Μια ιστορία έρωτα που κορυφώνεται στις 14 Φλεβάρη. Ακολούθησέ τη μαζί μας βήμα-βήμα.
Γράφει η Αλεξάνδρα Τσότσου.
Κοίτα να δεις τώρα, κάπου εδώ είναι και τα ψάχνω. Είναι αρκετά λεπτά που έχω αναστατώσει το σαλόνι για να τα βρω. Το μυαλό σκαλώνει σε ένα τόσο δα αντικείμενο και με πλημμυρίζουν χιλιάδες αναμνήσεις. Και να που σε θυμήθηκα πάλι -όχι ότι δεν υπήρχες και τις προηγούμενες μέρες στο μυαλό μου- αλλά σήμερα το παραδέχτηκα στον εαυτό μου, ενώ τις προηγούμενες φορές, με πίεζα αρκετά να ασχοληθώ με κάτι για να μπορέσω να πάρω τις σκέψεις μου από εσένα.
Θα κάτσω εδώ όμως, να συνεχίσω να ψάχνω τα τσιγάρα μου, και ξέρεις κάτι; Τα έχω κόψει, μα ξέχασα κι αυτό να σου το πω. Δε μιλάμε, σε λίγο θα κλείσουμε χρόνο που χωρίσαμε, οπότε αν δε στο πω, πώς να το ξέρεις. Είδες πάντως αγάπη μου; Tα καταφέραμε τελικά, χωρίσαμε. Εμείς με τα πολλά πήγαινε -έλα, εμείς που είχαν βαρεθεί κι οι τοίχοι να μας βλέπουν. Όχι, δε θα σου πω καν για τους φίλους μας, εκείνους που ήταν οι τραγικές φιγούρες σε μια ξένη ιστορία -κάθε φορά που το μόνιμο θέμα της παρέας μας ήμασταν εμείς. Αν αντίκριζες τους μορφασμούς που κάνουν τα πρόσωπά τους όταν μιλάω για σένα, είμαι βέβαιη πως θα γελούσες κι εσύ.
Φίλοι, αυτοί που ήξεραν το έργο γιατί το είδαν πολλές φορές. Εσύ φεύγεις βιαστικά και γυρνάς πίσω με το κεφάλι στο πάτωμα, εγώ σε δέχομαι. ‘Αυτό έκανα, αυτή ήταν η παράσταση. Έδειχνα κατανόηση βουβά κι ούτε λόγος να θίξω τις αιτίες που έφευγες. Αλλά τα πράγματα άλλαξαν, τώρα καταλαβαίνω. Άνοιγες την πόρτα για να φύγεις να πας στη «φωλιά» σου όπως χαρακτηριστικά μου έλεγες, γιατί ήξερες ότι θα σε αφήσω να γυρίσεις. Kάθε φορά που τα πράγματα δυσκόλευαν, εσύ ήθελες να αποτραβηχτείς, να γευθείς τη μοναξιά σου και να ανακτήσεις δυνάμεις. Όταν είχες το σθένος να το διαχειριστείς μετά από λίγες μέρες, έκανες την εμφάνισή σου με τον πιο διακριτικό τρόπο. Ουσιαστικά όμως ήταν δειλός ο τρόπος σου, όσο κι ο δικός μου. Αλλά θα σου πω πως βαρέθηκα να γυρίζω τη μανιβέλα για να πάρει μπροστά η μηχανή. Βαρέθηκα κάθε φορά να δικαιολογώ τα μηδαμινά που έδινες και να τα θεοποιώ, βαρέθηκα και τον δικό μου φόβο και το βόλεμά μου. Ήξερα πως συμβιβάζομαι, αλλά συνέχιζα να το επιλέγω.
