Αλτρουισμός. Μια λέξη εκλεπτυσμένη, που μεταδίδει κύρος στο άκουσμά της κι αυτομάτως την κατατάσσεις στην κατηγορία των λέξεων ανώτερου επιπέδου. Δε χρειάζεται να είσαι γνωστής της πλήρους σημασίας της για ν’ αντιληφθείς ότι η συγκεκριμένη λέξη κουβαλάει μαζί της ένα τεράστιο ηθικό και συναισθηματικό φορτίο. Περιλαμβάνει αξίες συνώνυμες της ανιδιοτέλειας, της αμέριστης προσφοράς προς τον συνάνθρωπο, οποιοσδήποτε κι αν είναι αυτός, χωρίς αυτές οι πράξεις να αποβλέπουν στην ικανοποίηση ενός προσωπικού οφέλους και στην προσμονή ενός ανταλλάγματος. Αυτό, φυσικά, είναι το θεωρητικό πλαίσιο αυτής της λέξης, μιας και στην πράξη τα πράγματα απέχουν κατά πολύ από αυτό.
Οπουδήποτε κι αν αναζητήσεις πληροφορίες για τις έννοιες αλτρουισμός κι ανιδιοτέλεια, θα πάρεις αντίστοιχες απαντήσεις μ’ αυτές που σου προανέφερα. Απαντήσεις που προήλθαν από την αξιολόγηση των ανθρώπινων σχέσεων και τον τρόπο που αλληλεπιδρούν μεταξύ τους. Παίρνοντας, λοιπόν, σαν βάση την ίδια την ψυχολογία του ανθρώπου, τα βασικά του ένστικτα και τον τρόπο που σκέφτεται και νιώθει, θα σου θέσω το εξής ερώτημα: Είναι εφικτό να σταθεί αυτή η θεωρία στην πράξη μέσα στις ανθρώπινες σχέσεις; Μπορούμε όντως εμείς οι άνθρωποι να βάλουμε ως προτεραιότητα το καλό του άλλου βάζοντας τον εαυτό μας σε δεύτερη μοίρα;
Εκ πρώτης όψεως, οι περισσότεροι από εμάς –αν όχι όλοι– θα απαντούσαν καταφατικά στο συγκεκριμένο ερώτημα. Mάλιστα, θα έβαζαν τους εαυτούς τους στην πρώτη θέση αυτής της λίστας και αυτό γιατί ως γνωστόν όλοι θέλουν να θεωρούνται ιδανικές προσωπικότητες από τον κόσμο γύρω τους. Όλοι θέλουν να χαρακτηρίζονται ως υποδείγματα καλοσύνης, όταν αυτό αποτελεί μια από τις ύψιστες μορφές ανθρωπιάς. Το «φαίνεσθαι» λοιπόν είναι καθοριστικής σημασίας στην κοινωνία που ζούμε. Και πριν βιαστείς να διαφωνήσεις σε αυτό, θέλω να σκεφτείς τα πραγματικά κίνητρα που κατευθύνουν όλες τις πράξεις ανιδιοτέλειας. Όχι εκείνα που θέλουμε να προβάλλουμε στην επιφάνεια, αλλά εκείνα που κρύβουμε μέσα μας ακόμη κι από τους ίδιους μας τους εαυτούς.
Ο άνθρωπος, καλώς ή κακώς, είναι από τη φύση του ένα εγωιστικό ον. Πάρα το γεγονός ότι είναι ικανός ν’ αναπτύξει ισχυρά συναισθήματα και ενδιαφέρον για κάποιον τρίτο, αυτά τα συναισθήματα δεν είναι αρκετά να ξεπεράσουν την αγάπη προς τον εαυτό του. Μια αγάπη που ούτως ή άλλως προσπαθούν να μας περάσουν σαν μότο σ’ ολόκληρη τη ζωή μας, μιας και παντού τριγύρω σου ακούς τη φράση «Ν’ αγαπάς πρώτα απ’ όλους τον εαυτό σου» κι άλλα τέτοια σχετικά που θέλοντας και μη ενισχύουν αυτόν τον εγωισμό.
