Γράφει η Άννα.
Προσπαθώ εδώ και καιρό να βγάλω άκρη με τις σκέψεις που τριγυρίζουν στο μυαλό μου και δε μ’ αφήνουν ούτε λεπτό σε ησυχία. Κι αφορούν εσένα φυσικά. Τα καλά και τα κακά, εννοείται. Γιατί πολλές φορές, αδυνατούμε να καταλάβουμε τη σημασία κακών στιγμών, μέχρι να γίνουν κομμάτι των αναμνήσεών μας. Στιγμές που μας πλήγωσαν, αλλά αναμφίβολα μας έμαθαν πολλά. Μας έκαναν πιο δυνατούς.
Γι’ αυτό αποφάσισα να επιτρέψω στον εαυτό μου να γράψει για σένα. Και του υποσχέθηκα πως θα είναι η τελευταία φορά. Γιατί η αλήθεια είναι πως μπορεί και να σου φάνηκε εγωιστική η απόφασή μου. Φαντάζομαι την έκπληξή σου όταν σου ανακοίνωσα πως δεν μπορούσε να συνεχίσει αυτό που είχαμε. Ό,τι κι αν ήταν. Αλήθεια, τι είχαμε τελικά; Ήμουν άραγε μια απ’ τις προτεραιότητές σου; Ή απλά μ’ έψαχνες μονάχα όταν δεν είχες άλλες εναλλακτικές;
Τι περίμενες όμως; Πώς θα συνέχιζα για πολύ καιρό να ανέχομαι την αδιαφορία σου όταν δεν ήμασταν μαζί; Το ξέρω πως η απόσταση δεν είναι και το πιο ιδανικό σκηνικό για να ζήσεις τον έρωτά σου, όμως ήξερες τι θ’ ακολουθούσε. Ήξερες πως θα ήμασταν μακριά ο ένας απ’ τον άλλο. Ήσουν όμως διατεθειμένος να το ζήσεις. Να υποστείς τον πόνο και τη θλίψη του αποχωρισμού, για να νιώσεις με όλο σου το είναι τη χαρά και την ηδονή της επανασύνδεσης. Μιας επανασύνδεσης που φυσικά δεν έγινε ποτέ.
Δε σου ‘μαθε κανείς, αναρωτιέμαι, πως πρέπει να ενδιαφέρεσαι για κάποιον, αν τον θέλεις πραγματικά στη ζωή σου κι όταν είστε μαζί, αλλά και όταν βρίσκεστε χώρια; Μια απλή καλημέρα κι ένα «τι κάνεις;», θα έκανε μεγάλη διαφορά. Γι΄ αυτό και θεώρησα τη συμπεριφορά σου απαράδεκτη. Δε γίνεται να μ’ έπαιρνε από κάτω και να μην έκανες τίποτα, έστω κι από μακριά, τέλος πάντων.
Τόση αφέλεια. Ή μήπως ήταν απ’ την αρχή αδιαφορία κι άργησα να το καταλάβω; Γιατί προσπάθησα τόσες φορές να σε δικαιολογήσω και στους γύρω μου, αλλά και στον εαυτό μου μέχρι που έφτασα στο σημείο να ανέχομαι, ασυνείδητα ίσως, αυτά που έκανες. Ή μάλλον, αυτά που δεν έκανες. Και στο τέλος, κάθε ελπίδα διατήρησης μιας σχέσης χαμένης από καιρό, έκανε φτερά. Αντικαταστάθηκε από μια πίκρα που δεν είχα αισθανθεί ξανά. Ένα θυμό που δεν εξέφρασα, αλλά ήθελε τόσο πολύ να βγει στην επιφάνεια, που σχεδόν τα κατάφερε.
Εξάντλησα κάθε ευκαιρία που ήμουν διατεθειμένη να δώσω σε μια προσπάθεια να καταλάβω πού οφειλόταν όλο αυτό. Ίσως ήταν κάτι πρωτόγνωρο για σένα, ίσως να μην ήξερες πώς να το χειριστείς κι ήθελες το χρόνο σου. Αλλά όσο περνούσαν οι μέρες, οι εβδομάδες και τελικά ολόκληροι μήνες, συνειδητοποίησα πως η αναισθησία σου δεν ήταν κάτι που μπορούσα πλέον να ανεχτώ.
Ναι, την αποκαλώ αναισθησία γιατί σ΄αυτή τη λέξη παραπέμπουν οι πράξεις σου. Μπορείς να με πεις εγωίστρια, μπορείς ακόμη και να με κατηγορήσεις πως αποφάσισα μόνη μου για κάτι που αφορούσε και τους δύο, αλλά η υπομονή έχει και τα όριά της. Κι όμως ήθελες και δεύτερη ευκαιρία. Αφού κατάλαβες πως κάτι δεν πήγαινε καλά, γιατί δεν προσπάθησες να το διορθώσεις; Δεν άλλαξες αφότου κατάλαβες πως άρχισε να αυξάνεται το χάσμα ανάμεσά μας και θα άλλαζες μετά την υποτιθέμενη παρατήρησή μου;
Αυτό προσπαθώ να ξεκαθαρίσω στο μυαλό μου. Αν έπρεπε τελικά να σου είχα δώσει την ευκαιρία που ζητούσες. Το πρόβλημα όμως είναι πως δεν προσπάθησες καν να την κερδίσεις. Δε διεκδίκησες εμένα, τα όσα θα μπορούσα να σου προσφέρω, τα όσα θα μπορούσαμε να είχαμε ζήσει. Είμαι σίγουρη πως θα νιώθεις κι αδικημένος. Δεν πειράζει όμως. Έπρεπε κάποτε να πάψω κι εγώ να αγνοώ την αλήθεια για προσωρινές στιγμές ευτυχίας, δε νομίζεις;
Κι εδώ λοιπόν, είναι που αποφασίζω επιτέλους να βάλω ένα τέλος σε ό,τι αφορά εμάς τους δύο. Ένα τέλος οριστικό, που μπορώ να πω με σιγουριά πως δε θα μετανιώσω. Γιατί επιτέλους, αποφάσισα να σκεφτώ τον εαυτό μου. Θέλω να ξέρεις πως δε σου κρατώ κακία. Κι ό,τι ήθελα να πω, το έγραψα.