Γιατί κολλάς με τον άνθρωπο που δεν μπορείς να έχεις; Σίγουρα έχεις αναρωτηθείς και εσύ γιατί τόση προσκόλληση σε άτομα από τα οποία δεν εισπράττεις κανένα ενδιαφέρον. Τι να έχει αυτός ο άνθρωπος που σε κάνει να επιμένεις ακόμη και μετά από την απόρριψη που έχεις φάει; Γιατί δεν μπορείς να σταματήσεις να σκέφτεσαι το άτομο αυτό; Και σε ποιο λογικό άξονα βασίζεις τις ελπίδες που ακόμη κρατάς αναλλοίωτες μέσα σου; Οι περισσότεροι από εμάς έχουν σίγουρα βιώσει ένα αντίστοιχο κόλλημα με κάποιο άτομο το οποίο μπορεί να δημιουργήθηκε μετά από ένα χωρισμό, μια σχεδόν σχέση, ένα αθώο φλερτ που δεν εξελίχθηκε ή ακόμη και μέσα από μια φιλία. Και ενώ το βλέπεις ξεκάθαρα μπροστά σου ότι δεν οδηγεί πουθενά και ότι ο άνθρωπος που τόσο πολύ ποθείς δεν είναι συναισθηματικά διαθέσιμος, εσύ εκεί. Έχεις κάνει σημαία σου το «ο επιμένων νικά» και πορεύεσαι σε ένα δρόμο που δεν οδηγεί σε καμία λογική συνοχή. Τι και αν προσπάθησες να πνίξεις τον πόνο στο αλκοόλ, σε μια rebound σχέση, ή σε κάποια άλλη ασχολία, το μυαλό παραμένει εκεί, κολλημένο στο ίδιο σημείο. Σαν χαλασμένη κασέτα που όσο και να τη γυρνάς, πάντα σκαλώνει στα ίδια σημεία.
Πολλές φορές καταλήγουμε να δηλώνουμε έντονα ερωτευμένοι με ανθρώπους που δε ζήσαμε κάτι ουσιαστικό μαζί τους ή ακόμη με ανθρώπους που μας απέρριψαν. Δίχως ίχνος λογικής στις δηλώσεις αυτές, ουσιαστικά πείθουμε τον εαυτό μας ότι η απόρριψη δεν είναι το τέλος, ότι τελικά θα επιστρέψει πίσω ο άνθρωπος αυτός, ή ότι -ακόμη χειρότερα- απλά δεν εκδηλώνεται. Αν και θεωρείς τον εαυτό σου αρκετά λογικό στην καθημερινότητα, το μυαλό σου παίζει περίεργα παιχνίδια αψηφώντας ακόμη και τους βασικότερους κανόνες ανθρώπινης επικοινωνίας.
Ένας από τους κυριότερους λόγους που γίνεται αυτό, είναι επειδή κάθε τι δύσκολο ή κάθε τι που παιδεύει, ιντριγκάρει το μυαλό μας. Όπως ακριβώς ένας καλός γρίφος, που για να αξίζει και να σε κάνει να θες να του αφιερώσεις χρόνο, πρέπει να σου γεννήσει πρώτα την αμφιβολία ότι ίσως και να μην καταφέρεις να τον λύσεις. Όταν λοιπόν ένα άτομο δεν ενδίδει στο δικό σου ενδιαφέρον, αμέσως τσιγκλάει τη ματαιοδοξία και τον εγωισμό σου. Έτσι καταλήγουμε να επιμένουμε σε κάποιους ανθρώπους, όχι γιατί μας ενδιαφέρουν, αλλά επειδή δεν κατακτούνται εύκολα. Μοιάζει με εσωτερικό στοίχημα με τον εαυτό μας, με ένα βάζο με μπισκότα που βρίσκεται στο πάνω-πάνω ράφι και δεν μπορούμε να το φτάσουμε. Και κάπως έτσι καταλήγει ο έρωτας να παίρνει τη μορφή του στόχου. Πάμε και μεταβάλλουμε την αυτοεκτίμησή μας με μόνο παράγοντα την ανταπόκριση στον έρωτά που προσφέρουμε. Με λίγα λόγια, η κατάκτηση του «ακατόρθωτου», στα μάτια μας περιλαμβάνει και την αύξηση της δικής μας αξίας. Κάποιες φορές λοιπόν η γραμμή του εγωισμού μας δεν είναι τόσο ξεκάθαρη και θολώνει την κρίση και τις επιθυμίες μας. Μεγάλο τραύμα στον εγωισμό μας η άρνηση, για αυτό και κολλάμε.
