Γράφει η Σοφία.

 

Κάθομαι στο μπαλκόνι, με ένα βιβλίο στο χέρι, ένα από εκείνα τα βιβλία, που μιλάνε για έρωτες και ρίσκα, εκείνα τα βιβλία που σιχαινόμουν να διαβάζω μικρή και προσπαθώ να ξεχαστώ, να μη θυμάμαι εσένα, κυρίως να μη θυμάμαι την αγάπη σου.

Εκείνη την αγάπη που εγώ την απέρριψα, επειδή ήμουν δειλή να δεχθώ ότι κάποιος εκεί έξω θα μπορούσε να μου χαρίσει κάτι τόσο πολύτιμο. Αλλά, αυτό ήταν προφανές ότι θα συνέβαινε, αφού άφησα τον φόβο να με κυριεύσει, αυτόν τον άτιμο, που σε κάνει δειλό, σε αναγκάζει να αμφιβάλλεις για τα πάντα.

Μου χάρισες τον καλύτερο σου εαυτό κι εγώ τον πέταξα στα σκουπίδια. Πόσα χιλιόμετρα έκανες για να μου δείξεις αυτή την αγάπη, έστω και για μισή ώρα; Έβρισες, φώναξες, προσπαθώντας να με κάνεις να δω ότι καιγόσουν απ’ τη δική μου απόρριψη.

Τα σωθικά σου φλέγονταν, κάθε φορά που πάλευες για αυτή την αγάπη, αλλά εγώ δεν έπαιρνα από λόγια. Ο εγωισμός μου κι η αλαζονεία μου είχαν χτίσει έναν τοίχο, που όσες φορές κι αν κατάφερνες να τον γκρεμίσεις έστω λίγο, αυτός πάντα τα κατάφερνε να σηκώνεται και κάθε φορά γινόταν ακόμη πιο ψηλός.

Μετανιώνω, μάτια μου, μετανιώνω για την αγάπη που μου έδωσες, διότι δεν την άξιζα. Δε γράφω επειδή θέλω να γυρίσεις σε εμένα ή για να παραπονεθώ, γράφω για να ξέρεις ότι έχω αλλάξει. Να ξέρεις πως δε φοβάμαι πια να αγαπηθώ, τον γκρέμισα μόνη μου τον τοίχο, όπως μόνη μου τον ύψωνα τόσο καιρό.

Θέλω να ξέρεις πως τώρα πια την εκτιμώ την αγάπη σου και τη λησμονώ. Θα μου πεις ότι είναι αργά, ναι, το ξέρω, αλλά όπως λένε «πάντα στο τέλος μετανιώνουμε για τις ευκαιρίες που δεν εκμεταλλευτήκαμε». Πάντα στο τέλος μαθαίνουμε, πάντα με τον σκληρό τρόπο.

Ξέρω ότι αυτή την αγάπη τη χαρίζεις τώρα αλλού κι όσο κι αν φαίνεται περίεργο αντί να ζηλεύω ή να πικραίνομαι,  χαίρομαι. Χαίρομαι επειδή την εκτιμούν, επειδή είναι αμοιβαία, επειδή είναι ολόκληρη, επειδή σου επιστρέφεται, επειδή μόνο έτσι σου αξίζει.

Όσο για μένα, σου χρωστάω ένα ευχαριστώ. Τελικά, τα κατάφερες, καρδιά μου, η αγάπη σου νίκησε τον φόβο μου.

Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη