Γράφει η Κατερίνα.

 

Η αλήθεια είναι γυμνή και δε φορά πανωφόρι. Έτσι της αρμόζει, χωρίς ένα στοιχείο να μπορεί να τη σκεπάσει, να την κουκουλώσει και να την αλλάξει. Νιώθεις, γαλήνη, ηρεμία κι ανακούφιση. Σαν ένα φορτίο να μετατοπίστηκε από σένα και να βρήκε επιτέλους τον σωστό παραλήπτη. Έτσι ακριβώς ένιωσα εκείνη την ημέρα. Σου έδωσα το πρόβλημά μου, έγινε δικό σου πλέον. Σου το χάρισα και μου είναι άγνωστο ποια θα είναι η δική σου μεταχείριση. Μπορείς να το πετάξεις ή να το κρατήσεις. Είναι, όμως, δικό σου, κρίνε ανάλογα και πράξε.

Είχες θυμώσει, ήσουν εριστικός κι η ατμόσφαιρα ήταν αρκετά φορτισμένη. Δεν μπορούσε να γίνει ένας πολιτισμένος διάλογος. Μόνο να ειπωθούν λόγια που πληγώνουν. Πρώτη φορά σε είδα έτσι κι ομολογώ πως ήσουν γοητευτικός. Δε με ενόχλησε που είδα μια ακόμη πλευρά του χαρακτήρα σου, που μέχρι τότε δεν είχα ξαναδεί. Σε αποδέχτηκα με τον θυμό και τα νεύρα σου να έχουν συννεφιάσει το πρόσωπό σου.

Δεν κατάλαβες καθόλου, σε όλες αυτές μας τις στιγμές, τη δική μου επιθυμία. Δεν κατάλαβες πως όλη αυτή η κατάσταση που ζούσαμε ήταν δικά σου «θέλω». Δε μου άρεσε, αλλά δεν ήθελα να σε αφήσω. Συμβιβάστηκα, έκλεισα τον διακόπτη στις δεύτερες σκέψεις και το ζούσα. Δεν είχα απαιτήσεις, προσδοκίες κι επιθυμίες. Ήξερα ότι ήταν μόνο αυτό και με έκανε ευτυχισμένη.

Υπήρχαν όμως φορές που αυτές οι σκέψεις γινόντουσαν επιθυμία και δίχως να το θέλω σε αναζητούσα. Πάλεψα να το διαχειριστώ, να πείσω τον εαυτό μου για όλο αυτό που γινόταν. Εσύ ερχόσουν κι έφευγες σαν επισκέπτης στη ζωή μου. Μου έδινες χαρά, ενέργεια και δύναμη να δημιουργήσω. Με το λίγο σου, γέμιζα τα μέσα μου κι αντιμετώπιζα την καθημερινότητά μου. Ποτέ δεν είχα την πρόθεση να υποκριθώ.

Ήμουν εκεί, δεν πήρα ούτε μία απουσία στη ζωή σου. Ούτε ήμουν εκδικητική. Ο άνθρωπος που θέλει να εκδικηθεί δεν υποχωρεί και δε συμβιβάζεται με μονόπλευρο ενδιαφέρον. Είναι μια πτυχή αγάπης, που θέλεις, υπομένεις κι εθελοτυφλείς πιστεύοντας να αλλάξει.

Όλη αυτή η κατάσταση ήταν αυτή που ήθελες εσύ. Ήξερα. όμως, πως αυτή η σχέση είχε  ημερομηνία λήξης. Δε θα μπορούσα να το αφήσω να συνεχιστεί, οδηγούσε κατευθείαν στην καταστροφή. Δεν ήθελα να καταστραφώ, δεν ήθελα να ξανανοίξω πληγές, που είδα κι έπαθα να κλείσω. Πολλές φορές μου θύμισες προηγούμενες ιστορίες, αλλά πάντα πίστευα ότι όλα τα δάχτυλα ποτέ δεν είναι ίδια. Αυτός ήταν κι ο λόγος που το προσπαθούσα.

