Θυμάμαι ακόμη εκείνη την πρώτη φορά που σε είδα απέναντί μου.
Θυμάμαι με κάθε δυνατή λεπτομέρεια τι φορούσες αλλά πάνω απ’ όλα το βλέμμα σου.
Ένα βλέμμα καθηλωτικό, επιβλητικό, αλλιώτικο από τα άλλα.
Προσπαθούσα να σε πλησιάσω, να σου μιλήσω, αλλά μάταια.
Τα πόδια μου λες και είχαν παγώσει σε ένα σημείο, η καρδιά μου λες και είχε χάσει ένα χτύπο.
Έμεινα μόνο εκεί σα στήλη άλατος να σε κοιτάω.
Άλλωστε ποιος είπε, ότι μόνο τα στόματα μιλάνε;
Τα μάτια μου φλυαρούσαν χωρίς σταματημό, έτρεχαν να προλάβουν να σου πουν, όσα τα χείλη δεν τολμούσαν.
Και μετά έφυγες.
Ήταν μόνο λίγα λεπτά.
Μετά ξανάρθε η ρουτίνα, να φέρει τα ίσα στην καθημερινότητα.
Και πάνω που η ζωή μπαίνει σε μία τάξη, η καρδιά κηρύσσει πλήρη αταξία.
Ξαναέρχεσαι από το πουθενά κι ας δούλευε η ζωή μου σαν καλοκουρδισμένο ρολόι, εσύ είχες τον τρόπο να μετακινείς τους δείκτες κατά τη βούλησή σου.
Πάλι το ίδιο σκηνικό. Όσο ξαφνικά ερχόσουν, τόσο απότομα έφευγες.
Επέμενε η τύχη για κάποιο λόγο να κάνει τα παιχνίδια της και να σε στέλνει μπροστά μου.
Επέμενα κι εγώ να μην πιστεύω στις συμπτώσεις.
Σε μία πόλη χιλιάδων ανθρώπων, πώς γίνεται οι δρόμοι μας να διασταυρώνονταν διαρκώς;
Σε μία πόλη με τόσα ζευγάρια μάτια, πώς γίνεται να με καθήλωσε μόνο το δικό σου βλέμμα;.
«‘Όταν θες κάτι πολύ το σύμπαν συνωμοτεί για να το αποκτήσεις», μας πότισε ο Κοέλο και αφέθηκα στα παιχνίδια της τύχης να με οδηγήσουν.
Για τις πιο ρομαντικές ψυχές υπάρχει και η δύναμη της σκέψης.
Όταν σκέφτεσαι μονίμως σε έντονο βαθμό ένα πρόσωπο είναι σαν να το καλείς κοντά σου με τη σκέψη σου.Ίσως να εξηγείται και έτσι ο λόγος που επέμενες να εμφανίζεσαι από το πουθενά μπροστά μου.
Επιστράτευσα τότε φυσική και μεταφυσική να δώσω εξηγήσεις, να βρω αφορμές να σε προσεγγίσω, να σε κάνω να με δεις με τον τρόπο που σε είδα.
Στην αγωνιώδη αυτή προσπάθεια ξέχασα ίσως το κυριότερο.
Ο έρωτας είναι χημεία.
Γοητευτικό το να παλεύεις για την κατάκτηση του αντικειμένου του πόθου σου.
Ακόμη πιο γοητευτικό όμως, να παλεύετε μαζί για αυτόν τον έρωτα απέναντι σε δυσκολίες, κόντρα σε όλους και σε όλα.
Τυφλές ελπίδες με πλημμύρισαν και έτσι τυφλώθηκα κι εγώ από τα συναισθήματα.
Ερμήνευα το παραμικρό γεγονός σαν σημάδι της τύχης, μίας μοίρας που μας ήθελε μαζί.
Στην ουσία, μόνο εγώ μας ήθελα μαζί.
Αλλά άραγε και ποια είναι αυτή η τύχη, που υποτίθεται πως καθορίζει τις ζωές μας;
Είμαστε απλώς μαριονέτες σε νήματα που αυτή κινεί ή μήπως οι κύριοι πρωταγωνιστές στο έργο της ζωής μας;
Και αν αυτό ισχύει τότε ποιος ο λόγος για όλα αυτά τα τυχαία που συντάραξαν συθέμελα την ύπαρξή μου.
Μακάρι να μπορούσα ακόμη και τώρα να δώσω εξηγήσεις.
Μερικές φορές έχουμε την τάση να πιστεύουμε με τόση δύναμη σε κάτι που δημιουργούμε τις συνθήκες για να το ζήσουμε.
Παλεύουμε να δώσουμε εξηγήσεις σε καταστάσεις με τον τρόπο που μας συμφέρει.
Βαφτίζουμε τις ιστορίες μας κάρμα, αποποιούμαστε ευθύνες, ψοφάμε για παραμύθι.
Μην παραμυθιάζεσαι!
Ακόμη και αν κρυφοπιστεύω, ότι ίσως, όλα για κάποιο λόγο να γίνονται, αυτός δεν είναι απαραίτητα ο δικός σου πόθος.
Ούτε η έκβαση, είναι απαραίτητα αυτή που ονειρευόμαστε.
Δεν είναι όλοι οι άνθρωποι, for ever.
Υπάρχουν και οι περαστικοί. Υπάρχουν και οι επισκέπτες.
Κάποιοι από αυτούς, έρχονται στη ζωή μας, για να μας θυμίσουν απλώς την ταχυκαρδία του έρωτα.
Απλώς για να ξέρουμε ότι υπάρχει.
Για να το ζούμε.
Με ανταπόκριση ή χωρίς.