Γράφει η Έλενα.

 

Μερικά βράδια θυμάμαι, ψάχναμε κάποια τρελή ιδέα για να εφαρμόσουμε. Σκεφτόμασταν πώς θα περάσει ο χρόνος μας παραγωγικά και πώς θα τον γεμίσουμε με όμορφα αγγίγματα και τέχνη. Μερικά βράδια βλέπεις, ήταν ομορφότερα από άλλα, γιατί εκείνα δεν έλειπες.

Δεν ήμασταν κάτι αλλά στο μυαλό μου ήμασταν τα πάντα και τα βράδια που περνούσαμε αγκαλιά δημιουργώντας στιγμές, ήταν ανεκτίμητα. Δεν ήμασταν κάτι, αλλά στο μυαλό μου σχηματίζαμε το πιο όμορφο και γλυκό ζευγάρι, ταιριάζαμε πολύ, μαλώναμε λίγο και κάναμε έρωτα ασταμάτητα, αχόρταγα και γλυκά. Στο μυαλό μου δεν είχε σημασία που η σχέση μας δεν είχε ταμπέλα, αλλά που τη ζούσαμε στο τέρμα.

Γιατί με κανέναν άλλον δεν έπαιξα κρυφτό στα 24 μου, ένα ζεστό βράδυ του Ιούλη και με κανέναν άλλον δε γελούσα όταν με έκλεβε τόσο χαριτωμένα στο σκάκι και στο όνομα-ζώα-φυτά. Αλλά εσύ ήσουν διαφορετικός για μένα και αυτό ήταν που μετρούσε.

Μαζί γελούσαμε δυνατά, μιλούσαμε σιγανά, πηγαίναμε σε πορείες και διαδηλώναμε αγκαλιά. Απαιτούσαμε μαζί το καλύτερο και πίναμε μπίρες σε σκαλιά πολυκατοικιών μέχρι να πάρει ο ύπνος τον έναν από τους δυο μας. Μαζί δεν είχε σημασία το τι θα πει ο κόσμος ή ποιος θα λέγαμε στους φίλους ότι είσαι εσύ και ποια είμαι εγώ, σημασία είχε ότι περνούσαμε καλά κι αυτό πάντα λέγαμε.

Μαζί, μετρούσε μόνο ότι τα κορμιά μας ταίριαζαν τέλεια και ανέπνεαν γλυκά. Μετρούσε η γλύκα και η αγριάδα που φέρναμε στο κρεβάτι και τα ένστικτα που μοιραζόμασταν. Μετρούσε η αγάπη μας, το πόσο θέλαμε ο ένας τον άλλον και το ποσό τρελοί ήμασταν.

Κι ενώ όλα αυτά είναι ωραία, ήμασταν όντως τρελοί. Γιατί είχαμε όλα αυτά και δεν τα κάναμε κάτι περισσότερο, από φόβο μη γίνουν λιγότερα κάποια στιγμή και πονέσουμε. Είχαμε τα πάντα και δεν τα εκτιμήσαμε αρκετά, επειδή ήμασταν λίγοι για εκείνα.

Κι εκείνα τελικά τα βράδια που έλειπες, εγώ το ήξερα αυτό. Ήξερα πως ναι μεν δε μετράει η ταμπέλα, αλλά ήξερα και πώς την θέλω. Ήξερα πως θέλω να είμαι το κοριτσάκι σου και να με περιποιείσαι τα βράδια. Γνώριζα πως ήθελα να είσαι δικός μου και να σε μοιράζομαι μόνο με το κρεβάτι μας. Ήξερα πολλά αλλά επέλεξα να σιωπήσω και να συμβιβαστώ.

Εσύ δεν ξέρω αν κατάλαβες, μα ξέρω ότι ήξερες πώς αισθάνομαι κι ίσως να εκμεταλλεύτηκες λιγάκι τη σιωπή μου. Αυτό μονάχα που μετράει όμως, είναι πως τα βράδια που ήσουν δίπλα μου, μου έλειψαν πολύ και τα ψάχνω σε κάθε σχέση, σε κάθε κρεβάτι και κάθε γνωριμία.

Σε κάθε πρόσωπο ψάχνω εσένα και σε κάθε κορύφωση τα δικά σου σεντόνια. Κάθε φορά που κλαίω, αναζητώ τον δικό σου ώμο και πάντα όταν είμαι χαρούμενη το χέρι μου πάει αυτόματα να στείλει σε σένα, για να σου πει τα όμορφα νέα. Και εν τέλει, κάθε φορά που ψάχνω κάποιο βράδυ, δε σε βρίσκω πουθενά εκτός από το μυαλό μου, κι αυτό πονάει ακόμα περισσότερο από το να μη σε βρω καθόλου.

Ελπίζω την επόμενη φορά λοιπόν που θα σε αναζητήσω κάποιο βράδυ, να μη σε βρω πουθενά, γιατί μάλλον αυτό είναι το καλύτερο και για τους δυο μας.

Επιμέλεια κειμένου: Ζηνοβία Τσαρτσίδου