Δεν έχεις λόγο να θυμώνεις, να κρατάς κακία. Δεν έχεις ούτε το λόγο να αισθάνεσαι προσβολή. Σε αποδέχτηκα όπως είσαι, με τα ελαττώματα και τα προτερήματά σου και δεν είχα σκοπό να αλλάξω ούτε μια τρίχα απ’ τα μαλλιά σου. Δεν μπόρεσα να δεχτώ τη δικαιολογία σου. Ήταν αυτό που δεν μπορούσες να κατανοήσεις, η επιθυμία σου. Ένιωσα άσχημα που το πήρες λάθος κι όσες φορές και να σου το εξήγησα, είχες παραμείνει στο ίδιο σημείο.

Μωρό μου, δεν κατάλαβες ποτέ πως ξεγύμνωσα την ψυχή μου σε σένα και την οικειότητα που ένιωθα μαζί σου δεν τη χωρούσε η λογική. Ήταν κι η δική σου ψυχή που ξεγυμνώθηκε, έστω και λίγο, στις τόσες συναντήσεις μας. Για ποια ντροπή μου μιλάς; Που η αγκαλιά μου, ο προσωπικός μου χώρος, είχε γίνει και δική σου;

Ό,τι είχα –υλικό κι άυλο– ήταν αυτομάτως και δικό σου. Ποτέ μου δε δυσανασχέτησα για ό,τι μου ζητούσες ούτε και περίμενα να μου το επιστρέψεις. Έχω μάθει να δίνω χωρίς να περιμένω αντάλλαγμα κι αυτός ήταν ο λόγος που δεν αντιδρούσα στις απαιτήσεις σου. Ήμουν πάντα εκεί, πρόθυμη και γλυκιά, να σου δώσω ό,τι θες χωρίς δεύτερη κουβέντα.

Μετά από όλα αυτά που ζήσαμε, ένιωσες στο τέλος άσχημα; Πώς να το χωρέσει ο νους μου, πώς να πιστέψει στην κουβέντα που ξεφούρνισες μπροστά μου. Πώς να δω την απουσία σου και πώς να σκεπάσω την αλήθεια. Ναι, αυτό το γνωρίζεις καλά, αν ήθελες θα ήσουν εδώ.

Δεν είμαι μικροπρεπής, ήθελα όλα να τα μοιραστώ μαζί σου, αλλά, σε παρακαλώ, όχι παραμύθια. Τα έζησα στο παρελθόν, ξέρεις, γνωρίζεις, μην τα επαναλαμβάνεις κι εσύ. Σε ξεχώρισα, δε θέλω να πιστέψω ότι ήσουν κι εσύ ένας απ’ τους πολλούς.

Ως εδώ άντεξα, αγάπη μου, να μείνω και να παλέψω. Τα όριά μου κι οι αντοχές μου έχουν στενέψει. Είναι τα βιώματά μου που με έχουν σκληρύνει και δεν μπορώ να με κοροϊδεύω. Δεν μπορώ να μου χαϊδεύω τα αφτιά και να τρέφω ανόητες ελπίδες. Ίσως σε μια άλλη εποχή να το έκανα, πλέον δεν μπορώ.

Εδώ μπαίνει ο δικός μας επίλογος, αυτός που θα έπρεπε να είχε ειπωθεί εκείνη τη φορά. Εκείνη τη μέρα που σε κοίταξα για τελευταία φορά. Κοντοστάθηκα στην πόρτα για να σε δω. Ήξερα πως ήταν το τέλος, αλλά ήθελα μια φορά να απολαύσω την εικόνα σου. Το έκανα με απόλυτη ηρεμία. Έτσι έφυγα, σιωπηλή, όπως και τώρα με τη σιωπή μου σε χαιρετώ.

Άλλη ζωή η δική σου, άλλη η δική μου. Σε φιλώ!

Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη