Παρά το γεγονός ότι η ανθρώπινη ύπαρξη μετράει εκατομμύρια έτη από την εμφάνισή της και ενώ οι ρυθμοί με τους οποίους εξελίσσεται με το πέρασμα των χρόνων είναι ραγδαίοι, μερικά πράγματα θα συνεχίσουν να υπάρχουν με τον ίδιο ακριβώς τρόπο στο μυαλό των ανθρώπων όσα χρόνια και αν περάσουν, σε όποια εποχή και αν τους τοποθετήσεις. Δύο άγγελοι, ο ένας αγγελιοφόρος του καλού και ο άλλος του κακού που κατοικούν στις δυο γωνιές της συνείδησής σου, είναι οι πρωταγωνιστές της σημερινής ιστορίας. Δύο ρόλοι, όπως θα τους χαρακτήριζα καλύτερα, οι οποίοι προσπαθούν να ντύσουν με τρόπο πιο εύκολα αποδεκτό τα δύο χαρακτηριστικά που κυρίευαν πάντοτε το μυαλό μας: τα «θέλω» και τα «πρέπει». Δύο αιώνιοι αντίπαλοι που έχουν διεξάγει μια μάχη χωρίς τελειωμό με απώτερο σκοπό ποιος θα καταφέρει να ασκήσει μεγαλύτερη επιρροή στις επιλογές που θα πάρεις στην προσπάθεια διαμόρφωσης της ζωής σου. Δύο ασφυκτικά πιεστικές κατευθυντήριες δυνάμεις, οι οποίες αντλούν τη δύναμή τους από εξωτερικούς παράγοντες, όπως είναι ο κοινωνικός περίγυρος, η οικογένεια, αλλά και ο ίδιος μας ο εαυτός!
Τα «θέλω», από τη μία, οφείλουν το λόγο της ύπαρξής τους στα προσωπικά όνειρα, τα πάθη και τα απωθημένα κάθε ανθρώπου. Όλοι είμαστε υποταγμένοι στην ικανοποίηση των επιθυμιών του μυαλού μας και αυτό μπορεί να ερμηνευθεί εξίσου ως θετικό, αλλά και ως αρνητικό. Θετικό, γιατί άπαξ και βρεις την τόλμη να κυνηγήσεις όλα όσα ονειρεύεσαι, αν φας τη ζωή με το κουτάλι που λέμε, θα είσαι και σε θέση να γευτείς το μέγιστο βαθμό της ευτυχίας. Αρνητικό, γιατί το «θέλω» είναι ικανό να θολώσει σε τέτοιο βαθμό την κρίση μας, με αποτέλεσμα να γινόμαστε έρμαια της παρορμητικότητας και της απερισκεψίας. Χάνουμε, έτσι, τη δυνατότητα να αξιολογήσουμε ορθά τα υπέρ και τα κατά των επιθυμιών μας, κινδυνεύοντας να οδηγηθούμε σε απογοήτευση. Και σε αυτό το σημείο ίσως σκεφτείς από μέσα σου ότι αξίζει να πάρουμε το ρίσκο, ακόμη κι αν ενέχει αυτόν τον κίνδυνο. Ή ακόμη και ότι οι απογοητεύσεις λειτουργούν ως μελλοντικά μαθήματα προς αποφυγή παρόμοιων καταστάσεων. Ναι μεν έχει επιβεβαιωθεί στην πράξη ότι αυτή η θεωρία λειτουργεί κατασταλτικά, όμως, αν κάποιος σου έλεγε ότι θα μπορούσες να αποφύγεις εξαρχής κάτι τέτοιο, θα επέλεγες και πάλι το μακρύ δρόμο των σφαλμάτων;
Κάπου εδώ έρχεται να κουμπώσει το γνωστό και μη εξαιρετέο σε όλους μας «πρέπει». Αυτό το πρέπει, ενώ κουβαλάει πάνω του την ταμπέλα του αρνητισμού από την πρώτη στιγμή που θα το ακούσεις, στην πραγματικότητα έχει δισυπόστατη λειτουργία, ακριβώς όπως και το «θέλω». Αρχικά, μπορεί να λειτουργήσει ως μέσο αποφυγής των εσφαλμένων επιλογών. Κάθε φορά που μια παρόρμηση ξεπροβάλλει στην επιφάνεια, έρχεται το «πρέπει» της λογικής να την εμποδίσει. Μερικές χαρακτηριστικές σκέψεις πολύ γνώριμων καταστάσεων που τονίζουν τη θετική φύση του είναι το «Πρέπει να δώσω τον καλύτερό μου εαυτό αν θέλω να εκπληρώσω ένα στόχο» ή «Πρέπει να αποβάλλω από τη ζωή μου ανθρώπους και καταστάσεις που με βλάπτουν, ώστε να διαφυλάξω την ψυχική μου ηρεμία». Σίγουρα σε κάτι τέτοιες περιπτώσεις είναι αναγκαίο να ακολουθούμε το μονοπάτι του «πρέπει» που θα ταρακουνήσει τον ξεμυαλισμένο εαυτό μας επαναφέροντάς τον στην λογική του θέση. Το να επιδιώκουμε να κυνηγήσουμε παρορμήσεις τις οποίες δεν έχουμε ζυγίσει καν στο μυαλό μας και άρα δεν μπορούμε να γνωρίζουμε την ανθεκτικότητά τους στο χρόνο είναι καθαρά ένα δείγμα αυτοκαταστροφικών τάσεων!