Όμως υπάρχει και μια άλλη εκδοχή που εξηγεί γιατί κολλάμε με όποιους δεν μπορούμε να έχουμε. Ο πόνος της απόρριψης γίνεται εθιστικός, γίνεται ένα με τις βασικές μας ανάγκες. Και πες τώρα αλήθεια, υπάρχει κάτι πιο παράλογα ανθρώπινο από τον εθισμό στον πόνο; Κι όμως, όσο απίστευτο και αν ακούγεται οι πιθανότητες είναι πως το έχεις δει, το έχεις ζήσει, γνωρίζεις το συναίσθημα τόσο καλά που τα λογία μοιάζουν φτωχά να το περιγράψουν. Και εκτός από όσους το έχουν βιώσει μία φορά στις ζωές τους, υπάρχουν και οι άνθρωποι που κολλάνε συνεχώς στις «λάθος» επιλογές. Ακολουθούν ένα συγκεκριμένο μοτίβο επιλογών που με μαθηματική ακρίβεια τους οδηγεί σε επίπονα μονοπάτια και όσα κόκκινα σήματα και αν δουν στο δρόμο τους τα χαρακτηρίζουν ως «βαθιά πορτοκαλί» και προχωράνε. Βλέπεις, η συνεχής επιλογή ανθρώπων που δε δείχνουν ανταπόκριση, δεν μπορεί παρά εθιστική να χαρακτηριστεί. Για του λόγου το αληθές, η έρευνα της Helen Fisher και των συνεργατών της που δημοσιεύτηκε στο Journal of Neurophysiology, απέδειξε πως η ρομαντική απόρριψη που βιώνει κάποιος, διεγείρει τα τμήματα του εγκεφάλου του που έχουν σχέση με τον εθισμό, τον πόθο και την επιβράβευση. Έτσι καταλήγει ο ερωτικός πόθος να είναι ευθέως ανάλογος της ερωτικής απόρριψης που βιώνουμε από το άτομο που μας ενδιαφέρει, δυσκολεύοντας περισσότερο μια ήδη δύσκολη κατάσταση.
Ίσως πάλι απλά έχουμε γιγαντώσει στη δική μας φαντασία όλα όσα θα μπορούσαμε να είμαστε με το άτομο αυτό. Έχουμε ζήσει τόσο πολύ τον έρωτα μέσα στο δικό μας κεφάλι που η πιθανότητα να μη συμβεί στην πραγματική ζωή μας φαντάζει απλώς απίθανη. Σαν να βλέπουμε μια ταινία με δύο πρωταγωνιστές που τελικά δε συναντιούνται, παράλογο δεν είναι; Πλάθουμε τόσα υποθετικά σενάρια που ο άνθρωπος μοιάζει πιο πολύ με αποκύημα της φαντασίας μας, παρά με το ποιος πραγματικά είναι. Ίσως στην περίπτωση αυτή ο εθισμός να κρύβεται στη ζωή που ονειρεύτηκες να ζήσεις πλάι στον άνθρωπο αυτόν. Έτσι μάλλον εθιζόμαστε στο «τι θα μπορούσε να συμβεί» και όχι στο τι πραγματικά συμβαίνει. Εθιζόμαστε περισσότερο στην εικόνα του τσιγάρου που μπλέκεται στα δάχτυλά μας και λιγότερο στη νικοτίνη που αυτό τελικά θα μας προσφέρει.
Σίγουρα ο έρωτας δεν έρχεται στη ζωή σου για να χωρέσει σε κουτάκι και σίγουρα κανείς δεν μπορεί να καταλάβει πλήρως έναν έρωτα πέρα από αυτούς που τον ζουν. Υπάρχουν όμως και οι καταστάσεις που όσο και αν σε πονάνε, πρέπει, ως φόρο τιμής και αγάπης προς τον εαυτό σου, απλά να υποχωρήσεις. Να παραδεχτείς την ήττα σου. Ο έρωτας είναι ένα παιχνίδι που όποια στρατηγική και να κρατήσεις, θα σου κόβει την ανάσα σε κάθε επόμενη στροφή. Πώς περιμένεις όμως να νικήσεις αν δεν αρχίσεις να παίζεις σε πίστες που σου προσφέρουν αυτήν τη δυνατότητα;
Επιμέλεια κειμένου: Μαρία Ρουσσάκη