Γράφει η Αφροδίτη.
Επισκέφθηκα κάτι παιδιά πρόσφατα. Παιδιά που έχουν κάποια προβλήματα, ξεχωριστά παιδιά. Από αυτά τα λίγα που η ψυχή τους μένει αιώνια αγνή και καθαρή. Πιάσαμε την κουβέντα. Τους έλεγα τα δικά μου για την αγάπη και τους ανθρώπους. Τα ωραία μόνο. Τα άσχημα για τον κόσμο αυτό δε χρειάζεται να τα ξέρουν. Και όσοι τα ξέρουμε τι καταλάβαμε δηλαδή; Μπορούμε να κάνουμε και κάτι ουσιαστικό; Μόνο να κάνουμε τον εαυτό μας καλύτερο και να ελπίζουμε.
Και καθώς τους μιλούσα λοιπόν, ένα παιδί από τα μεγαλύτερα σε ηλικία μου λέει «είσαι πάρα πολύ όμορφη κυρία, ποιον αγαπάς;». Και γέλασαν όλα μαζί ψευτοΰπουλα και χαριτωμένα και γέλασα κι εγώ μαζί τους. «Με πιάσατε», τους λέω. «Προδόθηκα. Αγαπώ κάποιον ναι, αλλά δεν τον γνωρίζετε». Κι αμέσως με ρώτησαν ξανά «πώς είναι;». Κι εκείνη τη στιγμή πέρασαν αστραπιαία δεκάδες εικόνες από το μυαλό μου. Τα χέρια σου, τα μάτια, η φωνή, η μυρωδιά σου. Δεν ήξερα από πού να αρχίσω να σε περιγράφω και πού να σταματήσω και τους απάντησα απλά και χαμογελαστά, «μοιάζει με την αγάπη».
Και τώρα που είμαι μόνη, κάθομαι και σκέφτομαι πώς θα απαντούσα αν μου ζητούσαν ξανά να σε περιγράψω. Και πώς να είμαι αντικειμενική όταν μετά από τόσα χρόνια η παρουσία σου με τρελαίνει με ακριβώς τον ίδιο τρόπο όπως και την πρώτη φορά; Πάνε μήνες βέβαια που έχω να σε δω, να σε αγγίξω. Πλέον σε βλέπω μόνο μέσα από κάτι φωτογραφίες με άλλους ανθρώπους, να κάνεις άλλα πράγματα, να γελάς. Ευτυχώς είσαι καλά και ζεις το όνειρό σου και όλα αυτά που κάποτε λέγαμε ότι θα ζούσαμε μαζί.
Όλα ξένα πλέον για μένα, όμως το κέντρο τους είσαι εσύ όπως και το δικό μου. Κι έτσι όπως σε βλέπω, θα ξεκινούσα λέγοντας ότι είσαι το πιο όμορφο πλάσμα που έχω συναντήσει στη ζωή μου. Όμορφος από κάθε άποψη. Κάθε λεπτομέρεια και κάθε γραμμή στο πρόσωπο και στο σώμα σου είναι μοναδικά και ήταν δικά μου για λίγο.
Τα μάτια σου έλεγαν πάντα την αλήθεια, αυτή που δεν μπορούσες κάποτε να ξεστομίσεις. Τα χέρια σου απαλά και τα μπράτσα σου δυνατά, το στόμα σου θάλασσα και τα φιλιά σου κύματα. Περνούσα το χέρι μου από το κεφάλι σου και το άφηνα να κυλάει προς τα κάτω απλά και μόνο για να πιστέψει ότι πραγματικά εσένα αγγίζει. Τραβούσα τη μυρωδιά σου δυνατά και άφηνα το πουλόβερ μου άπλυτο για να σε νιώθω κοντά μου και τις επόμενες μέρες. Και αυτό το χαμόγελο που με έκανε τόσο ευτυχισμένη, πόσο μου λείπει.
Έχεις αυτό το χάρισμα να μαγεύεις τους ανθρώπους γύρω σου. Να κάνεις τις γυναίκες να τρέχουν ξοπίσω σου και τους άντρες να ζηλεύουν. Είσαι δυνατός και ευαίσθητος μαζί. Είσαι μυστήριος και συνηθισμένος. Με τα πάθη και τα λάθη σου. Δεν είσαι τέλειος, κανείς δεν είναι, όμως κι αυτές οι ατέλειες στο χαρακτήρα σου ήταν τόσο ανθρώπινες και συμπαθητικές που ήθελα να τις σφίξω στην αγκαλιά μου για να γιατρευτούν.
Πάνω απ’ όλα είσαι αυτός που αγαπώ. Aν με ρωτούσαν ξανά, λοιπόν, πώς μοιάζεις, θα απαντούσα και πάλι με την ίδια φράση, «με την αγάπη».