Απ’ όλα τα κείμενα της Μαλβίνας που κυκλοφορούν, μια φράση της έχει μείνει τόσο έντονα στο μυαλό μου: «Υποπτεύομαι βαθύτατα, όσους διαφημίζουν την ευτυχία τους.»
Τα τελευταία χρόνια με την έλευση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης στην καθημερινότητά μας, νιώθουμε την ανάγκη να ανεβάζουμε στιγμές μας σε αυτά. Διακοπές, ξενύχτια, προτάσεις γάμου, ηλιοβασιλέματα, ορκωμοσίες, γενέθλια, γεννήσεις και κάθε άλλη στιγμή που μας κάνει το κλικ, ανεβαίνει για να πάρει like. Σαν να έχει γίνει σκοπός της ζωής μας, να αποδείξουμε ότι είμαστε πάντα ευτυχισμένοι. Κάτι που φυσικά, δεν είναι δυνατό, αφού η ζωή έχει και τις άσχημες στιγμές της. Ωστόσο, εμείς θέλουμε να κερδίσουμε στον διαγωνισμό ευτυχίας που στήσαμε μόνοι μας.
Πόσες όμως απ’ αυτές τις στιγμές, ήμασταν πραγματικά παρόντες; Τι μας οδηγεί στο αυτόματο ποστάρισμα, αντί να ρουφήξουμε κάθε δευτερόλεπτο μιας στιγμής και στην αποθήκευσή της στον σκληρό δίσκο του μυαλού μας; Ίσως, η ανάγκη προβολής μας, ίσως πάλι είναι πιο αθώο και να προκύπτει από την ανάγκη μας να μοιραστούμε τη χαρά μας. Αλλά, ας σκεφτούμε τις στιγμές που ήμασταν αληθινά ευτυχισμένοι: πότε μετρήσαμε πόσα likes πήραν;
Αν σκεφτούμε στιγμές που μας έκαναν πραγματικά να νιώθουμε ευτυχισμένοι -με όλη την εύθραυστη σημασία της λέξης- δε θα βρούμε πουθενά δίπλα τους ένα κινητό. Όπως η πρώτη φορά που κράτησες αγκαλιά το ανιψάκι σου και κατάλαβες ότι υπάρχει αγάπη που ούτε είχες φανταστεί, ή εκείνο το καλοκαιρινό βραδάκι που ξαναβρέθηκες σε συναυλία με την κολλητή ή τον κολλητό που είχατε ψυχρανθεί και η αγκαλιά σας ήταν σαν να γέμισε τους μήνες που περάσατε χωρίς να μιλάτε, ή και τότε, που σου ανακοινώθηκε ότι παίρνεις την προαγωγή ή την αύξηση που τόσο κουράστηκες για να τα καταφέρεις, η στιγμή που επιτέλους ξύπνησες δίπλα στον άνθρωπο που ήταν συνέχεια στο μυαλό σου, το μεσημέρι που το οικογενειακό τραπέζι ήταν μια γιορτή κι ας ήταν απλά μια καθημερινή μέσα στην εβδομάδα, εκείνο το ηλιοβασίλεμα στην παραλία με μπίρες κι άμμο στα πόδια που πήρε όλη την κούραση του χειμώνα μακριά, το βράδυ σε μια παραλία με τσιμεντένια προβλήτα ανακάλυψες ένα απ’ τα αγαπημένα σου μέρη, όχι επειδή το τοπίο ήταν ινσταγκραμικό, αλλά επειδή εσύ ένιωθες πλήρης.
Τις πιο όμορφες στιγμές μας, τις ζήσαμε με τους ανθρώπους που αγαπάμε χωρίς να τις δει κανένας, τις κάναμε κατάδικές μας χωρίς να χρειαστεί καμία επιβεβαίωση επιτυχίας από likes και καρδούλες του Instagram. Δεν έγιναν ιστορία για 24 ώρες, ούτε δημοσίευση που θα προσπεράσουν οι «φίλοι» μας. Πήραν όμως καρδούλα απ’ τους συμμετέχοντες σε αυτή και δημιούργησαν μια ανάμνηση που θα συνοδεύει τη ζωή μας.
Δεν είμαι κατά των social media, είμαι κατά της επίπλαστης ευτυχίας που προβάλλουν και μας έχουν κάνει να ξεχνάμε ότι οι στιγμές είναι αυτές που έχουν αξία κι όχι το πόσο δημοφιλείς είμαστε στα social. Δε χρειάζεται κανένας να μας επιβραβεύσει για το πόσο γ@μάτη ζωή ζούμε, αρκεί να ζούμε στιγμές που μας ταιριάζουν και κάνουν τα μάτια μας να λάμπουν από χαρά, να φέρνουν ένα τεράστιο χαμόγελο στα χείλη μας και να μπορούμε να ανατρέχουμε σε αυτές στο άλμπουμ του μυαλού μας. Κι έτσι, όταν τα πράγματα δεν είναι τόσο καλά, να χαμογελάσουμε και πάλι απ’ την ανάμνησή τους.
Εύχομαι το 2024 να ζήσουμε στιγμές, που θα μας κάνουν να ξεχάσουμε ακόμα και να βγάλουμε φωτογραφία. Αλλά, αν πάλι θελήσετε να τις ανεβάσετε, εγώ θα σας κάνω καρδούλα. Το υπόσχομαι.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου