Γράφει η Εύα.
Τελικά έχουν δίκιο όσοι λένε πως τα καλύτερα πράγματα είναι μπροστά μας, αλλά καμιά φορά επιλέγουμε να μην τα δούμε. Έτσι γίνεται και με τους ανθρώπους που έχουμε διπλά μας έτσι έγινε και με εσένα. Δε είχα παρατηρήσει από το πρώτο δευτερόλεπτο που σε είδα το ζεστό σου χαμόγελο και τον τρόπο που προσέλκυες τους άλλους, τους εξηγούσες το κάθε τι με μεγάλη προσοχή. Σαν ένας μαγνήτης τους έλκυες όλους γύρω σου.
Δεν μπορώ να σου αρνηθώ πως δεν ένιωσα κάτι ή πως δε νιώθω ακόμη και αυτό το κάτι δεν ξέρω ούτε εγώ πώς να το ονομάσω, δεν μπορώ να το αποκαλέσω αγάπη ή έρωτα. Έτσι κι αλλιώς ξέρουμε πολύ καλά και οι δύο ότι δεν είμαι καλή ούτε στο ένα ούτε στο άλλο. Ίσως άργησα πολύ να το καταλάβω, να ξεμπερδέψω το κουβαράκι και να συνειδητοποιήσω πως δεν είσαι απλά μία συμπάθεια. Ίσως το μυαλό μου είχε κουραστεί με το να ασχολείται με τα λάθος άτομα και δεν μπορούσε να δει τα σωστά.
Ίσως τώρα είναι αργά, αλλά δεν με ενδιαφέρει πια. Έχω κουραστεί και δεν εννοώ τη σωματική κούραση, αλλά την ψυχική, που δεν αντέχει άλλο. Δε θέλει να είναι στο περιθώριο, κανένας να μην νοιάζεται να μην είμαι η προτεραιότητα κανενός. Να δίνω τα πάντα αλλά να μην έχω ανταπόκριση, να μη μιλάω πάντα, να πνίγω όλα αυτά που θέλω, όλα αυτά που νιώθω και τώρα ήρθε η στιγμή που όλα αυτά βγήκαν στην επιφάνεια και με πνίγουν κάθε βράδυ και εγώ δεν μπορώ να τους ξεφύγω. Δεν μπορώ να σταθώ μόνη μου, να προσπαθώ να βρω κάποιον να με βγάλει από ‘κει μέσα.
Μου έμαθες πως πρέπει να αγαπάω τον εαυτό μου, να τα βρω μαζί του και όχι να τον μισώ, να βρω αυτό που πραγματικά μου αξίζει. Μου είπες πως προσπαθούσες με αυτά που μου έλεγες να διαπεράσεις λίγο το τοίχος που είχα δημιουργήσει και να αρχίσω να σκέφτομαι πιο θετικά. Όντως άρχισα να βλέπω τα πράγματα λίγο πιο θετικά. Συνέχεια υπενθύμιζες να βάζω εμένα πάνω απ’ όλα. Όταν με ρώτησες αν θέλω κάποιον να προσπαθεί για μένα σου είπα πως θέλω κάποιον να μου δίνει δύναμη και μου είπες πως με καταλαβαίνεις και το έκανες συνεχεία. Μέρα με τη μέρα μου έδινες λίγο από τη δύναμη σου, λίγο από τη θετική σου ενέργεια. Έκανες έναν άνθρωπο να χαμογελάει να προσπαθεί να μην τα παρατάει, μου είπες να γίνω η καλύτερη εκδοχή του εαυτού μου. Να μην αφήνω κανέναν να μου πει πως αξίζω κάτι λιγότερο από αυτό πραγματικά που αξίζω. Κάθε φορά που μιλούσαμε μου υπενθύμιζες ότι αυτό που μετράει είμαι μόνο εγώ. Αμέτρητες φορές ήθελα να σε βρίσω επειδή θύμωνα, αλλά ήξερα πως έχεις δίκιο.
Το να σε βλέπω σχεδόν κάθε μέρα είχε σοβαρά αποτελέσματα. Ερωτεύτηκα το χαμόγελό σου, το βλέμμα σου που το αναζητούσα σε κάθε ευκαιρία, την προσοχή σου. Αχ, αυτό το χαμόγελο και πώς να μην το ερωτευτείς, είναι τόσο ζεστό, τόσο ερωτεύσιμο. Πώς θα μπορούσα να μην πέσω στα δίχτυα σου; Η κάθε σου λέξη, όταν μου είπες πως όλος ο κόσμος είναι εκεί για εμένα για να κάνω αυτό που αγαπάω, όλα άλλαξαν μέσα μου, λες έγινε μια μεγάλη έκρηξη από χρώματα και έπνιξαν το μαύρο στο οποίο είχα χαθεί.
Θυμάμαι πόσο είχες θυμώσει όταν σου είχα πει πως θα ήθελα να φουντάρω μέσα στη λίμνη και την αγκαλιά που πήρες όταν άρχισα να κλαίω σαν ένα μικρό αβοήθητο κοριτσάκι και εκείνη τη στιγμή ενώθηκαν όλα τα σπασμένα μου κομμάτια, αυτά που κορόιδευα μου συνέβησαν και δεν μπορούσα να τα ελέγξω. Ακόμη δεν μπορώ να τα ελέγξω δεν έχω βρει τον τρόπο και δε πιστεύω πως θα μπορέσω.
Προσπάθησα να κάνω ένα βήμα να σου μιλήσω για τον έρωτά μου, αλλά δεν πίστευα ποτέ πως θα νομίσεις ότι μιλάω για κάποιον άλλον. Όταν μου είπες να είμαι ο εαυτός μου και όλα θα γίνουν, να προσέχεις μου είπες μη χάνεις τον χρόνο σου και μη χαθείς σε κάτι ανούσιο, μου είπες πως αυτά τα συναισθήματα και το χρόνο θα μπορούσα να τα θρέφω για κάποιον άλλον που αξίζει το χρόνο μου και εκείνη τη στιγμή όλα τα κύτταρα μου ήλπιζαν και ευχόντουσαν να εννοείς εσένα.
Μπέρδεμα, μάτια μου, μεγάλο, ένα μπέρδεμα που ξεκίνησε με ένα χαμόγελο και σου υπόσχομαι πως αν τελειώσει, θα τελειώσει πάλι με ένα χαμόγελο. Τα κατάφερες, με έκανες να προσπαθώ να μην τα παρατάω, με έκανες την πιο καλύτερη εκδοχή του εαυτού μου.