Ξεκινώντας με τους κοντινούς μας ανθρώπους, ένα από τα χαρακτηριστικότερα παραδείγματα που μου έρχονται αυτή τη στιγμή στο μυαλό είναι η ανιδιοτελής αγάπη, είτε αυτή αναφέρεται σε μια ερωτική, είτε σε μια φιλική σχέση. Είναι άραγε τόσο αλτρουιστικά τα συναισθήματα και οι πράξεις μας απέναντι σ’ αυτούς τους ανθρώπους; Κάνουμε όντως τα πάντα γι’ αυτούς με μοναδικό μας κίνητρο την αγάπη μας προς το πρόσωπό τους και θέλοντας να τους δούμε ευτυχισμένους; Σίγουρα ένα μέρος των κινήτρων μας έχει σαν στόχο αυτό. Όμως, στην πραγματικότητα αυτό που κυριαρχεί είναι η ευχαρίστηση που νιώθουμε εμείς οι ίδιοι γνωρίζοντας ότι κάνουμε ευτυχισμένο κάποιον κι όχι τόσο για την επίδραση που έχει αυτή η αγάπη μας στη ζωή του.
Όσο και να αγαπάμε τον άλλον, θα μπορούσαμε ποτέ να συμβιβαστούμε με το σενάριο του να είναι μονόπλευρο; Φυσικά κι όχι! Ο καθένας από εμάς θέλει να εισπράττει αντίστοιχη αγάπη μ’ αυτήν που δίνει, με ότι αυτό συνεπάγεται. Κοινώς να υπάρχει αμοιβαιότητα! Στον έρωτα δινόμαστε ολοκληρωτικά, ακριβώς γιατί εισπράττουμε αντίστοιχα δείγματα και από τον σύντροφο μας. Γι’ αυτό και απογοητευόμαστε αν αυτή η αγάπη μας δεν βρίσκει αντίκρισμα. Στην φιλία θεωρούμε ως δεδομένο ότι θα εισπράξουμε τη στήριξη που δίνουμε στον εκάστοτε φίλο μας όταν το έχει ανάγκη. Σαν να λέμε μια σχέση με «πάρε-δώσε», μέσω του οποίου αξιολογούμε και την κλίμακα αυτής της φιλίας στη ζωή μας. Επομένως, περισσότερο ιδιοτελείς, παρά ανιδιοτελείς θα μας χαρακτήριζα σε αυτού του είδους τις σχέσεις.
Κι αν αναζητήσουμε κάποιου είδους αλτρουιστική πράξη με κάποιον άνθρωπο εκτός του περίγυρού μας, κάποιον τελείως άγνωστο; Θα μπορούσε τότε να υφίσταται; Ουκ ολίγα άτομα προσπαθούν να παρέχουν βοήθεια στο κοινωνικό σύνολο με πολλαπλούς τρόπους. Αυτή η βοήθεια μπορεί να ξεκινάει από κάτι μαζικό και οργανωμένο όπως είναι ο εθελοντισμός κι η φιλανθρωπία, μέχρι την πιο απλή κίνηση της καθημερινότητάς μας παρέχοντας τη βοήθειά μας με οποιονδήποτε τρόπο σ’ έναν τελείως άγνωστο που έτυχε να βρεθεί στο δρόμο μας. Εκεί συναντάμε το «φαίνεσθαι» που λέγαμε. Η ανάγκη για προβολή αυτών των πράξεων καλοσύνης αποσκοπεί στην εκπλήρωση προσωπικών επιθυμιών. Όταν κάποιος επιδεικνύει το προφίλ του ανιδιοτελούς ατόμου, εκείνου του ατόμου που παρέχει ένα χέρι βοηθείας σε όποιον πραγματικά το έχει ανάγκη, κατατάσσεται αυτομάτως στο μυαλό των γύρω του ως πρότυπο καλοσύνης. Και φυσικά μέσω αυτής της προβολής αποκομίζει και μακροπρόθεσμα οφέλη, αφού γίνεται αποδεκτός από όλους κι εισπράττει τη δική τους καλοσύνη ως αντάλλαγμα των πράξεών του.
Αν το καλοσκεφτείς, λοιπόν, ολόκληρη η ζωή μας και ο τρόπος με τον οποίο διαδραματίζεται βασίζεται πάνω σ’ αυτό ακριβώς το μοτίβο, δηλαδή τη συνεχή εκπλήρωση άμεσων και έμμεσων επιθυμιών που θα κάνουν ευτυχισμένους και πλήρεις τους ίδιους μας τους εαυτούς. Κάτι το οποίο συνεχίζουμε -λανθασμένα- να θεωρούμε κατακριτέο, ωθώντας όλο και περισσότερους στο να κοπιάζουν για την προβολή ενός κοινωνικά αποδεκτού προφίλ. Οπότε τώρα θέλω να θέσεις ξανά στον εαυτό σου αυτό το ερώτημα:
Υφίσταται, εν τέλει, ο αλτρουισμός στις ανθρώπινες σχέσεις;
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου