Γράφει η Μ.
Τελευταία έχω την ανάγκη να πω την ιστορία μας, να τη μάθουν κι άλλοι, να την ακούσω κι εγώ δυνατά για να βεβαιωθώ πως οι πράξεις μου ήταν δικαιολογημένες κι ας έγιναν με λάθος τρόπο. Για εσένα είμαι εγώ ο δράκος του παραμυθιού και για εμένα είσαι ο κακός όλων των παραμυθιών του κόσμου.
Ξεκινήσαμε την ιστορία αυτή όντας και οι δυο νέοι, άπειροι από ευθύνες κι υποχρεώσεις. Περνούσαμε καλά, χωρίς πολλά πολλά. Προσπαθούσαμε αμφότεροι να ξεπεράσουμε τους πρώην, να τους εκδικηθούμε βασικά, δείχνοντας πως έχουμε προχωρήσει, αλλά δεν πολυθέλαμε ο ένας τον άλλον πραγματικά. Κάτι έπαιρνε ο καθένας από τον άλλον και πορευόμασταν σε αυτή τη σχέση εξάρτησης, σε αυτή τη σχέση που τα συναισθήματα πως νομίζαμε πως είχαμε ο ένας για τον άλλον, ήταν απλώς παιχνίδια του μυαλού, του υποσυνείδητου και του συνειδητού για να μας κάνουν να πιστέψουμε πως τώρα είμαστε καλά.
Κι έρχεται το πρώτο μας παιδί τυχαία, απρόσμενα. Εγώ από τη μια να σε παρακαλάω να αναλάβεις τις ευθύνες σου, από την άλλη να θέλω κι εγώ να ζήσω τη ζωούλα μου, εκείνη που με φοβερούς ελιγμούς ήλεγχαν άλλοι για εμένα και συνέχισαν να το κάνουν για χρόνια. «Να παντρευτείτε, να αναγνωρίσει το παιδί, να γίνεται οικογένεια», μας λέγανε και κάποια στιγμή ενδώσαμε. Τόσες φορές που τα ακούσαμε όλα αυτά, εντυπώθηκε μέσα μας. Είπαμε δεν μπορεί, κάτι θα ξέρουν οι άλλοι καλύτερα από εμάς για να λένε όλοι το ίδιο.
Και γίναμε όντως οικογένεια. Μα το ξέρω και το ξέρεις ή μάλλον το ξέραμε από τότε πως εμείς οι δυο δεν ήταν γραφτό να είμαστε μαζί, δεν έπρεπε. Το μεταξύ μας ήταν αποτέλεσμα και τέχνασμα άλλων, ήταν το δικό τους σπρώξιμο, έμμεσο ή άμεσο, που μας έκανε να πέσουμε ο ένας πάνω στον άλλον.
Πήγαμε από εδώ, πήγαμε από εκεί. Γυρίσαμε την Ελλάδα, κάναμε άλλα δυο παιδιά, αλλάξαμε 1000+1 δουλειές, αλλά δε μας καθόταν. Δεν τις θέλαμε αυτές τις ευθύνες που είχαμε δημιουργήσει. Τις ευθύνες που μας βάλανε οι άλλοι να δημιουργήσουμε για εμάς, χωρίς να τις επιθυμούμε. Εγώ να θέλω μια άνετη ζωή, ξέγνοιαστη που πότε δεν είχα, μια ζωή που την ελέγχω εγώ κι όχι οι άλλοι. Κι εσύ να ζεις στον γαλαξία σου, στον οποίο δεν υπάρχουν λέξεις όπως ευθύνη, υποχρέωση, συνέπεια, ανησυχία, αφοσίωση.
