Γράφει η Γ.Μ.
Όλα ξεκίνησαν ένα μεθυσμένο βράδυ Τρίτης. Από εκείνα στα οποία τα εγκεφαλικά σου κύτταρα έχουν καεί απ’ το ποτό και το μυαλό δε λέει να ξεχάσει. Είναι οι νύχτες εκείνες που χρειάζεσαι απεγνωσμένα συντροφιά και το σύμπαν έχει γαμηθεί για άλλη μια φορά φροντίζοντας φίλοι και γνωστοί να είναι εξαφανισμένοι. Κάπως έτσι κατέφυγα σε σένα.
Πάντα έλεγα ότι οι πιο όμορφες γνωριμίες γίνονται με τους πιο περίεργους και λάθος τρόπους. Δε σε χαιρέτησα καν, μπήκα κατευθείαν στο θέμα που με έκαιγε διότι ήθελα κάπου να ξεσπάσω τη φουρτούνα μου για να ξεθυμάνω. Κι έμαθες μέσα σε μια ώρα πράγματα που άλλοι δεν έμαθαν ποτέ, κι ας με ξέρουν χρόνια ολόκληρα.
Ξέρεις είναι κάποια άτομα που σου φαίνονται πολύ δυναμικά και με έντονη προσωπικότητα, τα κρυφοθαυμάζεις, θες να τα γνωρίσεις αλλά θεωρείς κιόλας ότι είσαι λίγη κοντά τους. Κάπως έτσι κι εσύ. Δεν πέρασες ποτέ απαρατήρητος. Το καθετί που έλεγες φαινόταν καλά ψαγμένο και πήγαζε από μέσα σου. Το χιούμορ σου κομψό κι έξυπνο.
Σε θαύμαζα από απόσταση διότι το κοντά είναι τρομακτικό για κάποια σαν κι εμένα, η απόρριψη είναι τρομακτική και την είχα δεδομένη. Κι όχι, δεν είχε να κάνει με το φόβο της ερωτικής απόρριψης. Γενική ήταν η ανησυχία μου. Τι θα μπορούσα να πω για να κρατήσω το ενδιαφέρον σου αμείωτο για περισσότερο από πέντε λεπτά;
Φοβόμουν μη χαθώ στο βάθος τον απόψεών σου. Δεινή κολυμβήτρια δεν υπήρξα ποτέ, ίσα-ίσα μπορώ να πνιγώ ακόμη κι εκεί που το κύμα ξεψυχάει στην άμμο. Κοίτα να δεις που τελικά μιλούσαμε όλο το βράδυ κι επέζησα, κολύμπησα στο βάθος σου κι αναζωογονήθηκα.
Ένιωσες ποτέ έλξη χωρίς να ξέρεις τι ακριβώς ήταν αυτό που σε τράβηξε στον άλλο; Αυτό ένιωσα για σένα κι ας μη σε ήξερα καθόλου. Τελικά, ξέρω ότι ήταν η αντίθεση πάνω σου. Σκληροτράχηλο, σχεδόν αλήτικο, εξωτερικό και μαλακό, καθάριο βλέμμα. Δεν είδα ποτέ αυτά τα δυο να συνυπάρχουν τόσο αρμονικά. Παλεύεις να κρύψεις το μέσα σου καμουφλάροντας το έξω σου.
Δεν κρύβεται όμως αυτό. Και δεν μπορώ να καταλάβω, γιατί να θες να κρύψεις κάτι τόσο σπάνιο. Είναι στις κουβέντες που πετάς, έστω κι ασυναίσθητα, ίσως.
Κοίτα που έπρεπε να μεθύσω για να σε γνωρίσω. Πολλές οι συγκυρίες που οδήγησαν εδώ. Να μου πεις θα μπορούσα να απευθυνθώ οπουδήποτε αλλού, αλλά στο μεθύσι επάνω παίρνουν το τιμόνι οι κρυφές επιθυμίες. Κάπως έτσι κι εγώ. Επιλογές είχα. Το γιατί εσένα το ξέρουμε κι οι δυο. Δεν ήθελα κάποιον να φλερτάρω και να κάνω ανούσιες συζητήσεις. Ήθελα απλώς κάπου να μιλήσω κι ήσουν εκεί διαθέσιμος, οπότε άρπαξα την ευκαιρία.
Εξερεύνηση το αποκάλεσες. Βρήκες βάθος στα ρηχά μου, σε μια λωρίδα γης βρήκες μέρη να εξερευνήσεις και πράγματα ν’ ανακαλύψεις. Με έκανες να νιώσω ότι έχω ουσία μέσα μου τελικά και μπορώ να παίξω σαν βασικός σε μια ομάδα κι όχι σαν αναπληρωματικός.
Είναι όμορφο να γνωρίζεις ανθρώπους και να βλέπεις ότι υπάρχει ακόμη καλοσύνη κι ενδιαφέρον στον κόσμο. Μου κίνησες το ενδιαφέρον ακόμη πιο πολύ κι όσο περισσότερο σε γνωρίζω, τόσο περισσότερο θέλω να συνεχίσω να ψάχνω για τα διαμαντάκια που οι άλλοι δεν πρόσεξαν πάνω σου.
Χαρτογράφηση άγνωστων μονοπατιών κι απ’ τις δυο πλευρές. Κι όταν κάτι τέτοιο συμβαίνει, ξέρεις ότι κάτι καλό αρχίζει. Μπορεί και να πέφτω έξω, αλλά αυτή η ρημάδα η διαίσθησή μου δε με έχει απογοητεύσει ποτέ μέχρι τώρα. Λέω να το ζήσουμε κι όπου θέλει ας βγει. Όσες καλημέρες και καληνύχτες αντέξουμε φτάνει να τις νιώθουμε.
Τι κι αν το μπουκάλι κρασί τελείωσε και το μεθύσι πέρασε, λοιπόν; Εσύ έμεινες και θα ανοίξουμε το επόμενο μπουκάλι μαζί συζητώντας για εκείνο το μεθυσμένο βράδυ Τρίτης που μπήκα στη ζωή σου.