Γράφει ο Πέτρος.
Δεν έχεις θέση εδώ. Κακώς ήρθες. Δεν σε κάλεσε κάνεις. Τόσος κόπος για να έρθεις κάπου που είσαι ανεπιθύμητος. Μοιάζω κακός; Σε πληγώνω; Ανόητε, δεν έχεις ιδέα τι συμβαίνει. Σε μεγάλωσαν κάνοντάς σου πλύση εγκεφάλου για να σε πείσουν ότι εδώ είναι το μέρος που ανήκεις. Άκουσέ με τώρα καλά, δεν είσαι ευπρόσδεκτος εδώ. Να φύγεις και να μη γυρίσεις πίσω ποτέ ξανά.
Είμαι σκληρός; Ανόητε, το καλό σου θέλω. Ήμουν κι εγώ σαν εσένα κάποτε. Έχτιζα τη ζωή μου πάνω σε ένα ψέμα. Έχασα ώρες κάνοντας πράγματα που σιχαινόμουν, ώρες που δεν έχω ποια. Και ξέρεις γιατί; Για να φτάσω εδώ που είμαι, εδώ που θες να μείνεις κι εσύ.
Μεγάλωσα κι εγώ ακούγοντας τα ίδια με εσένα, κάθε ώρα, κάθε μέρα, χρόνια ολόκληρα. Θυμάμαι να τα σιχαίνομαι τόσο πολύ, να τα καταδικάζω, να λέω ότι δεν μπορεί να οριστεί η ζωή μου από ανασφάλειες και θέλω τρίτων. Αυτό που δε θυμάμαι όμως είναι πότε ή γιατί άρχισα να τα υποστηρίζω και να τα δικαιολογώ. Αυτό που μετανιώνω είναι γιατί τα έκανα σκοπό της ζωής μου και τα κυνήγησα, εκείνα που κάποτε έβριζα και μισούσα.
Τόσος κόπος για να πετύχω αυτό που οι άλλοι δεν πέτυχαν. Τόση απογοήτευση επειδή δεν πέτυχα εκείνα που οι άλλοι πέτυχαν. Τόσο κρίμα που χαράμισα συναισθήματα και χρόνια για όσα ποτέ δεν ήθελα. Είχα άλλες βλέψεις που με κάνανε πιο χαρούμενο, όμως με πείσανε ότι αν τις κυνηγήσω θα δυστυχήσω. Ανώριμες κι ανούσιες ιδέες είπανε, που στο τέλος θα με καταστρέψουν. Άλλα είναι τα μεγάλα και σημαντικά που αξίζουν να έρθουν σε πρώτη μοίρα και αν τυχόν περισσέψει χρόνος τότε τον πετάς σε όλα εκείνα τα δεύτερα.
Κι εγώ για κάποιο λόγο πείστηκα ότι έτσι είναι. Άκουσα ανθρώπους που δεν έζησαν ποτέ αυτά που ήθελαν, δεν μπόρεσαν ποτέ να καταλάβουν αυτά που εγώ θέλω και θεώρησα τα λόγια τους σοφότερα από αυτά που πίστευα και ένιωθα. Με πείσανε ότι είναι παρορμητισμός κι έλλειψη εμπειρίας. Και είχαν δίκιο, έτσι ήταν, όχι όμως εκείνα που εγώ πίστευα και ήθελα, αλλά το γεγονός ότι τους άκουσα και τους άφησα να με επηρεάσουν.
Με βάλανε στο παιχνίδι τους. Να ανταγωνίζομαι τους πάντες για τα πάντα, να αγχώνομαι αν θα τα καταφέρω για κάτι που θεωρητικά μού είναι αδιάφορο. Να στεναχωριέμαι που απέτυχα σε κάτι που δεν ήθελα να κάνω. Να χαίρομαι που πέτυχα σε κάτι που σιχαινόμουν και δεν ήθελα. Τα κάνανε όλα δικιά μου επιλογή κι άθελά μου τα αποδέχθηκα, τα δικαιολόγησα και μόχθησα για αυτά. Ίσως κάπου να παρακίνησα κι άλλους να πάρουν την ίδια πορεία. Εγκλωβίστηκα μόνος μου σε έναν ξένο κόσμο επειδή τους άφησα να με βάλουν στο παιχνίδι τους. Το παιχνίδι της θλίψης.
Κι εσύ στέκεσαι ακόμα μπροστά μου και θες να σε αφήσω να μπεις. Όχι, ποτέ! Να φύγεις, δεν είναι αυτός ο κόσμος για εσένα ούτε και για κανέναν άλλον. Ούτε για εμένα είναι αλλά εγκλωβίστηκα και μου είναι αδύνατον να φύγω. Κούνα λίγο το κεφάλι σου και δες, δες ότι όλα είναι λάθος. Δεν είσαι εδώ που πραγματικά θες να είσαι, δεν κάνεις αυτά που πραγματικά θες να κάνεις! Δυστυχείς για τα θέλω άλλων, αποτυγχάνεις για τα θέλω άλλων. Γιατί όχι για τα δικά σου;
Φύγε σου λέω, μη μείνεις εδώ, υπάρχει μόνο θλίψη!
Περίμενε, περίμενε. Για το θεό στάσου ένα λεπτό! Τόσα χρόνια τα λέω και τα λέω και τίποτα δεν αλλάζω. Κάνε λίγο χώρο, έρχομαι κι εγώ μαζί σου.