Και σαν να μη μας έφταναν όλα αυτά, σκέφτηκες πως το να πας με άλλη ήταν αυτό που μας έλειπε. Ωστόσο, στο δίνω. Δίκιο είχες! Αυτό ήταν το ξύπνημα που χρειαζόμουν κι ας έκλεισα το ξυπνητήρι μετά από χρόνια. Βλέπεις, είπα πως σε συγχώρησα, αλλά είπα ψέμματα. Σε εσένα, στους άλλους, στα παιδιά, σε εμένα. Κάτι μέσα μου με έτρωγε από τότε, μια φωτιά μέσα μου έκαιγε.
Μιας και τα κάλλη αλλά και ο γεωγραφικός χώρος της Ελλάδας, όμως, δε μας έφτασε, θεωρήσαμε πρέπων να ζήσουμε το «παραμύθι» μας και στο εξωτερικό. Να πάρουμε παιδιά, σκυλιά, γατιά και να ξενιτευτούμε για «μια καλύτερη ζωή». Και το ζήσαμε το παραμύθι, για λίγο, αλλά το ζήσαμε. Όμως, ξέρεις, δεν άντεξα! Κάπως μέσα μου ήρθαν όλα και έκαναν το μπαμ. Έγινε εκείνη η έκρηξη που περίμενα εδώ και χρόνια και δεν ήμουν δέσμια πια κανενός, ούτε δική σου, ούτε των γονιών μου, ούτε του κόσμου, ούτε των ενοχών μου που ήμουν μάνα και «διέλυσα το σπίτι μας».
Μα για ποιό σπίτι μου λένε όλοι; Αυτό με τη σκεπή και τους τέσσερις τοίχους. Αυτό είναι απλώς ένα κτίριο, μια φυλακή που υποχρεώθηκα να ζήσω μαζί σου, όμως δεν ήταν το σπίτι μου. Σπίτι μου είναι εκεί που νιώθω ελεύθερη, ευτυχισμένη, εκεί που νιώθω πως νοιάζονται πραγματικά για εμένα και πως με εκτιμούν. Βρήκα κάτι που δεν είχα ποτέ ξανά, στην αγκαλιά κάποιου άλλου και δεν ντρέπομαι καθόλου γι’ αυτό.
Αν είναι αυτός το σπίτι μου δεν ξέρω, αλλά σίγουρα αυτό δεν είσαι εσύ. Δεν έχουν μείνει και πολλά μέσα μου για εσένα. Τα διέλυσες όλα εσύ, τα διαλύσαμε μαζί ή μήπως δεν υπήρχαν και ποτέ και ήταν απλώς στη φαντασία μου; Μήπως πρέπει να ψάξεις κι εσύ βαθιά μέσα σου να δεις τι νιώθεις πραγματικά; Ούτε εγώ είμαι το σπίτι σου, κι ας με αποζητάς. Γιατί αυτό έχεις μάθει κι έχεις βολευτεί στη σχέση εξάρτησης που έχουμε δημιουργήσει, για να βγάζουμε ο ένας στο άλλον τα απωθημένα που άλλοι μας δημιούργησαν κι εμείς τους αφήσαμε. Δεν υπάρχει κάτι που να γκρέμισα εγώ, δεν υπήρχε ποτέ τίποτα εκεί για να πέσει. Δεν έπρεπε να είμαστε ποτέ μαζί, αλλά προσπαθώ να σου δείξω το σεβασμό που σου αρμόζει, γιατί δημιουργήσαμε μαζί 3 παιδιά. Προσπαθώ να αγαπήσω και τον εαυτό μου και να σεβαστώ την επιλογή μου να είμαι μαζί σου αυτά τα χρόνια.
Τώρα νιώθω επιτέλους ελεύθερη, νιώθω εγώ, νιώθω γυναίκα, νιώθω σημαντική. «Για πόσο;», με ρωτάτε όλοι. «Για όσο», εγώ σας απαντώ κι αυτή τη φορά θα το ζήσω όπως ακριβώς το θέλω εγώ, όπως ακριβώς δε με αφήσατε προηγουμένως, όπως δε με άφησα κι εγώ!
Επιμέλεια κειμένου: Μαρία Κουτσουρά