Γράφει η Ιουλία. 

Η μουσική στη διαπασών -καθώς επιβάλλεται σε κάθε μαραθώνιο- και παρέα της εγώ που γράφω για σένα. Τώρα που τα βάζω σε μια σειρά κι έχω κάπως ελευθερωθεί από τη σκέψη σου να στοιχειώνει το κορμί μου και το μυαλό μου. Ένας μαραθώνιος σκέψης. Ατελείωτος, κουραστικός, έτοιμος να με καταβάλει ολοκληρωτικά.

Το συνειδητοποίησα όταν πέρασα τον δικό μου μαραθώνιο. Μαραθώνιος μιας ώρας να ηρεμήσω εφόσον θέλησα να το δεχτώ και να σε διαγράψω. Ναι, έχω θυμώσει με μένα κυρίως και δε θέλω να σε ξαναδώ τυχαία. Ξέρεις, τα τυχαία τα δικά μου και δικά σου. Τα μόνο δικά μας. Τα οποία αντικατοπτρίζονται και στο πώς τυχαία ήθελα να μάθω κι έμαθα.

Γιατί θέλησα. Κι εξήγησα. Και πόνεσα. Και σου θύμωσα, με τη σειρά μου. Και τώρα σε διαγράφω. Ο μαραθώνιος δίχως τέρμα, ξεκίνησε εκείνη τη μέρα που ένιωσα τη βοήθειά σου στο «θα τ’ αντιμετωπίσουμε, θα γίνεις καλά». Βλέπεις, πίστεψα ότι μαζί με τη θεραπεία μού χρειαζόσουν κι εσύ. Να με κοιτάς, να σε εμπιστεύομαι. Και κάπως έτσι ξεκίνησα να τρέχω στο δικό μου μαραθώνιο. Να μην κάνω κάτι λάθος, να έχεις κι εσύ χαρά μέσα σου. Ένας αγώνας για το άτομο που μπόρεσα να ερωτευτώ. Αναμφίβολα.

 

 

Έγινα καλά όντως -βασικά σχεδόν- από τη θεραπεία σου. Βλέπεις, σε ήθελα δίπλα μου .Κι ήρθε η ώρα να βγούμε. Να πάμε στον αγώνα μας. Με θέα τη θάλασσά μας για πρώτο ραντεβού. Ήταν τόσο ήρεμη όσο ένιωθα στα χέρια σου. Ξεκινήσαμε σιγά-σιγά το δικό μας μαραθώνιο. Κοινό. Από σοκολάτες, από βόλτες μέχρι πρωίας, από πολύ γέλιο, αξέχαστα ερωτικά διήμερα. Αισθήματα. Πολλά αισθήματα. Απερίγραπτα. Δεν τα πιάνει το μυαλό.

Τρέμω. Προσπαθούσα περισσότερο για σένα, το ξέρεις. Κι αλήθεια, δε με άφησες στιγμή να θεωρήσω πως έτρεχα χωρίς παρέα. Μου έδινες τη δύναμη να παίρνεις πίσω, διπλά, οικειοθελώς, ό,τι μου έδινες. Φτάνοντας στη μέση, τρέχαμε να προλάβουμε να βρεθούμε. Να αξιοποιήσουμε κάθε δευτερόλεπτο. Μαζί. Κάθε θέλησή μου γινόταν και δική σου. Πάνω στο τρέξιμο, το χέρι σου αφήνει το χέρι μου. Παλεύω να σε πιάσω να τερματίσουμε. Κάνεις προσπάθεια να το πιάσεις. Άδικα. Λίγα μέτρα ύστερα, με διώχνεις.

Έχοντας κάνει την προσπάθειά μου, πολλές φορές, σε αφήνω να τερματίσεις μόνος σου. Δίνω ένα τέλος στο δικό μας μαραθώνιο, εσύ τερματίζεις πανηγυρικά έχοντας τη δύναμή μου. Κι εγώ, λίγα μέτρα πριν το τέλος, στέκομαι, σε κοιτάζω με το θαυμασμό που είχα την πρώτη μέρα, με τη σκέψη τι νόημα έχει να τερματίσω και να μη σε βρω;

Βλέποντάς σε να συνεχίζεις και να διαπρέπεις σε κάθε μαραθώνιο που ξεκινάς, σε θαυμάζω πλέον από τα τρία τέταρτα της διαδρομής μου. Κι ο πόνος μου επανήλθε. Χωρίς πλέον να γνωρίζεις πως σε χρειάζομαι. Βέβαια, αυτή τη φορά, ούτε θεραπεία, ούτε μισές διαδρομές. Εσύ μπροστά, να τρέχεις για μια νίκη που δεν έμαθες ποτέ πόσο πολύ μου στοίχισε.

Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου