Αυτή είναι η ιστορία της Σοφίας.
«Δυο έρωτες στιγματίζουν τη ζωή ενός ανθρώπου: αυτός που τον πλήγωσε περισσότερο κι εκείνος ο αμούστακος, που έκανε την καρδιά του να πεταρίσει για πρώτη φορά. Στη δική μου ιστορία, και οι δυο είχαν το ίδιο πρόσωπο.
Με τον Νίκο, εκτός απʼ την γειτονιά, μοιραζόμασταν και το θρανίο για περίπου έξι χρόνια. Τα μάτια μου πέταξαν καρδούλες τη μέρα που μου χάρισε τʼ αγαπημένο του μολύβι, για να μη με κατσαδιάσει η δασκάλα, επειδή είχα ξεχάσει το δικό μου για πολλοστή φορά.
Εκείνα τα χρόνια, αγόρια-κορίτσια ήμασταν χωρισμένα σε στρατόπεδα, και μια ερωτική εξομολόγηση στον εχθρό θα με καταδίκαζε σʼ αποκλεισμό απʼ τις κοριτσίστικες παρέες. Αποφάσισα, λοιπόν, να τον αφήσω να το καταλάβει μόνος του, αφήνοντάς τον νʼ αντιγράφει στα διαγωνίσματα και λύνοντάς του τις ασκήσεις. Χαμπάρι δεν πήρε κι αναγκάστηκα να παραιτηθώ δια παντός απʼ τʼ όνειρο, όταν οι δρόμοι μας στο γυμνάσιο χώρισαν.
Τα παιχνίδια στη γειτονιά αραίωναν καθώς οι σχολικές υποχρεώσεις αυξάνονταν, και καταλήξαμε να λέμε ένα τυπικό «γεια» όταν συναντιόμασταν τυχαία καμιά φορά. Τα χρόνια πέρασαν, αποφοίτησα απʼ το λύκειο και χαθήκαμε εντελώς με την εισαγωγή μου στο πανεπιστήμιο.
Το καλοκαίρι που ξεμπέρδεψα με την εξεταστική του τρίτου έτους, ήρθε στο Facebook ένα μήνυμα από μια παλιά μου συμμαθήτρια, που με καλούσε στο reunion party της τάξης μας. Δέχτηκα με χαρά, γιατί αφενός μʼ έτρωγε η περιέργεια να δω την εξέλιξη των παιδικών μου φίλων, αφετέρου ήταν η μοναδική ευκαιρία να συναντήσω τον Νίκο.
Έτσι, ένα ωραίο βράδυ Κυριακής μαζευτήκαμε, μέσα σε νοσταλγικό κλίμα, σʼ ένα συνοικιακό μπαράκι της περιοχής. Μισή ώρα είχε περάσει κι η απαρτία δεν έλεγε να συμπληρωθεί. Εκεί που αποκαρδιωμένη κατέβαζα το τρίτο ποτό, τον είδα να περνάει την πόρτα του μαγαζιού. Για τουλάχιστον 30 δευτερόλεπτα είχα μείνει με το στόμα ανοιχτό, να τον χαζεύω. Ο Νίκος είχε μεγαλώσει κι είχε εξελιχθεί από γλυκό αγόρι σʼ έναν πραγματικά γοητευτικό άντρα.
Περάσαμε όλο το βράδυ γελώντας μʼ αστείες αναμνήσεις απʼ το σχολείο και σκηνικά που είχαν μείνει αξέχαστα. Λίγο τα γέλια, λίγο το αλκοόλ που είχε αρχίσει να με βαράει κατακέφαλα, του ξεφούρνισα πως πιτσιρίκα βίωνα μεγάλη καψούρα μαζί του. Εκείνος χαμογέλασε, μου χάιδεψε το μάγουλο κι άλλαξε θέμα συζήτησης. Κατάπια το άκυρο και συνέχισα να παριστάνω την άνετη και ακομπλεξάριστη.
Η ώρα ήταν περασμένη κι εγώ είχα αρχίσει να νυστάζω. Τα παιδιά είχαν σκοπό να το ξημερώσουν κι έτσι έπρεπε να τους καληνυχτίσω. Ο Νίκος προθυμοποιήθηκε να με γυρίσει στο σπίτι κι εννοείται πως δέχτηκα. Σʼ όλη τη διαδρομή δε σταμάτησε να μου υπενθυμίζει πόσο ωραία περνούσαμε μαζί και παραδέχτηκε πως του είχα λείψει. Φτάσαμε σπίτι κι εκεί που πήγα να τον φιλήσω στο μάγουλο για καληνύχτα, με τράβηξε πάνω του και με κέρασε το πιο παθιασμένο φιλί της ζωής μου.
