Γράφει η Έλενα.

 

Είμαι κλεισμένη στο καβούκι μου λες. Σε κουράζουν οι ανασφάλειές μου, σε κουράζει να δέχεσαι να σε τεστάρω συνεχώς, προσπαθώντας να με κάνεις να εμπιστευτώ και πάλι. Έχεις δίκιο, το ξέρω. Βαθιά μέσα μου το ξέρω πως γίνομαι δύστροπη κι απαιτητική. Το ξέρω, μα καίγομαι από φόβο, μην τυχόν κι είσαι ίδιος με τους άλλους. Κατάλαβέ με, όλα μέσα στο μυαλό μου είναι ένα κουβάρι. Πώς να μπορέσω να σε δω καθαρά; Σε θέλω, σε έχω ανάγκη μα δε θα το παραδεχθώ ποτέ.

Γιατί φοβάμαι. Ναι, φοβάμαι πολύ. Φοβάμαι πως μου είσαι πλέον απαραίτητος. Δεν μπορώ να σταματήσω το μυαλό μου απ’ το να σκέφτεται πως κι εσύ κάποια στιγμή θα γίνεις παρελθόν. Δε θέλω να συμβεί αυτό, για μένα δεν είσαι ένας ακόμα. Το χαλάω μόνη μου λες. Έχεις και πάλι δίκιο. Πρέπει να τα βρω με τον εαυτό μου, δεν μπορείς να προσπαθείς για δυο. Όμως κατάλαβέ με ή μάλλον προσπάθησε να συνεχίσεις να με καταλαβαίνεις.

Δε θέλω να σου πως πέρασα πολλά. Δε θέλω να σου πω πως έχω πληγωθεί πολύ στο παρελθόν. Αυτά τα λόγια έχουν ειπωθεί τόσες πολλές φορές από τους ανθρώπους, που έχουν καταντήσει γραφικά. Δε μου άρεσε ποτέ να χρησιμοποιώ μεγάλα και χιλιοειπωμένα λόγια. Μα κυρίως δε θα σου το πω από αξιοπρέπεια γιατί δε θέλω να με λυπηθείς ούτε στιγμή. Δε θέλω να μείνεις μαζί μου από συμπόνια, αλλά από έρωτα.

Θέλω μπροστά σου να δείχνω δυνατή κι ατρόμητη, μα το μέσα μου σπαράζει τα βράδια που δεν ξαπλώνεις δίπλα μου. Κι αυτές τις γαμημένες τις πληγές μου, τις μπαλώνω χρόνια κι όμως είναι ακόμη έτοιμες ν’ ανοίξουν και πάλι από μια κουβέντα σου. Από μια αντίδρασή σου, που μπορεί να μου θυμίσει τα παλιά. Έχεις δίκιο όταν μου λες πως γίνομαι απόλυτη, το ξέρω. Κάνεις τόσα για μένα, νοιάζεσαι κι εγώ κολλάω σε ηλίθιες λεπτομέρειες. Κι η δική σου αξιοπρέπεια; Μη θαρρείς πως δεν τη σκέφτομαι, όταν απαιτώ να με κανακεύεις λες κι είμαι ένα κακομαθημένο παιδί.

Αν μπορούσα να σου εξηγήσω. Αν μπορούσα να μη φοβάμαι τόσο. Να μην έχω την ανάγκη ν’ αποδείξω σε όλους πόσο τέλεια κι ατρόμητη είμαι. Δεν είμαι τέλεια και φοβάμαι πολύ. Παίζω θέατρο ακόμη και στον ίδιο μου τον εαυτό, μα εσύ με καταλαβαίνεις. Με καταλαβαίνεις, γιατί νοιάστηκες να με γνωρίσεις. Κι είσαι πολύ έξυπνος για να μπορέσω να σε πείσω για το οτιδήποτε. Μπορώ να ξεγελάσω τους πάντες, όμως όχι εσένα. Με διάβασες απ’ την πρώτη στιγμή κι αυτό με τρόμαξε ακόμη περισσότερο.

Τις αδυναμίες που κάποτε αγαπούσα πάνω μου, με έκαναν να τις μισήσω. Λες κι υπάρχει τέλειος άνθρωπος. Να ερωτεύεται ο ένας τα ελαττώματα του άλλου. Αυτό έλεγα κάποτε πως είναι ο έρωτας. Να ξεδιπλώνεσαι μπροστά στον άλλο και να ρισκάρεις. Έλεγα, μα δες με τώρα.

Τώρα που με πιέζεις να ξεκλειδωθώ. Τώρα που με αναγκάζεις να φύγω απ’ τις σκιές μου, τρέμω σαν μικρό παιδί. Είναι τόσο ήρεμα εδώ, νεκρωμένα συναισθήματα κι αισθήσεις. Δεν υπάρχει χαρά στις σκιές, μα ούτε και πόνος. Υπάρχει ασφάλεια εδώ, μα δεν υπάρχει ζωή. Αυτό έψαχνα αλήθεια; Τόσος κόπος, τόσος αγώνας όλα αυτά τα χρόνια για να καταλήξω εδώ; Εγώ η ατρόμητη, η άλλοτε δυνατή να κρύβομαι πίσω από σκιές;

Δε σου αξίζει αυτό, το ξέρω. Μα ούτε και σε μένα αξίζει μια δήθεν ζωή. Δυστυχώς, το μυαλό μου με βοηθάει να το καταλάβω. Έχω τόσα να ζήσω, τόσα να κάνω ακόμη. Θέλω να τα κάνω μαζί σου. Δε μου ταιριάζει ο ρόλος του θεατή. Είσαι εσύ γαμώτο που με ξυπνάς. Είσαι εσύ που με κάνεις να νιώθω επιθυμία και πάλι. Μετά από τόσο καιρό.

Είναι κι όλες αυτές οι πληγές που έχω μαζέψει τόσα χρόνια. Τα βάζω στη ζυγαριά, τα μετράω, μα δε βγάζω άκρη. Οι φόβοι μου με τραβάνε στη σκιά, η επιθυμία μου για σένα με τραβάει στο φως κι εγώ στη μέση, σαν χαμένη να χάνω τα λογικά μου. Ουρλιάζω για βοήθεια, μα δε βγάζω άχνα.

Επιμέλεια κειμένου: Αναστασία Νάννου