Φυσικά αυτή η αναφορά δεν καταρρίπτει την αρνητική και πολυχρησιμοποιημένη φύση του «πρέπει». Αυτή που οι περισσότεροι -αν όχι όλοι- έχουμε επιλέξει να υιοθετήσουμε στη ζωή μας. Αυτά τα γνώριμα «πρέπει» που εφαρμόζουμε μόνο και μόνο γιατί μας το επιβάλλει η κοινωνία στην οποία ανήκουμε, αλλά και ο περίγυρος με τον οποίο μεγαλώνουμε. Εκείνα που λειτουργούν ως μονόδρομοι, συμβιβασμοί, στο βωμό των προτύπων του καθωσπρεπισμού. Και αν καθίσετε να σκεφτείτε παραδείγματα που να αντικατοπτρίζουν επακριβώς αυτή τη θεωρία, θα εκπλαγείτε από το πλήθος αυτών που έχουν κατακλύσει τη ζωή μας. Όπως όταν λέμε «Πρέπει να περάσω σε μια σχολή και άρα να σπουδάσω, επειδή το θέλουν οι γονείς μου» ή «Πρέπει να παντρευτώ και να κάνω οικογένεια, επειδή ο άνθρωπος έχει γεννηθεί με απώτερο σκοπό τη διαιώνιση του είδους του» ή «Πρέπει να συμπεριφέρομαι με συγκεκριμένο τρόπο και να προβάλλω ένα συγκεκριμένο προφίλ, ώστε να αποφύγω τυχόν αποδοκιμαστικά σχόλια και να μπορώ να γίνω αποδεκτός από το πλήθος.» Σε αυτό ακριβώς το σκεπτικό επιβάλλεται να κυριαρχήσει και να πατήσει πόδι το «θέλω». Κάθε φορά που οι εξωτερικοί παράγοντες επιδιώκουν να γαλουχήσουν τον ονειροπόλο εαυτό σου και να μπουν εμπόδιο στις ανάγκες αυτού, αναρωτήσου αν πραγματικά νιώθεις πλήρης κάνοντας πράξη το πλάνο που σχεδίασαν οι άλλοι για σένα. Μήπως σε αυτό το σημείο το ρίσκο των παρορμήσεών μας φαντάζει μηδαμινό μπροστά στη σκέψη μιας ζωής γεμάτης συμβιβασμού που κατέχεις διακοσμητικό ρόλο μέσα σε αυτή;
Υπάρχει, άραγε, μια χρυσή τομή σε όλο αυτό; Μπορούν να συνυπάρξουν αρμονικά αυτές οι δύο αντίθετες φωνές της συνείδησής μας; Και αν ναι, με ποιον τρόπο; Η απάντηση εδώ είναι αρκετά απλή, αν λάβουμε φυσικά σαν δεδομένο ότι καμιά από τις δυο τους δεν είναι εφικτό να εξαλειφθεί πλήρως, αλλά μπορούν να περιοριστούν. Καθώς είναι αποδεδειγμένο ότι η ακρότητα σε οποιαδήποτε μορφή της βλάπτει το άτομο που επιδιώκει να την αγγίξει, επιβάλλεται να λειτουργούμε με γνώμονα την ισορροπία και το μέτρο σε οποιαδήποτε ενέργειά μας. Ούτε η πιστή υπακοή στις προσωπικές επιθυμίες, ούτε η κυρίευση από υποχρεώσεις θεωρούνται υγιείς τακτικές. Το ιδανικό είναι να καταφέρουμε να τα μπλέξουμε όμορφα, ώστε και να εισπράττουμε τα οφέλη που μπορούν να μας προσφέρουν και να αποφεύγουμε καταστάσεις που θα έχουν αρνητικές συνέπειες. Έχοντας βέβαια ως απαραίτητη προϋπόθεση την αυτογνωσία. Αυτή που θα σε κάνει να αξιολογήσεις ορθά πότε τα «θέλω» σου προέρχονται από επιθυμίες με σταθερές βάσεις και όχι από παρορμήσεις της στιγμής και πότε τα «πρέπει» σου σού στερούν τη δυνατότητα να ζήσεις όπως ακριβώς θέλεις τη ζωή σου.
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.