Ούτε ζευγάρι είμαστε, ούτε στιγμές πολλές μετράμε. Μια φορά μόνο με κάλεσες στο σπίτι σου και λάτρεψα τόσο εκείνο όσο και τις στιγμές που περάσαμε μαζί. Έκανα όνειρα γι’ αυτό το σπίτι. Όχι, μη φανταστείς όνειρα με παιδιά, σκυλιά κι εσένα να κουρεύεις το γκαζόν. 

Ονειρευόμουν όμως, να γίνω ένα μέρος του, να καταφέρω να το νιώσω κατά κάποιον τρόπο δικό μου. Να με πάρεις ήθελα από το χέρι και να με ξεναγήσεις να δω ένα-ένα τα δωμάτια, να μου δώσεις το ελεύθερο να περιπλανιέμαι στο χώρο, να ανοίγω το ψυγείο χωρίς να σε ρωτάω και να ψάχνω για πετσέτες στα συρτάρια του μπάνιου. Δεν είμαι αδιάκριτη, ούτε περίεργη. Είναι ο τρόπος μου όταν ερωτεύομαι για να νιώσω γρήγορα οικειότητα με τον άλλον. Να του γίνω γρήγορα δική του. Να με συνηθίσει και να τον συνηθίσω.

Όμως μ’ σένα θέλω την ανατροπή. Όσο ερωτευμένη κι αν είμαι μαζί σου, αυτό δε θα το κάνω. Δε θέλω να το κάνω, ξέρεις γιατί; Γιατί θεωρώ τον εαυτό μου όπως κι εσένα περαστικούς που βρεθήκαμε τυχαία στον ίδιο σταθμό. Ναι, είναι ωραίο να κάνουμε όνειρα ότι βρήκε ο ένας στον άλλον αυτό που έψαχνε αλλά αυτά γίνονται στα παραμύθια.

Γιατί άπαξ κι ερωτευτούμε χάνουμε το νόημα και τρέχουμε τόσο γρήγορα να αποδείξουμε στον άλλον ότι είμαστε αυτό που έλειπε από τη ζωή του, που διαλύεται η μαγεία, το μυστήριο και η αίσθηση ανοικειότητας, αυτή που μας κρατά ζωντανούς κι ερωτευμένους για καιρό.

Κι εγώ λαχταρώ αυτήν την αίσθηση του ξένου, του μη οικείου μεταξύ μας. Δε θέλω να περάσει αυτό που έχουμε στο επόμενο επίπεδο. Τουλάχιστον όχι ακόμα. Αν με ρωτήσεις δε θα το ‘θελα ποτέ, αλλά ξέρω ότι δε γίνεται. Γι’ αυτό θέλω να είμαστε σαν δύο ξένοι αλλά με κολλημένα μυαλά και σώματα, γίνεται;

Ξέρω ότι είμαι ένας από τους πολλούς επισκέπτες σου γι’αυτό τα ζύγισα καλά κι αποφάσισα να μην κάνω ούτε ένα βήμα να μπω στο σπίτι σου, χωρίς πρώτα εσύ να μου ‘χεις ετοιμάσει μια γωνιά. Δε θα ζητήσω περισσότερο χώρο.

Στο κατώφλι σου θα σταθώ χαμογελαστή με την ευτυχία ενός μικρού παιδιού, ακριβώς όπως με πρωτογνώρισες και με ερωτεύτηκες, με το ένα πόδι να θέλει να χιμήξει μέσα και με το άλλο να κοιτά προς τα πίσω έτοιμη να την κάνω ανά πάσα στιγμή.

Να σου πω μια αλήθεια;
Μη φοβάσαι. Αν μπω στο σπίτι σου, δε θέλω να με κρατήσεις εκεί. Κι ούτε θέλω να απλώσεις την πραμάτεια σου για να εντυπωσιαστώ. Δεν έχω όρεξη να περιπλανηθώ σε κάθε δωμάτιο σαν αδιάκριτος επισκέπτης κι ούτε θα μείνω για πολλή ώρα όπως γίνεται με τις αρμένικες βίζιτες.

Δε θα γίνει ποτέ το σπίτι σου, δικό μου. Το σπίτι σου, σου ανήκει κι εγώ είμαι απλώς ο άνθρωπος που θα μοιραστούμε μαζί δυο μυστικά καθισμένοι σε μια γωνιά. Μια γωνιά θέλω μόνο να έχεις για μένα, κάπου στο μπαλκόνι εκεί που βλέπει η κρεβατοκάμαρά σου.

Ούτε καν το κρεβάτι δε θέλω να στρώσεις. Το θέλω ξέστρωτο με τσαλακωμένα σεντόνια για να καταλάβω ότι δεν μπήκες σε κανέναν κόπο να με υποδεχτείς. Άσε τα σεντόνια να είναι σαν κουβάρια ακριβώς για να μου μπαίνουν ιδέες. Άμα το δω στρωμένο το κρεβάτι, δε θα θέλω να το χαλάσω κατάλαβες; Θα το θεωρήσω πολύ εύτακτο για τα γούστα μου και θα αποθαρρυνθώ στην ιδέα να κυλιστώ εκεί μαζί σου.

Δεν είμαι κάτι επίσημο να με υποδεχτείς με μεγαλοπρέπεια. Είμαι ακριβώς σαν κι εσένα που νιώθεις άνετα με τα πεταμένα σου ρούχα από δω κι από κει. Αν νιώθεις εσύ άνετα έτσι, το ίδιο θα με κάνεις να νιώσω κι εμένα. Θα μου δώσεις την ευκαιρία να δω κάτι από σένα. Μη μου το έχεις λοιπόν στην εντέλεια το σπίτι, θα μου κάνει απρόσωπο και ψυχρό. Το θέλω όπως το ζεις κάθε μέρα, μέσα στην αταξία για να ταιριάζει με τη δική μου άτακτη φύση.

Μη φοβάσαι και μην απλώσεις κανένα κόκκινο χαλί για να με υποδεχτείς ούτε να βάλεις τα καλά σου. Βάλε εκεί μια βερμούδα που φοράς συνήθως σπίτι και τις άσπρες σου τις κάλτσες, δεν έχω πρόβλημα. Μην ετοιμάσεις δείπνο για να χορτάσω την πείνα μου. Μην ετοιμάσεις τίποτα. Δεν ήρθα εδώ γι’αυτό. Και δεν έχω χρόνο για χάσιμο. Θέλω να χορτάσω εσένα και μόνο.

Φύλαξέ μου μόνο αυτή τη γωνιά που θα είναι αποκλειστικά δική μας. Σε αυτή τη γωνιά θέλω να ζούμε συνεχώς δυο στιγμές γεμάτες από μας. Θα’ ναι για λίγο. Μη φοβάσαι ότι δε θα θέλω να φύγω. Ξέρω ότι έχεις να κάνεις κι άλλα πράγματα στο σπίτι σου και δε θέλω να είμαι μέσα στα πόδια σου. Μέσα και πάνω στα πόδια σου θέλω να νιώθεις το κορμί μου για κείνες τις λίγες ώρες. Τις θέλω λίγες ακριβώς για να μη προλαβαίνουμε να χορτάσουμε. Γιατί άμα σε χορτάσω μετά τι να σε κάνω; Κι άμα σου δίνομαι πολύ και συνεχώς, θα με βαρεθείς.

Θα έρχομαι συχνά, αλλά θα φεύγω. Δε θα φέρνω τίποτα μαζί μου από υποχρέωση. Δε θα αφήσω ούτε ένα αντικείμενο που να μαρτυρά την ολιγόωρη παρουσία μου εκεί.

Δε θέλω, μωρό μου, να μείνω ούτε στο σπίτι σου, ούτε στη ζωή σου. Προτιμώ να κατοικώ μόνιμα στο μυαλό σου, στο μέρος εκείνο από όπου δε θα μπορείς να με βγάλεις ποτέ, παρά να σου μπαστακωθώ αδυνατώντας να πάρεις ανάσα από τη συνεχή παρουσία μου.

Να έρχομαι για τη γωνιά μας. Να λαχταρώ να έρχομαι για κείνο το ξέστρωτο κρεβάτι που μοιάζει πολύ με το δικό μου χάος στο κεφάλι μου που μου προκαλείς όταν σε κοιτάζω. Να ξαποσταίνω για λίγο θέλω και να πίνω ένα ποτήρι νερό στην υγειά μας.

Προς το τέλος της επίσκεψής μου, κάθε φορά θα σου σκάω ένα δυνατό φιλί στα μούτρα και θα ανοίγω με φόρα την πόρτα συνεχίζοντας τη ζωή μου από κει που την είχα αφήσει. Γιατί έξω από την πόρτα σου με περιμένει κι η δική μου ζωή, καλέ μου.

 

Επιμέλεια Κειμένου: Σοφία Καλπαζίδου