«Κάθε νόμισμα έχει δύο όψεις» λέει επανειλημμένα ο σοφός λαός. Το λέει συνήθως για καταστάσεις, μα φαίνεται να λειτουργεί το ίδιο καλά αποτυπώνοντας μία ολόκληρη φιλοσοφία για τους ίδιους τους ανθρώπους.
Το Γιν και το Γιανγκ, ο δυισμός στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία, η έντονα τονισμένη διαφορετικότητα κατά τα αρχαία και νέα συγγράμματα του «φαίνεσθαι» και του «είναι». Μία αιώνια επανάληψη που παρουσιάζει την ύπαρξη δύο κόσμων στην ανθρώπινη ψυχή, διαγράφοντας το απόλυτο κι εξυψώνοντας τη θεωρία του σχετικού.
Αυτό που ορίζει τη διαφορετικότητα και συνάμα τη μοναδικότητα κάθε ανθρώπου, η ψυχή, φαίνεται να μην είναι κάτι το απόλυτο (δεν υπάρχει απόλυτα καλός ή κακός άνθρωπος), αλλά κάτι σχετικό που μέσα του εμπεριέχει όχι έναν αλλά δύο παράλληλους κι ίσως εκ διαμέτρου αντίθετους κόσμους. Ακόμα κι ο διαχωρισμός στους δύο αυτούς κόσμους είναι σχετικός και ξεχωριστός για κάθε ανθρώπινη ψυχή.
Για παράδειγμα, για κάποιον ο ένας κόσμος μπορεί να είναι αυτό που παρουσιάζει στους υπόλοιπους ανθρώπους κι ο άλλος αυτός που κρατάει για τις ώρες που θα ‘ναι μόνος του. Για άλλον ίσως είναι ο εαυτός που του αρέσει να ‘χει στη δουλειά κι ο εαυτός που επέλεξε να ‘χει στην προσωπική του ζωή. Ίσως ο διαφορετικός τρόπος που αντιδρούμε σε μερικές καταστάσεις να ‘ναι για μερικούς ανθρώπους αυτός ο λεπτός διαχωρισμός.
Για άλλους, λοιπόν, είναι η στιγμή, για άλλους η ύπαρξη ή μη ανθρώπων γύρω του, η σχέση που έχει αναπτυχθεί ανάμεσα σε αυτόν και σε εκείνους τους ανθρώπους, οι συγκυρίες, κι η τολμηρή απαρίθμηση αυτών που ορίζουν αυτήν την ευαίσθητη διαχωριστική μας γραμμή μπορεί να συνεχίζεται αιώνια, να γίνει τόσο μεγάλη που θα απωθεί όποιον τυχόν μπει στην παγίδα να τη διαβάσει.
Παρ’ όλα αυτά, οι δύο μας κόσμοι είναι εξίσου σημαντικοί καθώς η ύπαρξη και των δύο τους καθιστά ίσους. Ίσως με αυτή τη θεωρία, τελικά, να πρέπει να αγαπήσουμε δύο εαυτούς κι όχι έναν. Κι όσο κι αν αυτό βάζει τον συνήθως βαριεστημένο άνθρωπο σε μία κουραστική διαδικασία αναγνώρισης κι αποδοχής των δύο κόσμων, μπορεί να τον βοηθήσει να αγαπήσει τόσο τον εαυτό του όσο και τους υπόλοιπους ανθρώπους.
Υιοθετώντας αυτόν τον τρόπο σκέψης κι αντίληψης, ίσως μπορέσει να διακρίνει την αλήθεια πίσω απ’ τα φαινόμενα. Έναν δεύτερο καλά κρυμμένο κόσμο πίσω από αυτόν, που παρόλο που φαίνεται πραγματικός ίσως να ‘ναι απλά μια επιφάνεια, μια ιδέα, πολύ παραπάνω, μια επιθυμία του πώς θα ήθελε να ‘ναι κάθε άνθρωπος…
Αν ο καθένας από εμάς μπορέσει να απαλλαχθεί απ’ την καχυποψία που συνοδεύει αυτή τη φιλοσοφία, αμέσως θα καταλάβει τι εννοούσε ο Κομφούκιος όταν είπε «όλα έχουν ομορφιά απλά δεν μπορούν οι πάντες να την δουν».
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη