Γράφει η Ζωή.
Ευκαιρίες. Πόσες, αλήθεια, δώσαμε; Πόσες ακόμα θα δώσουμε; Μέχρι να κλείσουν τα μάτια να ξέρεις αυτό θα γίνεται. Γιατί στο είπα. Δε θα μπορέσω να φύγω ποτέ μακριά σου. Κι όσες φορές επιστρέψω, πάντα θα έρχομαι για να μην ξαναφύγω.
Σαν λιμάνι είσαι για μένα. Που ανάμεσα σε χίλιες τρικυμίες προσπαθώ να έρθω κοντά σου. Να δέσω το σκαρί μου κι ας έχει φουρτούνα. Κι ας με σκόρπισα στη διαδρομή, ο δρόμος πάντα με οδηγούσε κοντά σου.
Γιατί εσύ είσαι σαν το παλιό ζεστό μου πουλόβερ. Που φθάρηκε, μα είναι τόσο αγαπημένο και τόσο δικό μου. Που στα μάτια των άλλων ξενίζει η εικόνα της φθοράς του. Μα δε με νοιάζει η γνώμη τους. Ποτέ δε με ένοιαζε. Και πάντα θα σε φοράω. Γιατί ήσουν εκεί σε όλες τις στιγμές της ζωής μου. Κάποτε σαν θεατής και κάποτε πρωταγωνιστής. Κι αν διψούσα όσο τίποτα άλλο, ήταν να γράψεις για μία μόνο φορά το σενάριο. Αυτό που έγραφα εγώ και πάτωνε σαν μια αποτυχημένη κακή παραγωγή.
Θέλω μόνο να μ’ αγαπάς. Κι όλα τα άλλα θα έρθουν. Κι ας μη σβήσουν ποτέ οι μαχαιριές που χαράξαμε με τόση μανία ο ένας στο δέρμα του άλλου. Ας είναι εκεί για να θυμόμαστε την ομορφιά που ζήσαμε πριν από αυτές.
Γιατί αυτή τη φορά επιστρέψαμε χωρίς υποσχέσεις. Χωρίς μεγάλα φανταχτερά λόγια. Δεν υπήρχε άλλος δρόμος για μας. Δεν μπορούμε να αποφύγουμε αυτό που φωνάζει το σώμα κι η καρδιά μας.
Ένιωσα πως σ’ αυτή τη ζωή εσύ κι εγώ έπρεπε να βρεθούμε. Τόσο ξαφνικά και τόσο αβίαστα δέσαμε. Και ντύσαμε με ένταση, έρωτα και χρώμα κάθε μας διαφωνία και κάθε μας στιγμή. Και πόσο μαγικά όμορφες είναι αυτές οι διαφωνίες. Αυτές που λύγιζα με ένα χαμόγελο πριν απ’ την έκρηξη.
Κι ας ήξερα κάθε φορά πως είχες δίκιο. Σε γούσταρα ακόμη περισσότερο που είχα άδικο. Γιατί δε γελιόσουν. Γιατί η ακατάπαυστη φλυαρία δεν μπορούσε να σε γελάσει. Και με έμαθες καλύτερα απ’ τον κάθε άνθρωπο σ αυτή τη ζωή. Χωρίς εγχειρίδια. Χωρίς οδηγίες. Χωρίς μεγαλεπήβολες αλήθειες.
Δε θα μπορέσω να σε ξαναχάσω. Όχι τώρα. Όχι μετά. Γιατί δε θέλω να χάσω άλλες ανάσες μακριά σου. Δε θέλω να περάσει άλλη βραδιά χωρίς εσένα κι άλλο ξημέρωμα μακριά σου. Γιατί τα χρόνια περνάνε κι αλλάζουμε κι εμείς μαζί τους, αγάπη μου. Και δε θέλω άλλες στιγμές χωρίς εσένα. Να τις φτιάξουμε ξανά όλες μαζί. Κι αυτές που έφυγαν κι αυτές που θα ‘ρθουν.
Κι ας ξέρω καλά πως το «μαζί» μας θα ‘ναι πάντα καταδικασμένο να σπάει. Κι ας ξέρω καλά ποιοι είμαστε εμείς. Πως οι φυγές μας θα είναι πάντα καταδικασμένες να παίρνουν σάρκα κι οστά. Κι ας θέλω, αλήθεια, να μη σε ξαναπληγώσω, ξέρω πως θα το κάνω κι ας με μισώ ξανά για τον εγωισμό που αχόρταγα τάισα.
Μεγάλη κατάρα, να ξέρεις τόσο καλά τον σάπιο και γέρικο εαυτό σου.