Δεν μπόρεσα ν’ αντισταθώ στο βλέμμα που με κοίταξε εκείνη τη μέρα. Άγνωστη μεταξύ αγνώστων κοίταζα μόνο μπροστά, μα για πρώτη φορά αναθεώρησα και έστρεψα το βλέμμα μου να δω εσένα που με κάρφωνες με τα μάτια σου.

Γύρισα στιγμιαία μπροστά μου, δεν ήθελα να προκαλέσω, δεν ήθελα να ξαναδώ τα μάτια σου. Μα το μυαλό μου είχε αποφασίσει κιόλας για εμένα. Άκυρα όλα τα σχέδια μου, όσα έκανα εκείνη τη στιγμή κι όσα είχα κάνει για μετέπειτα. Όλα για εσένα που με τον έρωτά σου κατάφερες ν’ αλλάξεις το χρόνο. Εμένα και τον άτρωτο εαυτό μου.

Γύρισα ξανά όπως απομακρυνόμουν, γύρισες κι εσύ. Το κεφάλι μου ακαριαία στρέφεται μπροστά. Παίρνω το σοβαρό μου ύφος. Ψάχνω την τάξη που υποτίθεται πως πρέπει να παρευρεθώ. Μπαίνω και κάθομαι, σχεδιάζω αυθαίρετα, σε βγάζω απ’ το μυαλό μου, δεν υπάρχει χρόνος για τέτοια. Μα ο χρόνος τρία χρόνια μετά γελάει με τη σκέψη που έκανα τότε.

Δε σε προσέχω που μπαίνεις στην ίδια τάξη με εμένα. Άνετος με τον κόσμο, εν αντιθέσει με εμένα. Εγώ κλείνομαι στη γωνιά μου. Εσύ μιλάς με όλους. Μ’ ένα βλέμμα σου τους αφήνεις όλους άναυδους. Γελάω με τη φωνή σου, με κάτι αστείο και συνάμα έξυπνο που είπες. Δε σε έχω κοιτάξει ακόμη, εσύ όμως με έχεις παρατηρήσει που γελάω με το αστείο σου. Στέκεσαι μπροστά μου. Δε μας χωρίζει πλέον η απόσταση για να αποφύγω το βλέμμα σου.

Και μόλις μου μιλάς, χάνω τα λόγια μου, εγώ που πάντα μιλώ με σιγουριά. Χάνομαι να σε κοιτώ κι εγώ που δεν πιστεύω στον έρωτα με την πρώτη ματιά, γίνομαι ένα ακόμη θύμα του, χωρίς να το αντιλαμβάνομαι ούτε στο ελάχιστο. Δε σου απαντάω. γιατί έχω ξεχάσει την άρθρωση που απ’ το δημοτικό μας δίδαξαν.

Με έκανες να χάσω τα λόγια μου, όλη μου η ακεραιότητα βρίσκεται υπό αμφισβήτηση κι εσύ είσαι η αιτία. Η αιτία που τρία χρόνια μετά, ακόμη χάνω τα λόγια μου, όταν σε κοιτώ. Ακόμη αναθεωρώ το είναι μου και τα πιστεύω μου.

Σε φωνάζουν, μου χαμογελάς κι αυτό το χαμόγελο μου μένει μήνες ατελείωτους αναλλοίωτο στο μυαλό. Είμαι ανίκανη ν’ αντιμετωπίσω ό,τι νιώθω, ακόμη κι εσένα τον ίδιο. Εκεί που νιώθεις πως με βρίσκεις, είμαι χιλιόμετρα μακριά. Απόμακρη όπως είμαι πάντα σε αφήνω να με πλησιάσεις, μα ποτέ αρκετά για να με πληγώσεις.

Μου ζωγραφίζεις τα βιβλία κι εγώ δειλή στα δεινά που μπορεί να σου επιφέρει ο έρωτας όλο και απομακρύνομαι. Όλη σου η ακεραιότητα, αν βρεθείς με το κατάλληλο άτομο γίνεται θρύψαλα και στη θέση του στέκει ο πιο αθώος κι αρτύσιμος παλιμπαιδισμός.

Το μέτρο που έχεις στη ζωή σου, χρειάζεται μία μοναχά στιγμή για να αφανιστεί. Κι όλα τα σίγουρα που είχες μέχρι πρότινος να βρεθούν στο παρελθόν μαζί με τον παλιό, τον άτρωτό σου εαυτό.

Εσύ που όλες μου τις απόψεις περί έρωτος τις ανασχημάτισες, δίχως να το ξέρεις. Εσύ που με έκανες να μεθώ και να τραγουδώ στα σοκάκια της Αθήνας «Αν είναι η αγάπη αμαρτία» και το όνομά σου να καταφτάνει πρώτο στο μυαλό μου. Το μυαλό που είχα και το διεκδίκησες ολόκληρο.

Με προκαλείς, είτε το επιθυμείς, είτε όχι, με κάνεις ν’ αμφισβητώ και τους πιο σταθερούς μου κώδικες. Όλο μου το γνώθι σ’ αυτόν παίρνει διαφορετική μορφή μπροστά στα δύο σου μάτια. Κι όλα τα γλυκανάλατα που κορόιδευα ασυστόλως μέχρι πρότινος γίνονται αφορμή για να σου μιλήσω.

Για εσένα λοιπόν, που τρία χρόνια όσα κατάφερα να σου πω περιορίστηκαν στο χαρτί μου, μπροστά σε μία οθόνη. Σε νύχτες που έψαχνα τις φωτογραφίες σου. Για εσένα που όσα δεν σου είπα, δειλιάζοντας σ’ αυτά που θα είχαμε εμείς οι δύο, στα έγραψα μία φόρα λες και θα ήταν ποτέ αρκετό.

Επιμέλεια κειμένου: Αναστασία Νάννου