Ας υποθέσουμε πως είναι Παρασκευή. Δεν είναι, αλλά πού θα πάει, θα ξανάρθει. Ακόμα μια εβδομάδα, λοιπόν, έρχεται στο τέλος της κι όπως κάθε φορά φέρνει μαζί της και το, αγαπημένο σε όλους μας, Σαββατοκύριακο. Ένα σουκού για το οποίο οι περισσότεροι από μας ανυπομονούμε απ’ το βράδυ της περασμένης Κυριακής.
Στον ελεύθερο χρόνο μας, φυσικά, θα στριμώξουμε όσα περισσότερα μπορούμε∙ από δουλειές του σπιτιού κι εξωτερικές εκκρεμότητες, ψώνια, μέχρι καφέδες με φίλους, φαγητό με την οικογένεια, μποτέ, καμία ώρα γυμναστήριο και πάνω από όλα, θα φροντίσουμε να κοιμηθούμε περισσότερο.
Η αλήθεια είναι ότι οι έντονοι ρυθμοί της σύγχρονης ζωής μας κάποτε μπορεί να ‘ναι εξαντλητικοί. Τρέχουμε συνεχώς για να προλάβουμε τα επαγγελματικά μας, το σπίτι μας, την οικογένειά μας, τους φίλους και τις υποχρεώσεις μας, με αποτέλεσμα να ξεχνάμε ότι κάποτε πρέπει να ξεκουραστούμε. Κι όταν λέμε ξεκούραση, εννοούμε πλήρη αδράνεια.
Καμιά φορά, πριν εξαντληθούμε εντελώς, είναι απαραίτητο να σταματάμε κι απλά να αράζουμε. Είναι η ανάγκη μας για ανάσα κι ηρεμία και δεν υπάρχει τίποτα κακό σε αυτή, συνεπώς δε χρειάζεται να νιώθουμε ενοχές αν τύχει να περάσουμε ολόκληρο το ρεπό ή την Κυριακή μας φορώντας μόνο τις πιτζάμες μας όλη μέρα.
Φανταστείτε να προγραμματίσετε μια μέρα χωρίς πρόγραμμα! Να ξυπνήσετε ό,τι ώρα αποφασίσει ο οργανισμός σας, χωρίς τον ήχο από το ξυπνητήρι, γνωρίζοντας ότι δε χρειάζεται να κάνετε τίποτα, πως δε χρειάζεται να πάτε πουθενά. Να μείνετε ξαπλωμένοι στα ζεστά σεντόνια, χουχουλιάζοντας κάτω απ’ το πάπλωμα, ίσως απολαύσετε κι ένα πρόγευμα στο κρεβάτι. Να σηκωθείτε όποτε θελήσετε εσείς κι έτσι όπως είσαστε με τις πιτζάμες, να μετακινηθείτε απ’ το κρεβάτι στον καναπέ, παρέα με τον αχνιστό καφέ και την κουβέρτα σας, διαβάζοντας το βιβλίο ή τα περιοδικά σας με την ησυχία σας.
Πάρτε την απόφαση να μην μπείτε καθόλου στην κουζίνα, ούτε για δουλειές ούτε για να μαγειρέψετε, παραγγείλετε κάτι έτοιμο απ’ έξω κι αξιοποιήστε τον χρόνο που γλυτώσατε παρακολουθώντας ένα μαραθώνιο της αγαπημένης σας σειράς, καθώς θα αδειάζετε τα χάρτινα κουτάκια απ’ το κινέζικο. Βάλτε την αγαπημένη σας μουσική και κάντε ένα ζεστό, απολαυστικό, μπάνιο, χωρίς να βιάζεστε κι αφήστε τη μυρωδιά του αφρόλουτρου να σας ηρεμήσει. Αν είστε πιο ρομαντικοί, μπορείτε να ανάψετε και κανένα κεράκι, έτσι για την ατμόσφαιρα.
Μην κανονίσετε καμία συνάντηση με φίλους ή συγγενείς, έτσι ώστε αν νιώσετε την ανάγκη να μείνετε σπίτι μόνοι ή μόνο με το ταίρι σας, να μην είστε υποχρεωμένοι να ξεβολευτείτε για να βγείτε έξω. Το να μη βρεθείς μαζί με τους δικούς σου ανθρώπους μια μέρα δε σημαίνει ότι δεν τους νοιάζεσαι, μπορείς να τους δεις κάποια άλλη στιγμή, δε χάθηκαν οι ευκαιρίες. Ή ίσως, να μπορούν να ‘ρθουν εκείνοι απ’ το σπίτι, αν τελικά νιώσεις την ανάγκη για συντροφιά και κουβέντα, αν κι ένας εσωτερικός διάλογος με τον εαυτό μας πού και πού χρειάζεται.
Βέβαια, θα μου πείτε, οι δουλειές δε θα γίνουν από μόνες τους, και μια Κυριακή που έχουμε ελεύθερη δε θα την περάσουμε κλεισμένοι στους τέσσερις τοίχους, κι έχετε δίκαιο. Ακριβώς, όμως, επειδή μια τέτοια Κυριακή, που κατεβάζουμε τους διακόπτες, την θέλουμε μόνο μία στο τόσο, καλό θα ήταν όταν μας έρχεται αυτή η διάθεση να την ζούμε κιόλας, γιατί όλοι μας κάποτε θέλουμε απλά να χαλαρώσουμε. Δε χάθηκε ο κόσμος αν αφήσουμε το σφουγγάρισμα για την επόμενη μέρα και δε θα πειράξει κανέναν αν δε μαγειρέψουμε ψητό με πατάτες στο φούρνο. Επίσης, κανένας φίλος δε θα κάνει μούτρα αν για μια φορά επιλέξαμε την τηλεόρασή μας αντί τον καφέ που μας πρότεινε.
Συνεπώς, το να θελήσουμε αραιά και πού μια ημέρα μόνο δική μας και να την αξιοποιήσουμε όπως θέλουμε εμείς, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει ότι δε θα κάνουμε απολύτως τίποτα, δεν είναι κάτι για το οποίο θα πρέπει να νιώσουμε άσχημα ή να δεχθούμε κριτική. Ο οργανισμός μας κάποτε χρειάζεται πλήρης φόρτωση, κι ο τρόπος για να γίνει αυτό είναι να τον αφήσουμε να γεμίσει τις μπαταρίες σου.
Άρα αν μια Κυριακή με πάρετε τηλέφωνο με σκοπό να κανονίσουμε κάτι και σας πω πως δεν μπορώ, γιατί είμαι απασχολημένη, να ξέρετε ότι μπορεί να ‘μαι απασχολημένη χαλαρώνοντας στον καναπέ, με τις πιτζάμες και τον καφέ μου.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη