Γράφει η Μαρία Αντωνίου.

 

Πώς πέρασε πάλι έτσι η ώρα; Πριν λίγο δεν μου χτύπησες την πόρτα και προτού προλάβω να πω λέξη με άρπαξες στην αγκαλιά σου και με φίλησες λες και θα ήταν η τελευταία φορά; Και τώρα κοιμάσαι εδώ δίπλα μου και πρέπει να σε ξυπνήσω, να σου πω πως πρέπει να φύγεις.

Περνάνε τόσο γρήγορα τα λεπτά όταν είμαστε μαζί. Aκόμη ένα λεπτό, σκέφτομαι και τρέχω να προλάβω να στα πω όλα. 

Αποφάσισα να πάρω τη ζωή μας στα χέρια μου. Ναι, πλέον το έχω αποφασίσει. Δεν είμαι τόσο δειλή, όσο νομίζεις. Μπορεί ν’ ανέχομαι, ν’ ακούω χωρίς να αντιμιλώ για να μην ταράζω τα νερά, όμως μέσα μου βράζω και μηχανεύομαι χίλιους τρόπους να πάρω όλους αυτούς τους ανθρώπους μακριά από μας, μακριά από αυτή την τρελή μας σχέση. Αυτούς τους ανθρώπους που πίσω από την πλάτη σου λένε να σε παρατήσω γιατί δεν κάνεις για μένα. Εσύ, δεν κάνεις για μένα; Πόσο λάθος έχουν.

Πιστεύεις ότι δεν υπερασπίστηκα αυτή τη σχέση όσο έπρεπε. Ότι δεν πιστεύω σε μας και σε αυτά που νιώθεις. Όχι, μόνο τα πιστεύω, οφείλω να σου πω, αλλά τα βλέπω κιόλας.

Πάνω από όλους βάζω εσένα. Είναι σαν την τροφική πυραμίδα. Όσο ανεβαίνει τόσο πιο απαραίτητες και ωφέλιμες είναι οι τροφές, μέχρι που φτάνει στην κορυφή. Κι εσύ είσαι η πιο απαραίτητη τροφή για τον οργανισμό μου. Γιατί αγγίζεις κάθε μου φλέβα, μιλάς στις αισθήσεις μου, ξέρεις τι σκέφτομαι προτού μιλήσω, καταλαβαίνεις το ψέμα μου, με νιώθεις όσο κανείς άλλος. Κανείς δεν έχει καταφέρει αυτό που κατάφερες εσύ και σκέψου με ξέρεις τόσο λίγο.

Αυτό που νιώθουμε εμείς μωρό μου συμβαίνει μια στις χίλιες. Δεν το νιώθουν πολλοί. Κι αν μ’ αγαπούν πραγματικά, θα καταλάβουν. Δε θα το θυσιάσω για να ‘χω τη συμπάθεια τους, δε θα σ’αφήσω, για να νιώθουν εκείνοι κερδισμένοι. 

Γιατί οι μόνοι κερδισμένοι είμαστε εμείς. Με ξεχώρισες και σε ξεχώρισα από την πρώτη ματιά. Ο κόσμος σου κι ο κόσμος μου όταν είμαστε μαζί δεν έχουν σημασία κι ας είναι τόσο διαφορετικοί.

Και στ’ ορκίζομαι τώρα, ένα λεπτό πριν σε ξυπνήσω, ότι δε θ’ αφήσω κανένα να μπει ποτέ ξανά ανάμεσά μας. Ποτέ πια δε θα μ’ επηρεάσουν τα λόγια των φίλων. Δεν ξέρουν αυτοί. Δεν έζησαν αυτό που ζούμε. Κανένας δεν είναι μες στο σπίτι μας, κανένας δε δικαιούται να έχει γνώμη.

Στ’ ορκίζομαι ότι θα πάρω το δύσκολο δρόμο του έρωτα κι ας καταλήγει στο τέλος σε γκρεμό.