Σίγουρα όλοι έχουμε βρεθεί μπροστά σε τσακωμούς ζευγαριών. Είτε είναι γνωστοί μας είτε άγνωστοι. Ακόμη κι εμείς οι ίδιοι έχουμε έρθει σε ρήξη με το ταίρι μας, μπροστά σε τρίτα πρόσωπα. Δε λέω, ένας καυγάς πού και πού, χρειάζεται. Χρειάζεται για να δέσει τον γλυκό πιο πολύ, να δοκιμαστείτε ίσως στις αντιδράσεις. Όμως όταν ο καυγάς γίνεται μπροστά σε έναν άγνωστο, αυτόματα τον βάζουμε σε μια άβολη θέση, στη θέση του ακροατή.
Σε ένα μη οικείο περιβάλλον γίνεται θεατής σε μια παράσταση τσακωμού, είναι ίσως ό,τι πιο άβολο μπορεί να σου συμβεί. Εκείνη τη στιγμή ο ακροατής μας μαθαίνει πράγματα του παρελθόντος που επανήλθαν πάνω στη σύγκρουση. Μια απάτη, ένα ψέμα που μας πλήγωσε, κάποια λόγια που ειπώθηκαν ή ακόμη κι κάποιες προσβολές. Μια λογοδιάρροια που ξεκινάει και δεν λέει να σταματήσει. Με αποτέλεσμα αυτές οι αποκαλύψεις ανταγωνισμού να φέρνουν τον τρίτο στη πιο άβολη θέση κι από το ζευγάρι που ούτως ή άλλως δεν περνάει και τις στιγμές της ζωής του. Τι στο καλό κάνεις τότε;
Οι περισσότεροι από εμάς χάνουμε την ψυχραιμία μας. Γινόμαστε λίγο πιο επιθετικοί στα λόγια μας, η φωνή μας αλλάζει ρυθμό και τόνο, τα βλέμματά μας γίνονται πιο εκρηκτικά και τα αυτιά μας κλείνουν στη μοναδική μουσική των λέξεών μας. Κι όλο αυτό γίνεται πιο έντονο όταν μας ακούνε τρίτα πρόσωπα. Όταν αισθανόμαστε δηλαδή αδικημένοι από το ταίρι μας, που ξεκινάει να μας «στολίζει», να βγάζει λάθη δικά μας στη φόρα που ξέρει ότι θα μας πληγώσουν, με αποτέλεσμα να μας πιάνει μια ντροπή για όσα ισχύουν. Μια διπλή ντροπή προς τον σύντροφό μας και τον ακροατή μας.
Τι θα γινόταν όμως, εάν εκτός από λέξεις και προσβολές πεταγόντουσαν και διάφορα αντικείμενα; (Γέλασαν και τα έπιπλα). Οι περισσότεροι από εμάς, βέβαια, δεν ερχόμαστε σε τόσο μεγάλη ρήξη, όμως όλοι θα έχουμε έρθει έστω σαν θεατές σε μια τέτοια άβολη θέση. Μετά από ένα πάρτι, μετά από κάποια εκδήλωση ή σε ένα χαλαρό βραδινό ποτό, το οποίο πήρε άλλη τροπή, πιο έντονη. Εκεί φτιάχνεις ποπ-κορν κι απολαμβάνεις την κατρακύλα σου.
Οι τσακωμοί απαιτείται να κινούνται σε χαλαρότερους ρυθμούς, διότι εκεί υπάρχει ακόμη το καθαρό μυαλό, κι ας είναι θολωμένο. Πρέπει να σεβόμαστε και τον άλλον, εκείνον που δε βγήκε ένα απόγευμα για να ακούσει τις φωνές, τις προσβολές, τα καπρίτσια μας ή να φάει κάποια καρέκλα στο κεφάλι. Για μια και μόνο σύγκρουση που μπορεί να διαρκέσει όχι μέρες, αλλά μόνο κάποιες ώρες.
Πολλές φορές, σε τέτοιες συνθήκες υπάρχει άγνωστος κόσμος ο οποίος επεμβαίνει κατά τη διάρκεια του τσακωμού, φουντώνοντας έτσι την ήδη φουντωμένη ατμόσφαιρα. Όμως, αν το καλοσκεφτείς, εσύ δεν έδωσες το δικαίωμα να επέμβει, να σου πει τη γνώμη του, διότι εμείς δε ρωτήσαμε εάν ήθελε να ακούσει τη δική μας ιστορία. Απλά την παραδώσαμε δίχως να μας νοιάζει. Κι αυτό ήταν ένα δικαίωμα.
Κι αφού, βλέπουμε, βλέπετε, ότι η διαφωνία δε λύνεται, γιατί δεν πάτε να τη λύσετε στο σπίτι σας; Μόνοι σας; Αντιμέτωποι εσείς οι δύο και τα νεύρα σας; Δίχως θέατρα και παραστάσεις, χωρίς θεατές και χειροκρότημα.Πάτε να σκοτωθείτε και να τα βρείτε σπίτια σας παιδιά, αλλιώς και θα σας ακούμε και άποψη θα έχουμε. Διότι, ακόμη και στις καλύτερες παραστάσεις, πάντα θα υπάρξουν κριτικοί που θα σε κρίνουν για το ρόλο σου. Ενώ στο δικό σου προσωπικό χώρο, κανείς δεν μπορεί να σε κρίνει. Αυτό πού το πας.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου