Σε όλη τη διάρκεια της ζωής μας, συναντάμε αμέτρητους ανθρώπους, περπατάμε σε χιλιάδες δρόμους, αν είμαστε τυχεροί ταξιδεύουμε σε άλλες χώρες, μαθαίνουμε άλλους πολιτισμούς. Παίρνουμε μέρος σε διάφορες συζητήσεις, συνδεόμαστε σε καταστάσεις δύσκολες, εύκολες κι άλλοτε βαρετές. Εμπιστευόμαστε, ερωτευόμαστε, χωρίζουμε και συνεχίζουμε. Μα ακόμα και μετά από όλα αυτά, μας είναι δύσκολο να αποδεχτούμε πλήρως ό,τι δε μας μοιάζει.
Μας φαίνεται περίεργο το διαφορετικό, πολλάκις το κρίνουμε και άλλες δεν μπαίνουμε καν στον κόπο να το καταλάβουμε. Το διαφορετικό σε πολλούς προκαλεί φόβο, άρνηση. Πόσες φορές ας πούμε άκουσες, ή και ξεστόμισες εσύ, φράσεις του τύπου «η χοντρή, ο μαύρος, η τρελή, ο gay» σαν να μιλούσες για κάτι υποδεέστερο, κάτι παράξενο, ίσως κι εξωγήινο. Μοιάζει να είναι βαθιά μέσα μας ριζωμένο, από γενιά σε γενιά, μια ιδέα ότι όλοι πρέπει να είμαστε ίδιοι, να συμπεριφερόμαστε το ίδιο, να προχωράμε στα ίδια μονοπάτια, αλλιώς δεν πρόκειται να μας αποδεχτούν οι άλλοι. Μοιάζει με ιός. Που εξαπλώνεται ταχύτατα και είναι καθαρά στο χέρι μας το να δεχτούμε να τον αντιμετωπίσουμε.
Τα πρώτα σχόλια τα ακούσαμε από νωρίς στο σχολείο, ή και κάποιοι ακόμη νωρίτερα μέσα στη σιγουριά του σπιτιού. Οι περισσότεροι από εμάς δεχθήκαμε κάποια στιγμή σκληρά λόγια, ίσως από κάποιον συμμαθητή μας. Ή ίσως να ήμασταν εμείς αυτοί που τα είπαμε, που κρίναμε. Και ίσως τα παιδιά έχουν σκληρή γλώσσα, όμως σαν ενήλικας οφείλεις να κοιτάξεις τους ανθρώπους όπως ακριβώς είναι και για αυτή τους τη γνησιότητα να τους αγαπήσεις.
Το περιβάλλον που μεγαλώνεις σίγουρα παίζει πρωταρχικό ρόλο. Στα δύσκολα χρησιμοποιείς τον όρο «φυσιολογικό» χωρίς πολλές φορές να έχεις επιχειρήματα. Έτσι σε μάθανε, καλύτερα να μην μπούμε όμως σε ειδική ανάλυση φυσιολογικού και μη, είναι μεγάλη η κουβέντα του τι ορίζει η φύση και θα έλεγα να το ψάξεις προσωπικά και συγκεκριμένα. Αν πρέπει να συνοψίσουμε, η φύση μια χαρά αρμονικά πλασμένη είναι, με άξονα της τη διαφορετικότητα. Το θέμα είναι τι συμβαίνει μέσα σου. Ας το θέσουμε λοιπόν διαφορετικά. Φαντάσου μια οικογένεια να μεγαλώνει το παιδί της χωρίς υποδείξεις περί φυσιολογικού και μη, χωρίς κατευθύνσεις για τον προσανατολισμό του, το ντύσιμό του και τον τρόπο ζωής του. Ένα παιδί που έχει μάθει πως το ιδιαίτερο στον θείο του είναι το γούστο του στο κρασί, αφού επιλέγει πάντα κόκκινο ενώ πίνουν όλοι άσπρο, μα ούτε που του περνάει από το μυαλό πως είναι «περίεργο» το ότι έρχεται στο οικογενειακό τραπέζι με τον σύντροφό του. Ένα παιδί που τη θεία του την αγαπάει και τη θυμάται για τις αστείες απορίες της κι όχι για το «περίεργο» κούρεμά της. Που έχει μάθει να κοιτάζει τον κολλητό του μπαμπά του με περιέργεια γιατί όλοι τον πειράζουν πως τρώει πολύ και «δεν ξέρουν πού τα βάζει» μα ούτε μία φορά δεν τον κοίταξε με περιέργεια για το καροτσάκι στο οποίο κάθεται. Αυτόματα αυτό το παιδί θα μάθει πως το φυσιολογικό είναι να είναι ο εαυτός του. Αυτό το παιδί, ως ενήλικας δε θα είναι κριτής γνωστών κι αγνώστων.