«Καληνύχτα, Σοφάκι» μου είπε κι έφυγε σα να μη συνέβη τίποτα. Με δυσκολία συντόνισα τα πόδια μου, που έτρεμαν από την υπερένταση κι ανέβηκα τα σκαλοπάτια της πολυκατοικίας. Μάτι δεν έκλεισα εκείνο το βράδυ, καθώς προσπαθούσα νʼ αναλύσω την αψυχολόγητη κίνηση του Νίκου.
Για καλή μου τύχη, ένα μήνυμά του την επόμενη ημέρα ήρθε για να με βγάλει απʼ το αδιέξοδο. «Στις 9 εγώ κι εσύ ραντεβού. Θα περιμένω ακριβώς από κάτω», ήταν το τελεσίγραφο. Έβαλα τα δυνατά μου να καλύψω τους μαύρους κύκλους της ντροπής και στις 9 ακριβώς κατέβηκα, στολισμένος επιτάφιος, για να τον συναντήσω.
Το πρώτο ραντεβού στέφθηκε με επιτυχία όπως και τα επόμενα, και γίναμε ζευγάρι. Όταν ο έρωτας μας συμπλήρωσε το τέταρτο έτος στα Ηλύσια Πεδία της ευτυχίας, αποφασίσαμε να το πάμε λίγο πιο σοβαρά. Η ανακοίνωση του αρραβώνα μας για τις 17 Σεπτεμβρίου, βρήκε τις δυο οικογένειες απόλυτα σύμφωνες και πώς αλλιώς, αφού κι οι ίδιοι έκαναν στα κρυφά σχέδια, να μας ενώσουν μια μέρα με τα δεσμά του γάμου.
Η συμπεριφορά του Νίκου, όμως, απ’ τον αρραβώνα κι ύστερα άλλαζε από το κακό στο χειρότερο. Ήταν μονίμως αφηρημένος και χαμένος σε σκέψεις, που δε μοιραζόταν με κανέναν. Το σεξ γινόταν με το σταγονόμετρο, κι εμένα το μυαλό μου είχε αρχίσει να παίρνει περίεργες στροφές. Η ύπαρξη ενός τρίτου προσώπου στη ζωή του είχε αρχίσει να φλερτάρει με την υπομονή μου και η σιωπή του δε βοηθούσε καθόλου τα πράγματα.
Έδωσα ένα μήνα περιθώριο σʼαυτό το παιχνίδι της βουβαμάρας, ώσπου ένα βράδυ η ανοχή μου χτύπησε κόκκινο και του επιτέθηκα με το χειρότερο τρόπο. Εκείνος λύγισε και ξέσπασε σε κλάματα. Η αποκάλυψη του μυστικού του έσκασε σαν βόμβα στʼ αυτιά μου και λίγο έλειψε να σωριαστώ στο πάτωμα.
Πριν κάποια χρόνια, όταν πήγαινε Λύκειο ακόμα, είχε δημιουργήσει έναν δεσμό με κάποιο αγόρι. Κατάφερε να κρατήσει τη σχέση κρυφή απʼ τους γονείς του για περίπου πέντε χρόνια, αλλά για κακή του τύχη κάποιος φρόντισε να το μάθουν. Η σοκαριστική είδηση της σχέσης του, τους έφτασε στο σημείο, να τον απειλήσουν με οριστική διακοπή χρηματοδότησης των σπουδών του. Μικρό παιδί καθώς ήταν, δεν μπόρεσε να φέρει αντίρρηση και δέχτηκε να δώσει τέλος σʼ αυτή τη σχέση.
Η εξομολόγησή μου στο party τον έκανε να σκεφτεί το ενδεχόμενο μιας σχέσης μαζί μου. Η παιδική φιλία που είχαμε μοιραστεί, έδινε μια καλή βάση για να πετύχει και σίγουρα θα την επιδοκίμαζαν οι γονείς του. Όταν όμως τα πράγματα άρχιζαν να παίρνουν πιο σοβαρή τροπή, το άγχος μιας οικογένειας με παιδιά είχε αρχίσει να τον αγχώνει. Ένιωθε να πιέζεται και να αισθάνεται άσχημα απέναντί μου. Ναι, με αγαπούσε σαν άνθρωπο αλλά ερωτευμένος δεν υπήρξε ποτέ, ούτε θα μπορούσε στο μέλλον. Δεν άντεχε να με κοροϊδεύει άλλο και να προσποιείται, από τη στιγμή που του είχα φερθεί με τόση καλοσύνη.
