Όντας φοιτητής, τα λεφτά που βγάζεις εάν δουλεύεις δεν είναι αρκετά κι αν πάλι δε δουλεύεις, τότε είναι που δε βγαίνεις με τίποτα και ζητάς απ’ τους γονείς ή ακόμη καλύτερα και σπανιότερα βέβαια, έρχεται το αμαξάκι ως δώρο σε σένα. Μη σκας, γι’ αυτό εξάλλου δεν είναι η οικογένεια; Έχοντας μαζέψει λίγα λεφτά καταφέρνεις ν’ αγοράσεις ένα αυτοκίνητο ή καλύτερα να πω, ένα μικρό κουβά. Δεν έχει καμία σημασία, γιατί επιτέλους έχεις το δικό σου αμάξι, είσαι κι officially ανεξάρτητος κι ελεύθερος να κάνεις ό,τι θες, να πας όπου θες και να γυρίσεις όποτε σου γουστάρει χωρίς να ζητάς την άδεια κανενός.
Οι μέρες γίνονται μήνες και οι μήνες χρόνια και το σαραβαλάκι σου εκεί πιστό να σε πηγαίνει όπου προστάξεις. Δε σε έχει απογοητεύσει ούτε μια μέρα, πάντα εκεί, στις καλές μέρες με τους φίλους και στις άσχημες να σε πηγαίνει βόλτες για να ξεχαστείς και να σου φτιάξει τη διάθεση. Για σένα δεν είναι μόνο ένα αμάξι, δεν είναι ένα κομμάτι μέταλλο. Για σένα είναι σύντροφος, παρέα, μέσο ψυχαγωγίας και διαφυγής. Ο ένας εξαρτιέται απ’ τον άλλο, εσύ το ποτίζεις βενζίνη, αυτό σε πάει στον προορισμό σου. Όσο περνάει ο καιρός, τόσο πιο πολύ δένεσαι μαζί του και τόσο περισσότερο το αγαπάς και δε θέλεις να το εγκαταλείψεις. Όπως όλα όμως, έτσι κι αυτό έχει ημερομηνία λήξης. Είτε θα βγάλει πολλά προβλήματα, είτε θα χρειάζεσαι μεγαλύτερο να χωράει και περισσότερα άτομα. Και στις δύο περιπτώσεις θα χρειαστεί να το πουλήσεις για να πάρεις κάτι καινούργιο.
Από ‘κει που κυκλοφορούσες με το cinquecento, το micra ή κανένα fiesta του ’00 τώρα αναβαθμίζεσαι. Από βενζίνη πας σε πετρέλαιο ή σε γκάζι και η τσέπη σου θα πάψει πια ν’ αναστενάζει. Αυτό βέβαια δεν αναιρεί την απώλεια του πρώτου μας αυτοκινήτου. Το αγαπάμε ακόμη όσοι το έχουμε, αλλά κι όσοι αναγκαστήκαμε να το πουλήσουμε. Κουβαλάμε πολλές αναμνήσεις μαζί του που δε θα ξεχάσουμε και πάντα θα θυμόμαστε εκείνες τις μέρες. Συνήθως συνδέεται με τα φοιτητικά μας χρόνια, τα χρόνια της ελευθερίας και της ξεγνοιασιάς. Μεγαλώνουμε και προχωράμε, όμως οι αναμνήσεις αυτές δεν μπορούν να σβηστούν. Ας κάνουμε μια παύση κι ας αναλογιστούμε τώρα τις μνήμες που έχουμε απ’ το μικρό μας σαράβαλο. Τις στιγμές που ήτανε στα τελευταία του κι έκανε περίεργους ήχους, εκείνες που μας έπιασε λάστιχο στη μέση του δρόμου και σίγουρα εκείνες που στριμωχνόμασταν γύρω στα δέκα άτομα μέσα κι ας χωρούσαν τέσσερις μόνο. Όλες τις εκδρομές με τους φίλους και τις μοναχικές τσάρκες που πηγαίναμε. Και φυσικά τις σκανταλιές που κάναμε στα πίσω καθίσματα, πού το πας κι αυτό!
Ωραίες εκείνες οι μέρες και ‘μεις ευτυχισμένοι παρέα με το κουβαδάκι μας. Η τότε απειρία στο τιμόνι και οι γρήγορες ταχύτητες που το αμάξι δεν άντεχε μας έφεραν τώρα να θυμόμαστε το ξεκίνημα και ν’ αγαπάμε ακόμη το πρώτο μας σαραβαλάκι. Το σαραβαλάκι της καρδιάς μας.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου