Γράφει η Αλεξάνδρα.

 

Όλοι έχουμε μία ιστορία που μας άλλαξε. Αυτή που ήπιαμε πολύ για να ξεχάσουμε και από τοτε τη θυμόμαστε μόνο όταν πίνουμε.

Η ιστορία αυτή είναι δυσάρεστη. Το τέλος της απλά σε βρήκε μόνο, να μισείς πολύ αυτόν που σε έβαλε σ’ αυτή τη θέση και ακόμα περισσότερο τον εαυτό σου, που του το επέτρεψε.

Σου φέρθηκαν άσχημα, το πόσο δεν έχει σημασία. Το συναίσθημα που θα σου αφήσει είναι αυτό που μετράει. Αυτή η ιστορία αφορά μόνο εσένα. Το ότι πληγώθηκες είναι αρκετό για να γίνει η ιστορία σου δυσάρεστη.

Η ιστορία όμως αυτή ανήκει στο παρελθόν, το ίδιο και ο αδύναμος εαυτός σου που πήρε μέρος σε αυτή. Δεν έχει σημασία πόσος καιρός έχει περάσει, μοιάζει πολύ μακρινό. Τόσο μακρινό που είναι σαν ξένο. Στην ιστορία πλέον δεν είσαι εσύ. Συνεχίζει να είναι μια δυσάρεστη ιστορία, πλέον όμως όχι η δική σου.

Όταν θα τη διηγείσαι θα πονάς, αλλά με έναν διαφορετικό τρόπο, πιο «διδακτικό». Θα βλέπεις τα γεγονότα σαν τρίτος. Θα είσαι σε θέση να κρίνεις και να αξιολογήσεις, αλλά όχι να μετανιώνεις. Είπαμε, πλέον δεν είσαι εσύ μέσα. Μετά από λίγο θα ξεθωριάσει και όλο το «μίσος» σου. Τότε ξέρεις πως άξιζε όλος ο πόνος που ένιωσες.

Όπως και στις ταινίες. Πάντα υπάρχει κάποιος που αντιπαθούμε, αλλά επειδή είναι απλά ένας ρόλος δεν μπορούμε να τον μισήσουμε στην πραγματικότητα. Αν δεν υπήρχε αυτός, να παίξει το ρόλο του, τίποτα δε θα ήταν ίδιο. Νομίζω πως δεν μπορώ να περιγράψω αυτό το συναίσθημα καλύτερα. Αυτός ο άνθρωπος που τόσο μίσησες μετά από λίγο δε θα είναι παρά ένας ρόλος στη ζωή σου, που ποτέ δε συμπάθησες. Χωρίς να τον μισείς στην πραγματικότητα.

Το παραμύθι σου ήθελε και τον κακό του, έτσι ώστε να δεις πως δεν είναι όλοι καλοί. Το έμαθες με τον άσχημο τρόπο, αλλά τώρα δε θα το ξεχάσεις ποτέ.

Μα πόσο αφελής ήσουν τότε; Σκέφτεσαι. Πώς γίνεται να μην είδες αυτό που τόσο ξεκάθαρα βλέπεις τώρα;

Χρειαζόσουν έναν άνθρωπο να σου ρίξει μια σφαλιάρα. Αν πονέσεις, την επόμενη φορά θα προσέχεις περισσότερο. Οπότε πλέον προσέχεις πολύ.

Δε θα πω «από τα λάθη μαθαίνουμε», γιατί έτσι είναι σαν να δεχόμαστε πως το λάθος ήταν δικό μας. Δεν ήταν. Απλά είδαμε τη θετική πλευρά στο λάθος του άλλου. Δε σημαίνει πως συγχωρούμε. Απλά εκτός από σκέτο «Άντε γαμήσου», θα του πούμε «Άντε γαμήσου, ευχαριστώ» ή «Ευχαριστώ, άντε γαμήσου» και δεν ξέρω σε τι από τα δύο πρέπει να δώσουμε περισσότερη έμφαση.

Επειδή πληγώθηκες πολύ, σήμερα αντέχεις περισσότερο. Επειδή είδες τα χειρότερα, πλέον έμαθες να αναγνωρίζεις τα καλύτερα. Τώρα ξέρεις πως υπάρχουν άνθρωποι που δεν τους νοιάζει αν θα πληγωθείς και μένουν έξω από τη ζωή σου. Τελικά όταν σταμάτησες να κλαις, είχες αλλάξει.

Τελικά αυτός που μας πόνεσε περισσότερο ήταν και αυτός που μας άλλαξε. Είμαστε καλύτεροι χάρη σ’αυτόν. Χωρίς να το ξέρει και σίγουρα, χωρίς να το θέλει. Το μίσος δεν έχει εξαφανιστεί, ο νέος μας εαυτός όμως απλά το αγνοεί. Ο νέος μας εαυτός είναι απλά καλύτερος.