Δεν ήξερα για ποιο πράγμα έπρεπε να πονέσω εκείνη τη στιγμή. Για το ότι ο άνθρωπός μου δεν ήταν ποτέ δικός μου; Για την αλήθεια που μου έκρυβε τόσα χρόνια ή γιʼ αυτόν που δεν μπορούσε να ζήσει όπως ήθελε;
Μάζεψα τα πράγματά μου κι εξαφανίστηκα για δέκα μέρες. Όταν καθάρισαν οι σκέψεις μου απʼ τον θυμό και την απογοήτευση, ήξερα ακριβώς τι έπρεπε να κάνω. Θα τον βοηθούσα να κερδίσει τη ζωή που έχασε, έστω κι αν αυτό γινόταν εις βάρος μου.
Πήγαμε στους δικούς του, για νʼ ανακοινώσουμε την απόφαση μας να χωρίσουμε και να υπερασπιστώ, με τη σειρά μου, το δικαίωμα του Νίκου να είναι με τον άνθρωπο που αγαπούσε. Ο καβγάς που στήθηκε ήταν άνευ προηγουμένου. Αρνήθηκαν τα πάντα. Είπαν πως ο γιος τους ουδέποτε είχε σχέση μʼ άντρα και πως όλα όσα μου διηγήθηκε, ήταν απόρροια της ψυχολογικής του αστάθειας. Με λίγα λόγια τον βάφτισαν τρελό, εμένα χυδαία και μας πέταξαν έξω απʼ το σπίτι.
Την ίδια κιόλας μέρα εγκαταλείψαμε το διαμέρισμα που μέναμε και πήγαμε Αθήνα, για να βρούμε την πρώην σχέση του Νίκου. Έπειτα από ατέλειωτες συζητήσεις και μεγάλη προσπάθεια, τα ξαναβρήκαν και τώρα, απʼ όσο γνωρίζω, συγκατοικούν κάπου στα νότια προάστια.
Δε τόλμησα να γυρίσω πίσω από εκείνη τη μέρα. Βρήκα δουλειά στην πρωτεύουσα και πλέον έχω εγκατασταθεί μόνιμα. Ο κόσμος συνεχίζει να πιστεύει, πως με τον Νίκο είμαστε ακόμα μαζί και τόσο οι δικοί μου, όσο κι οι δικοί του γνεύουν συγκαταβατικά το κεφάλι, για να μη διαρρεύσει η «ντροπή».
Για πολύ καιρό η ψυχολογική μου κατάσταση και το ηθικό βρίσκονταν σε κακό χάλι. Ένιωθα ότι οι καταστάσεις μʼ είχαν γεράσει πριν την ώρα μου κι είχα παραιτηθεί απ’ την ελπίδα πως θα ξαναερωτευτώ. Και πώς να μη νιώθω έτσι δηλαδή, όταν είχα φτάσει ένα βήμα πριν την πηγή της ευτυχίας και την είδα να γκρεμίζεται μέσα σʼ ένα βράδυ.
Ένα βράδυ που χάζευα στον υπολογιστή, έπεσε το μάτι μου σʼ ένα άρθρο του Pillowfights.gr. Έλεγε, λοιπόν, κάπου μια κοπέλα, πως ο έρωτας σε περιμένει κάπου εκεί έξω παρκαρισμένος, και τη στιγμή που δεν το περιμένεις, έρχεται χωρίς προειδοποίηση και σου κορνάρει. Κι αυτές οι λίγες γραμμές μʼ έκαναν να σκεφτώ πως έχει δίκιο και πήρα δύναμη απʼ αυτή την αισιόδοξη σκέψη. Κάπου υπάρχει ένας άνθρωπος που περιμένει να μʼ αγαπήσει και να τον αγαπήσω κι εγώ. Ελπίζω να τον βρω σύντομα.»
Ήταν η ιστορία της Σοφίας για τη στήλη Yourstories Reloaded. Στείλε κι εσύ την ιστορία σου εδώ.