Πολλές φορές έρχονται άνθρωποι στον δρόμο μας, σε φιλικό ή ερωτικό επίπεδο, που αρχικά ίσως να υπάρχει φανταστική χημεία ή σύνδεση, αλλά όσο οι σχέσεις μας προχωρούν, τους παρακολουθούμε να σηκώνουν άμυνες και να δυσκολεύονται να συνδεθούν. Πολλές φορές, πέρα από το σύνηθες ότι απλά μία σχέση δε δουλεύει γιατί απλώς δεν ταιριάζουμε, τα συναισθήματά μας επηρεάζονται από τα βιώματά μας κι όχι απλώς από τις προηγούμενες εμπειρίες μας, αλλά από τα παιδικά χρόνια και το σπίτι.
Πολλοί, κουβαλάμε μέσα μας τραύματα προσκόλλησης που προκλήθηκαν επειδή υπήρχε μια αποσύνδεση μεταξύ του παιδιού και του κύριου φροντιστή/γονέα. Για παράδειγμα, ο φροντιστής μας ίσως δε στάθηκε με τον τρόπο που τον χρειαζόμασταν ως παιδιά, σε συναισθηματικό ή/και ψυχικό επίπεδο. Εάν λοιπόν ως παιδιά χάσαμε την εμπιστοσύνη προς τον φροντιστή μας, ψάξαμε να βρούμε εναλλακτικούς τρόπους για να καλύψουμε τις ανάγκες μας. Για παράδειγμα, μπορεί πλέον να βασιζόμαστε υπερβολικά σε άλλους για να καλύψουμε τις ανάγκες μας (anxious attachment) ή αντίθετα, να θεωρούμε ότι κανείς δεν είναι ικανός να καλύψει τις ανάγκες μας και να μη θέλουμε να συνδεθούμε (avoidant attachment). Οι τρόποι λοιπόν που επιλέγουμε υποσυνείδητα ως ενήλικες να συνδεθούμε, είναι πολλές φορές ένας μηχανισμός αντιμετώπισης των παιδικών μας τραυμάτων.
Τα εξής, είναι τα διαφορετικά είδη προσκόλλησης (attachment styles) τα οποία κουβαλάμε και κυριαρχούν στους τρόπους που συνδεόμαστε, ή στα άτομα με τα οποία μπορούμε να συνδεθούμε.
Ασφαλής προσκόλληση (secure attachment)
Με την ασφαλή προσκόλληση, νιώθεις ασφαλής στις σχέσεις σου εάν οι συνθήκες το επιτρέπουν, συνήθως επειδή μεγάλωσες σ’ ένα ασφαλές και προβλέψιμο περιβάλλον χωρίς ιδιαίτερες ταραχές με φροντιστές οι οποίοι ήταν παρόντες για σένα με τον τρόπο που τους χρειαζόσουν.
Αγχώδης προσκόλληση (anxious attachment)
Τα άτομα τα οποία διακατέχονται από αγχώδη προσκόλληση, συνήθως είναι εκείνα που οι φροντιστές τους ανταποκρίνονταν ασυνεπώς κι έχουν μάθει ν’ αναζητούν την προσοχή υπερβάλλοντας τ’ αρνητικά τους συναισθήματα, φοβούμενοι ότι εάν το κακό συναίσθημα φύγει, η προσοχή θα σταματήσει. Τα διακατέχει συχνά ένας φόβος εγκατάλειψης και συχνά καταφεύγουν σε ολική εγκατάλειψη του ίδιου τους του εαυτού στην προσπάθεια εξεύρεσης κάποιου που να μπορεί να καλύψει τις ανάγκες τους. Ως παιδιά, πολλές φόρες τα συναισθήματά τους ακυρώνονταν κι έτσι προτιμούν να καταπιέζουν τις ανάγκες τους, επειδή είναι τρομακτικό να τις εκφράσουν, σε περίπτωση που ακυρωθούν ή απορριφθούν.
Τα άτομα με αγχώδη προσκόλληση, δυσκολεύονται να θέσουν όρια γιατί έχουν μάθει ότι μόνο όταν ευχαριστούν τις ανάγκες των γύρω τους είναι επιθυμητοί. Σε κάποιες περιπτώσεις, μπορούμε ν’ αναπτύξουμε αγχώδη προσκόλληση, ειδικά σε κακοποιητικές σχέσεις που δε μας εμπνέουν εμπιστοσύνη αλλά να επιλέγουμε ταυτόχρονα να μένουμε σ’ αυτές.