Κρύβει μια παγίδα η κρίση του αλλιώτικου. Κάνουμε προσπάθειες να αρέσουμε περισσότερο στους άλλους, από το να αρέσουμε σε εμάς. «Καλύτερα να σου βγει το μάτι, παρά το όνομα» έλεγαν οι παλιοί και ριζώθηκε μέσα μας για τα καλά. Λες και αν δεν τους αρέσουμε, θα πάψουμε να υπάρχουμε. Πασχίζουμε μέρα με τη μέρα με κάθε τρόπο για το «μπράβο». Και δεν είπε κάνεις πως η επιβράβευση δεν είναι καλοδεχούμενη και αρεστή, δεν είναι όμως αυτοσκοπός.
Το «φαίνεσθαι» έχει πάρει πια μεγάλες διαστάσεις και αυτό ίσως να έχει μια λογική, ιδιαίτερα από τη στιγμή που ζούμε με τα social να έχουν γίνει βασικό κομμάτι της καθημερινότητάς μας. Αναρωτήθηκες όμως ποτέ πώς αυτό συνδέεται με το ότι υπάρχει κόσμος που τον ενοχλεί η παχουλή γειτόνισσα; Με το ότι ο μποέμ συμφοιτητής σου, που ντύνεται χύμα και αράζει στις πλατείες παίζοντας την κιθάρα του με μια μπύρα, θεωρείται εύκολα ο τρελός της γειτονιάς; Με το ότι η Μαρία που επέλεξε να κάνει σχέση με τη Δέσποινα, προκαλεί ψιθυρίσματα κάθε φορά που βγαίνει έξω; Με το ότι η κολλητή σου που τα έφτιαξε με έναν τύπο από τη Νιγηρία, ακούστηκε πως «κάποιο κουσούρι θα ‘χε»; Γιατί όλα αυτά μοιάζουν στα μάτια πολλών περίεργα; Μήπως γιατί δεν τους μοιάζουν; Μήπως γιατί βαθιά μέσα τους θα ήθελαν κι εκείνοι να είναι κάπως αλλιώς μα «καλύτερα το μάτι»; Μήπως ήρθε η ώρα να φωνάξουμε πως «τελικά χίλιες φορές το όνομα»;
Εύκολο να κάθεσαι σε μια γωνία και να κρίνεις τον απέναντι, να κρύβεσαι πίσω από μια οθόνη και να αραδιάζεις ένα σωρό ασυναρτησίες. Προσφέρει αποστασιοποίηση από τους περιθωριοποιημένους κι εύκολη αποδοχή από το σύνολο. Θα καταφέρεις κάποιον να πονέσεις, μα πιο πολύ απ’ όσο πονάς τον εαυτό σου, σίγουρα όχι. Πίσω από κάθε άνθρωπο κρύβεται μια ιστορία, διάβασέ την πριν τον κρίνεις, αν πάλι δε σε ενδιαφέρει, μην εμποδίζεις τους άλλους να γίνουν καλύτεροι μέσα από αυτήν. Σου είναι δύσκολο να πετάξεις αυτό το ρούχο που σου φόρεσαν από πάνω σου, δεν πειράζει όμως γιατί η δυσκολία δίνει αίγλη στην προσπάθεια, ποτέ δεν είναι αργά, προλαβαίνεις. Άλλωστε μην ξεχνάς, είσαι κι εσύ διαφορετικός.
Αν από την άλλη είσαι ένας από τους παραπάνω, η παχουλή γειτόνισσα, η Μαρία που της αρέσουν τα κορίτσια, το παιδί με την κιθάρα στην πλατεία, το διαφυλετικό ζευγάρι, ο κύριος με το αναπηρικό καροτσάκι, ήρθε η ώρα να βγάλεις από το κεφάλι σου κάθε ίχνος ενοχής. Αν ζεις σε μια κοινωνία που σε θεωρεί παράξενο και μη αποδεκτό και εσύ συνεχίζεις να είσαι ο εαυτός σου, να είσαι περήφανος. Πολλές φορές θα αναρωτηθείς «και τι θα πει διαφορετικό;» Διαφορετικοί είμαστε όλοι, ξεχωριστοί, σε έναν κόσμο που κάθε τόσο αλλάζει. Άνθρωπος είσαι κι ας έχεις διαφορετικά μαλλιά, κιλά, γούστα, ή ανατομία. Μόνο γι’ αυτόν τον λόγο αποδέξου τον όρο «διαφορετικός» και συνέχισε να ομορφαίνεις τον κόσμο. Ας δεχτούμε όμως κι όλοι μαζί τον όρο «άνθρωπος», γιατί -κοίτα να δεις- σε κάποιες περιπτώσεις έχει θετικό πρόσημο. Ας μη βάζουμε πια τον διπλανό μας σε κουτιά, με ταμπελάκι απ’ έξω για να τον ξεχωρίζουμε όπως κάνουμε με τα χειμερινά στη ντουλάπα μας. Δεν είναι παλτά οι άνθρωποι. Ας ανοίξουμε τα δικά μας κουτιά και ας βγάλουμε από μέσα όλα τα σκουπιδάκια που υπάρχουν. Έτσι, στο τέλος, θα μείνει μόνο ο θησαυρός.
Επιμέλεια κειμένου: Μαρία Ρουσσάκη