Όχι αυτή τη φορά όμως, όχι τώρα που πάλεψα με τα μέσα μου. Δεν ξέρεις πόσα δάχτυλα έσπασα για να μη σου στείλω μήνυμα. Δεν ξέρεις πόσες φορές έκοψα τη γλώσσα μου για να μη σου μιλήσει και πόσες φορές έστριψα το αυτοκίνητο για να μη φτάσει στο σπίτι σου. Τόσες φορές με κατέστρεψα για να με χτίσω πάλι. Να κάνω μια νέα αρχή, με νέες συνήθειες χωρίς εσένα. Τόσο σκληρά μου φέρθηκα και δε με λυπήθηκα καθόλου. Γιατί τον μεγαλύτερο πόνο τον προκάλεσα η ίδια στον εαυτό μου, κάθε φορά που έμενα, φώναζα, γκρίνιαζα κι έκλαιγα αντί να τα παρατήσω. Ούτε στιγμή πάντως δε μου έδειξα οίκτο. Στις πληγές που είχαν μείνει ανοιχτές, το αλάτι το είχα τόσο πρόχειρο, που κάθε τρεις και λίγο τις ξέπλυνα με αυτό μέχρι να κλείσουν. Δεν είχα φωνή να με ακούσω, δεν είχα αυτιά για να συλλάβω κάθε νέο ήχο διαμαρτυρίας. Υπήρχε το τίποτα, και με αυτό πορεύτηκα.
Σε εκείνο το παρόν που έχτισα, χωρίς εσένα, χωρίς τη θύμησή σου, συνέχισα ακάθεκτη. Εκεί στη σιγουριά και την απόλυτη ηρεμία μου. Και τότε, όπως όλοι ισχυρίζονται «όταν δεν το περιμένεις έρχεται», έτσι και εσύ εμφανίστηκες δειλά και πάλι. Μα δε σου ζήτησα να το κάνεις, αυτή τη φορά πίστεψα πως το τέλος μας θα φτάσει τέρμα. Ακόμη το πιστεύω, αλλά κοίτα να δεις που αυτή η εμφάνιση έχει και τη γοητεία της. Κάτι σκίρτησε ελαφρά στο στέρνο μου με αυτή και τώρα αυτά τα τσιγάρα δεν τα βρίσκω.
Και πώς να τα βρω; Αφού σκέφτομαι μόνο εσένα. Είναι ακόμα γλυκιά η σοκολατένια σου επιδερμίδα, η τραχεία φωνή και το ανδρικό σου άγγιγμα. Ανατριχιάζω σκεπτόμενη πως θα σε δω, πως θα σε έχω δίπλα μου και θα μπορώ να γευτώ το άρωμά σου. Είναι τόσα πολλά, που συνεχίζω να ψάχνω για να αφήσω το μυαλό να ηρεμήσει από τον καταιγισμό των αναμνήσεων, μα δεν μπορώ.
Τι δύναμη κρύβει η ύπαρξή σου στη ζωή μου και πώς γίνεται μετά από ένα χρόνο σχεδόν να έχεις τόση δύναμη και να μπορείς να αναρριχηθείς με τέτοια άνεση στο μυαλό μου. Το φοβάμαι αυτό που κάνεις, γιατί δεν μπορείς άξια να αναλάβεις μια θέση στη ζωή μου. Θέλει σταθερότητα, υπομονή και αγάπη. Δεν ξέρω σε τι απ’όλα υστερείς, αλλά ξέρω πως δε θα πετύχει.
Σαλεύω από τις σκέψεις και δε γνωρίζω να σου πω τι θα λειτουργήσει τώρα που δε λειτούργησε τότε. Φοβάμαι να έρθεις, αλλά φοβάμαι και να μη σε ξαναδώ. Δεν ξέρω τι απ’τα δυο θέλω. Η μάλλον θέλω ένα «τόσο-όσο», να περάσεις μόνο για λίγο. Μπορείς;
Θέλουμε και τη δική σου ιστορία!
Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!
Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!
Επιμέλεια κειμένου: Ζηνοβία Τσαρτσίδου