Γράφει η Ολίβια.
Θέλω μόνο τα δικά σου «σ’ αγαπώ». Τα ‘χω ξεχωρίσει από πολλά άλλα που πέρασαν. Τα ένιωσα πριν καν μου τα πεις. Τα είδα πρώτα μέσα στα μάτια σου. Τα ένιωσα στο πρώτο σου άγγιγμα, ξέροντας τον ήχο τους πριν καν ειπωθούν. Τα δικά σου «σ’ αγαπώ» μου πάνε περισσότερο από όλα.
Ακούγονται πάντα σαν να τα λες πρώτη φορά, κι ας φροντίζεις να μου τα χαρίζεις συχνά. Δεν μπορώ να φανταστώ ξύπνημα δίχως αυτά. Θα ήταν ένα άχαρο πρωινό που κανείς δε θέλει, σαν εκείνο που δεν έχει καφέ για να ανοίξουν τα μάτια. Δεν μπορώ να φανταστώ καληνύχτα δίχως αυτά. Θα ήταν ατελής η ημέρα μου κι αιώνια, αν δεν τελείωνε με τα δικά σου «σ’ αγαπώ».
Θέλω μονάχα τα δικά σου «σ’ αγαπώ», γιατί με καθηλώνουν κάθε φορά που τα ακούω. Κάθε γράμμα και μία ανάσα για να τονίζουν ακόμη πιο πολύ τη φράση. Κάθε συλλαβή και μία υπόσχεση για να με κάνουν να τα αγαπώ δυνατότερα. Και μένω εκεί να τα χαζεύω.
Δεν είναι κτητικά τα «σ’ αγαπώ σου». Δεν έχουν σκοπό να πολιορκήσουν και να δηλώσουν το απόλυτο «εγώ». Δε στερούνται συναισθημάτων κι εκφραστικότητας. Είναι μοναδικά και δεν αντιγράφονται. Διψάω για τα δικά σου «σ’ αγαπώ» και περίμενα πολύ για να νιώσω πως ξεδίψασα.
Τα δικά σου «σ’ αγαπώ» έχουν πολλές γεύσεις. Γλυκά και ρομαντικά για να μου θυμίζουν πως ο ιπποτισμός υπάρχει ακόμη. Γεμάτα ένταση σε στιγμές που θα νιώσουμε απίστευτη έλξη. Δροσερά για να ηρεμήσουν τις διαφωνίες μας. Προκαλούν άπειρα συναισθήματα για να βλέπεις τις δικές μου αντιδράσεις.
Κι όταν σε ρωτάω αν τα έχεις ξαναπεί με αυτόν τον τρόπο, μου απαντάς «όχι». Ούτε τα έχεις ακούσει με αυτόν τον τρόπο ξανά. Είναι σαν να βάζεις μέσα τους όλη σου την ενέργεια για να τα προφέρεις. Τόσο πολύ τα νιώθεις που αλλάζει η χροιά σου όταν φεύγουν απ’ τα χείλη σου να συναντήσουν τα δικά μου.
Τα δικά σου «σ’ αγαπώ» είναι τα δικά μου «θέλω» σε κάτι που δε θέλω να τελειώσει. Είναι αληθινά και μου φωνάζουν «μείνε». Με αποζητούν μέσα στην ημέρα κι όταν με συναντούν γίνονται κομμάτι μου. Κι αν κάποιες φορές αργήσουν να με βρουν, έχω ακόμη την ένταση του ήχου τους απ’ την τελευταία φορά που τα άκουσα να μου κρατάει συντροφιά, να σπάει τη μοναξιά.
Τα «σ’ αγαπώ» σου είναι αυθόρμητα. Δεν είναι κομμάτι ρουτίνας για να δείξεις απλά πως ειπώθηκαν, διεκπεραιωτικά, να βγει η υποχρέωση. Αν είναι οι άνθρωποι να λένε τα «σ’ αγαπώ» σαν αγγαρεία ή από τύψεις, για να γραφτεί στα πρακτικά πως τα είπανε, καλύτερα να μην ειπωθούν ποτέ. Ευτυχώς, τα δικά σου δε μοιάζουν μ’ αυτά.
Γι’ αυτό θέλω μόνο τα δικά σου, γιατί είναι αλλιώτικα, απρόσμενα, υπέροχα. Με κάνουν να χαμογελώ. Με κάνουν να αγαπώ, να θέλω να δώσω στους γύρω μου. Με κάνουν απλά καλύτερο άνθρωπο, βγάζουν το ομορφότερο «εγώ» μου, αυτό που είχα ξεχάσει πως υπάρχει, που το είχα σκεπάσει για να το προστατεύσω από απογοητεύσεις.
Συνέχισε να μου δίνεις τα δικά σου «σ’ αγαπώ», γιατί μονάχα αυτά θέλω. Τα αγαπώ πολύ απλά επειδή είναι δικά σου. Βγαλμένα απ’ το δικό σου υπεύθυνο μυαλό, με την παιδικότητα που τους πρέπει. Αταίριαστα ταιριαστά σε έναν κόσμο που έχει ξεχάσει τι σημαίνει να αγαπάς, τι σημαίνει να σε αγαπούν.
Θέλω μονάχα τα δικά σου «σ’ αγαπώ», γιατί δεν έχουν ημερομηνία λήξης επάνω τους. Θα συνεχίσουν να υπάρχουν, ακόμη κι αν αλλάξουν πολλά. Οι ρίζες τους, βλέπεις, είναι βαθιές. Κι αν ποτέ κάποιος προσπαθήσει να τα ξεριζώσει, θα δυσκολευτεί τόσο που θα τα παρατήσει.
Τα δικά σου «σ’ αγαπώ» είναι πολύτιμα για εμένα. Τα θέλω και τα αποζητώ κάθε στιγμή της ημέρας. Μη σκεφτείς να μου τα στερήσεις, θαρρώντας πως θα καλομάθω αν τα ακούω συχνά. Τα ‘χω ανάγκη για να αντέχω πολλά. Τα ‘χω ερωτευτεί τα δικά σου «σ’ αγαπώ», τόσο ώστε να μου γίνουν πια εθιστικά.
Τα «σ’ αγαπώ σου» είναι δικά μου. Μου πάνε, μου ταιριάζουν, με κάνουν δική τους.