Βαρέθηκα τους χλιαρούς έρωτες. Αυτούς τους μικρούς ενθουσιασμούς που σου δημιουργούν την ψευδαίσθηση ότι βιώνεις τον απόλυτο έρωτα. Κάθε φορά τα ίδια. Δήθεν ερωτευμένοι ξανά και ξανά χωρισμένοι, έχοντας κάθε φορά στο τέλος την ίδια αίσθηση του μισού, του ανολοκλήρωτου.
Σε κάθε ιστορία βίωνα τις ίδιες περιορισμένες στιγμές ευτυχίας κι «έρωτα». Ανέκαθεν μου την έδινε ο περιορισμός. Τώρα θα μου πεις κι εσύ «Τι σε περιόριζε, πουλάκι μου;» . Με περιόριζε η καθημερινότητα, οι εντάσεις της κι οι υποχρεώσεις της. Το ότι έπρεπε το καθετί να το κάνεις με πρόγραμμα, συγκεκριμένες ώρες, συγκεκριμένα πράγματα, συγκεκριμένες καταστάσεις.
Δεν μπορούμε να ζήσουμε τον έρωτα στο μεγαλείο του, το κάθε λεπτό του, να χορτάσουμε τον άλλον. Να μπορούμε να τα παρατήσουμε όλα και να ζήσουμε αυτές τις πολυπόθητες στιγμές έρωτα, χωρίς να μας περιορίζει το παραμικρό. Αυτό αξίζει. Γιατί, τι να σου κάνουν κάτι στριμωγμένες ώρες κάποια βράδια τις καθημερινές και μια ελεύθερη Κυριακή;
Εγώ θέλω να ζήσω τον έρωτα στα άκρα, να τον νιώσω στο πετσί μου. Όλο μου το «είναι» να σπαρταράει μπροστά στο απόλυτο. Να ερωτευτώ παράφορα, έστω και για τρεις μήνες κι ας χάσω τον εαυτό μου. Να μην πατάω στη σχολή, να κλείσω κινητά, υπολογιστές, να χαθώ από παντού, να το ζήσω στο φουλ του.
Κάθε βράδυ να κοιμάμαι και να ξυπνάω μαζί του, να είμαστε αυτοκόλλητοι εραστές. Να νιώθω κάθε μέρα τη σάρκα του, το πάθος μας να ενώνεται. Να μάθω όλες εκείνες τις λεπτομέρειες σε κάθε χιλιοστό του κορμιού του. Να μη χορταίνουμε ο ένας τον άλλον.
Να γαντζώνομαι πάνω του και να βρίσκομαι συνέχεια στην αγκαλιά του. Να μη μας νοιάζει που θα μας ψάχνουν. Ας βαράνε οι φίλοι μας τα κουδούνια, ας ακούνε τα γέλια μας από μέσα. Εμείς δε θα ανοίγουμε σε κανέναν, θα είμαστε οι δυο μας και μόνο για μας.
Τα βράδια που θα μας πνίγει το σπίτι να βγαίνουμε βόλτα στην παραλιακή, να περπατάμε χέρι-χέρι κι απ’ το άλλο να κρατάμε από μια παγωμένη μπίρα και να αναλύουμε κάθε μας σκέψη, κάθε μας τρέλα, κάθε μας βίωμα πριν να συναντηθούμε.
Κι έτσι ξαφνικά, ένα πρωινό να βάλουμε δυο ρούχα σ’ ένα σάκο να πάρουμε το αυτοκίνητο κι ακούγοντας τις αγαπημένες μας μουσικές, να φύγουμε χωρίς να δώσουμε λογαριασμό σε κανέναν, χωρίς συγκεκριμένο προορισμό. Να αράξουμε στο μέρος που θα μας αρέσει περισσότερο, κάπου ερημικά, να βρούμε το δικό μας λιμάνι.
Έναν τέτοιον έρωτα θέλω, απρόβλεπτο μοναδικό. Δε με νοιάζει αν χάσω το μυαλό μου, ούτε αν είναι απότομη η προσγείωση. Μου αρκεί που θα είναι μοναδική η εμπειρία της απογείωσης. Που θα έχω γευτεί το απόλυτο και ας έχει ημερομηνία λήξης. Θα μου αρκεί που το έζησα, το ένιωσα και τώρα θα ξέρω πώς είναι να παραδίνεσαι στο έρωτα χωρίς περιορισμούς κι όρια. Άνευ όρων, μωρό μου.
Επιμέλεια Κειμένου Μαρίας Παπαϊωάννου: Πωλίνα Πανέρη