Γράφει η Έρρικα.
Με υποτίμησες. Ξεκάθαρα. Εμένα, που έχω ξεγελάσει τόσους και τόσους. Δεν το λέω για να καυχηθώ. Το αναφέρω ως γεγονός. Οι αριθμοί, άλλωστε, μιλούν από μόνοι τους. Με υποτίμησες γιατί νόμισες πως έπιασες τα όριά μου, γιατί νόμισες πως μπόρεσες να με φτάσεις. Δεν έχω μεγάλη ιδέα για τον εαυτό μου. Έχω την ιδέα που μου πρέπει.
Νόμισες, λοιπόν, πως ήσουν στα κυβικά μου. Ή μάλλον, πως ήμουν στα κυβικά σου. Με υποτίμησες. Γιατί πίστεψες πως οι ανάγκες κι οι επιθυμίες μου είναι ίδιες με τις δικές σου. Εγώ δε ζω για να με βλέπουν, δεν ανεβαίνω σκαλιά για να χαιρετήσω τους από κάτω, ούτε διαπρέπω στη δουλειά μου μονάχα για ν’ ακούσω το χειροκρότημα. Δεν έχω ανάγκη το «μπράβο» κανενός, δεν έχω την ανασφάλεια να αρέσω, ούτε την ανάγκη να το παίξω κάτι. Δεν ακολουθώ διαταγές απ’ τους φίλους μου, ούτε στηρίζω την προσωπικότητά μου ανάλογα με τους γύρω μου.
Είναι το λίγο που είχες, που εγώ το είδα για πολύ και γι’ αυτό έμεινα τους μήνες που έμεινα. Κι ήρθες εσύ να μας τελειώσεις, που δεν είχες δικαίωμα, δεν είχες καν τεκμήρια. Και τότε κατάλαβα πως με υποτίμησες. Πίστεψες έστω και για μία στιγμή ότι εγώ ήμουν στην επιφάνεια, στο «φαίνεσθαι» της ιστορίας. Πίστεψες πως το αντιμετωπίσαμε το ίδιο. Πίστεψες τα λόγια μου όταν σου έλεγα πώς έπρεπε να γίνει. Πίστεψες όταν είδες τη μάσκα που φορούσα πως όλα ήταν καλά, ενώ όταν έφευγες κουβάλησες μαζί σου όλο το οξυγόνο του σπιτιού μου, και τώρα δεν μπορώ να ανασάνω.
Με υποτίμησες. Νόμισες πως δεν έχω συναίσθημα. Πίστεψες πως είμαι σαν κι εσένα. Μα είμαι τόσα πολλά περισσότερα από ‘σένα. Έχω μήκος και βάθος. Δίνομαι και μετράω καλά τους ανθρώπους στη ζωή μου. Τους θρηνώ όταν φεύγουν και τους υποδέχομαι με γέλια όταν έρχονται. Διαβάζω βιβλία και βλέπω ταινίες, και ταξιδεύω και γνωρίζω ανθρώπους, και προσπαθώ κάθε μέρα και πιο πολύ, και μαθαίνω κάθε μέρα από ‘μένα, απ’ τα λάθη μου και τα σωστά μου, και στοχάζομαι, και σκέφτομαι, και καταλαβαίνω.
Με υποτίμησες. Κι αυτό γιατί με μπέρδεψες με σένα. Με σένα που είσαι η ανάγκη σου για επιβεβαίωση, η ανάγκη σου για αγάπη, η ανάγκη σου να αρέσεις, η ανάγκη σου να σε θρέψουν όταν δε θρέφεις τον εαυτό σου. Οι άνθρωποι δεν είμαστε ανάγκες, όμως. Οι άνθρωποι είναι αυτό που είναι αβίαστα κι απλά. Μα εσύ παλεύεις να χωρέσεις σε ένα σώμα κι ένα μυαλό που φαίνεται πως δε σου ανήκουν, πως δε σε κάνουν να νιώθεις άνετα. Παλεύεις να δημιουργήσεις προσωπικότητα και χαρακτήρα. Αν τα καταφέρεις, είμαι σίγουρη ότι θα ζητήσεις συγχαρητήρια. Και πάλι, χάνεις το νόημα!
Μα ας μην το κάνουμε κι αυτό για ‘σένα. Ένα κράτα από ‘μένα. Με υποτίμησες. Κάνε το άλλη μία να γελάσουμε.
Θέλουμε και τη δική σου άποψη!
Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!
Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!