Πάντοτε πίστευα οτι ο έρωτας είναι γιορτή. Και πως αν στην πορεία σου βγει οτιδήποτε διαφορετικό, τότε δεν είναι έρωτας.
Αλλά μιας και όσο ζεις μαθαίνεις, ήρθα σήμερα να σας πω πως ο έρωτας δεν είναι γιορτή.
Ο έρωτας είναι πόλεμος.
Είναι πόλεμος αλλά όχι με τον παράγοντα Χ, αλλά με τον ίδιο σου τον εαυτό.
Γιατί ο έρωτας είναι μονομερής. Στην αγάπη είναι συνήθως δύο, μα στον έρωτα μωρό μου παλεύεις μόνος σου με τα λιοντάρια.
Είναι πόλεμος με την λογική και τις ορμές σου. Όταν η λογική σου φωνάζει να μην κινηθείς, η ορμή σου τρέχει με ιλιγγιώδη ταχύτητα στην αντίθετη κατεύθυνση. Και αυτή η κατεύθυνση, συνήθως καταλήγει στην καταστροφή.
Η λογική σου στέλνει απειλητικά μηνύματα οτι θα γκρεμοτσακιστείς. Μα εσύ σηκώνεις τα χέρια και πηδάς στο κενό γιατί θέλεις να παλέψεις με τους αέρηδες.
Όταν τα θέλω σου, θέλουν να κατασπαράξουν τα μπορώ σου, ο έρωτας είναι πόλεμος μεταξύ των δύο.
Πολεμάς δουλεύοντας νυχθημερόν για να χτίσεις το σήμερα σου, όπως με τόσο κόπο ονειρευόσουν το παραμύθι σου χθες.
Ο έρωτας είναι μια μάχη με τον εαυτό σου. Για να μην ξεσπάσεις σε λυγμούς για κάθε ανοησία που σου χαλάει το όνειρο. Για να μην πλαντάξεις σαν κακομαθημένο παιδί που δεν του αγόρασαν την αγαπημένη του κούκλα.
Γιατί ξέρεις. Στον έρωτα, δεν έχεις ασπίδα να προστατευτείς. Στη μάχη του πας γυμνός.
Γυμνός όπως όταν πρωτοήρθες στον κόσμο.
Με τον ερχομό του, θα βγάλεις εκείνη την πρώτη κραυγή, εκείνο το πρώτο κλάμα. Κλάμα από φόβο, από χαρά, από πόνο, απο περιέργεια.
Θα πολεμήσεις για να τον κρατήσεις ζωντανό. Να ανάψεις φλόγες, να σβήσεις φωτιές, να σωπάσεις τις κραυγές, να κρατήσεις το στόμα σου κλειστό με τα χέρια σου, για να μη βγεις στους δρόμους να φωνάξεις πόσο ερωτευμένος είσαι.
Μπουχτίσαμε να ακούμε από τους δήθεν ερωτευμένους να φωνάζουν δυνατά για την ευτυχία τους.
Φωνές που πασχίζουν να βγουν προς τα έξω, μπας και ησυχάσουν οι ανασφάλειες.
Γιατί στον έρωτα, δεν είσαι ποτέ πλήρως ευτυχισμένος. Γιατί όσο κοντά έχεις το ταίρι σου, τόσο φοβάσαι μην το χάσεις.
Είναι παρτάκιας ο έρωτας. Νοσηρός και πεισματάρης. Δε σε κρατάει ήσυχο τα βράδια.
Αναστατώνεσαι, για τα σχέδια που ακόμη δεν έγιναν πραγματικότητα, για το μέλλον που αργεί τόσο να έρθει για το «σ’αγαπώ που τρίζει κάτω από τσαλακωμένα σεντόνια.
Κάπου ανάμεσα στις μάχες χάνεσαι, για να έρθεις αργότερα να βρεις έναν άλλο εαυτό. Αυτόν που κάτι έδωσε, κάτι πήρε και κάτι άφησε πίσω του.
Κάτι ξέμπαρκα αισθήματα, τη χαμένη του εφηβεία ή ίσως ένα κομμάτι του εαυτού του.
Γιατί οι μάχες στον βωμό του, κάποια στιγμή τελειώνουν. Και μετά έρχεται η εκεχειρία. Είτε σε βρίσκει ανάμεσα σε συντρίμμια και αποκαΐδια, είτε θα σε βρει σε ένα νέο μεγαλύτερο βασίλειο με το θησαυροφυλάκιο γεμάτο αργύρια.
Πες μου όμως κάποιον που κέρδισε χωρίς να πολεμήσει.
Πες μου αν είδες ποτέ την ειρήνη να σε γαληνεύει χωρίς να έχεις έστω και μια πληγή.