Απόρριψη/φόβος/Αποφυγή προσκόλλησης (Dismissive/fearful avoidant attachment)
Οι άνθρωποι που έχουν στυλ αποφυγής προσκόλλησης προσπαθούν να μην έρχονται αρκετά κοντά με ανθρώπους σε όλα τα επίπεδα. Οι λόγοι για τους οποίους έχουν αυτό το είδος προσκόλλησης είναι οι ίδιοι με την αγχώδη προσκόλληση: τον φόβο εγκατάλειψης και τον φόβο της επαφής με τα δικά τους συναισθήματα. Αυτό αναπτύσσεται όταν οι φροντιστές τους ως παιδιά -η μόνη πηγή ασφάλειας δηλαδή- γινόταν πηγή φόβου. Έτσι, ως ενήλικες, αγνοούν τα συναισθήματά τους κι αποφεύγουν να τα νιώσουν, επειδή έχουν συνδέσει την έκφραση συναισθημάτων τους με τον πόνο και την εγκατάλειψη.
Στις σχέσεις τους είναι εξαιρετικά ασυνεπείς και δυσκολεύονται να εμπιστευτούν τους άλλους. Οι πράξεις τους συχνά δεν έχουν συνοχή, γιατί παρ’ όλο που θα ήθελαν να ανήκουν κάπου, να δώσουν και να λάβουν αγάπη, φοβούνται ν’ αφήσουν κάποιον να μπει στη ζωή τους, κυρίως από φόβο ότι θα πληγωθούν. Αυτοί οι ενήλικες αποφεύγουν την οικειότητα και περιμένουν να έρθει η απόρριψη κι η απογοήτευση εφόσον τα θεωρούν δεδομένα κι αναπόφευκτα. Δυσκολεύονται να πιστέψουν ότι ο σύντροφός τους θα τους αγαπήσει και θα τους στηρίξει. Αυτό μπορεί να οδηγήσει και σε αυτο-καταστροφή προκαλώντας τους να τερματίσουν πρόωρα τις σχέσεις τους γιατί θεωρούν ότι ούτως ή άλλως θα αποτύχουν.
Η απλή αποφυγή της σύνδεσης δε θα θεραπεύσει το τραύμα ή τις οδυνηρές παιδικές μας εμπειρίες. Για να μάθουμε να χτίζουμε ασφαλείς σχέσεις, πρέπει πρώτα να μάθουμε να εμπιστευόμαστε τους ανθρώπους. Κάποια από τα πιο πάνω ήδη προσκόλλησης, προκαλούν σοβαρά θέματα στις διαπροσωπικές μας σχέσεις, έτσι ένας τρόπος για να ξεκινήσουμε τη θεραπεία τους είναι η ψυχοθεραπεία. Έχοντας ανιχνεύσει τα τραύματά μας και το στυλ προσκόλλησής μας, μπορούμε να το επικοινωνήσουμε με τους ανθρώπους που θα θέλαμε να δώσουμε μια ευκαιρία έτσι ώστε να δουλέψουμε μαζί τις σχέσεις μας, σ’ ένα ασφαλές περιβάλλον. Αντί να βάζουμε αυστηρά όρια και να λέμε σε όλα όχι, μπορούμε να κάνουμε μια συνειδητή προσπάθεια να πούμε ναι σε πράγματα που ίσως θα φοβόμασταν.
Ωστόσο, το να προσπαθούμε συνεχώς να καθοδηγήσουμε κάποιον που δεν είναι ακόμη έτοιμος, δε μας κάνει σωστούς συντρόφους. Το να ισοπεδώνουμε τις ανάγκες μας για να κάνουμε κάποιον να νιώσει ασφάλεια, δε μας κάνει σωστούς συντρόφους. Το να δικαιολογούμε απαράδεκτες συμπεριφορές, δε μας κάνει σωστούς συντρόφους. Αυτό που μας κάνει σωστούς συντρόφους, είναι η αυτογνωσία, η ανοιχτή επικοινωνία, η θέληση κι η ομαδική προσπάθεια να πορευτούμε μαζί στο ταξίδι της θεραπείας όσων θεμάτων κουβαλάμε μαζί μας. Εκείνων που δε θέλουμε πλέον να μας χαρακτηρίζουν.
του John Bowlby και της Mary Ainsworth.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου