Γράφει η Α. Γριμάκη
Κατάφερα ό,τι μου ζήτησες. Προχώρησα τη ζωή μου. Σε άφησα πίσω, όπως έπρεπε.
Το δούλεψα στο μυαλό μου, έκλαψα, θύμωσα και αποδέχτηκα. Έσκυψα το κεφάλι και είπα στον εαυτό μου «έπαιξες κι έχασες, πάμε παρακάτω». Τον ανάγκασα να με υπακούσει, του έκλεινα το στόμα κάθε φορά που αντιδρούσε, στέγνωνα κάθε δάκρυ πριν προλάβει να κυλήσει, προσπάθησα να τους πείσω όλους ότι είμαι καλά. Προσπάθησα να πείσω εμένα ότι είμαι καλά.
Κάθε φορά που έφτανε το «γαμώτο» στην άκρη της γλώσσας μου, το κατάπινα. Ήταν τόσο πικρό που ήθελα να το φτύσω, να φύγει από μέσα μου, αλλά το κατάπινα.
Δε σε μίσησα ποτέ, ούτε μια μέρα, ούτε μια στιγμή. Σου θύμωσα όσο δεν έχω θυμώσει σε άλλον άνθρωπο στη ζωή μου, αλλά δε σε μίσησα. Κάποιο διάστημα έφτασα στο σημείο να μισώ τον εαυτό μου για όσα ονειρεύτηκε, πίστεψε, ζήτησε από σένα. Αυτό μου ήταν πιο εύκολο, φαίνεται.
Μη με ρωτήσεις πώς μπορώ και προχωράω. Κρατάω μια προσδοκία μέσα μου κι αυτή μου δίνει δύναμη να παλεύω όλα τα υπόλοιπα. Προσδοκώ ότι μια μέρα θα καταλάβεις. Δε με νοιάζει αν θα είναι αργά ή γρήγορα, σταδιακά ή απότομα, δε με νοιάζει καν το αν θα μου το πεις ή αν θα το φυλάξεις μόνο για σένα.
Θα μου πεις, «αν δε στο πω, πώς θα δικαιωθείς;». Δε μ’ ενδιαφέρει ούτε να δικαιωθώ. Όχι πια. Ούτε να γυρίσεις πίσω θέλω.
Μόνο να καταλάβεις. Γιατί ήρθα στη ζωή σου κι εσύ στη δική μου. Τι μας έφερε κοντά. Τι μας χώρισε. Ποια ήταν τα πραγματικά εμπόδια και ποια τα φανταστικά. Τι σημαίνω για σένα. Τι σημαίνεις εσύ για μένα.
Θέλω να κάνεις έναν απολογισμό, τίποτα άλλο. Χωρίς φόβο και πάθος, χωρίς ενοχές. Δε θα είμαι εκεί κι έτσι δε θα ξυπνήσουν οι άμυνές σου. Δε θα σε δει κανείς. Μέχρι τώρα δεν είχες το χρόνο. Δεν ευκαιρούσες. Κάθε φορά που σε έβλεπα να πνίγεσαι μέσα σε όλα τα μικρά και ανούσια, αναρωτιόμουν πότε θα ξυπνήσεις. Πότε θα καταλάβεις τι χάνεις.
Μη με παρεξηγήσεις, δεν αναφέρομαι σε μένα. Εμένα επέλεξες να με χάσεις κι όσο κι αν με πληγώνει αυτή σου η απόφαση, είναι σεβαστή. Εγώ είμαι μόνο ένας άνθρωπος. Τη ζωή σου, όμως; Τον εαυτό σου; Την υγεία σου; Με τι κριτήριο αποφάσισες να τα αφήσεις όλα αυτά σε δεύτερη μοίρα; Τι αξίζει περισσότερο από αυτά;
Αν σε έβλεπα καλά, χαλάλι. Θα σήμαινε ότι όλα έγιναν για κάποιο λόγο, ότι σωστά έπραξες. Αν ήσουν καλά, θα χαιρόμουν, κανένας εγωισμός και καμιά πικρία δε θα έμπαιναν πιο πάνω από τη χαρά μου. Αγαπάω σημαίνει ότι θέλω το καλύτερο για τον άλλο άνθρωπο κι ας μην είμαι εγώ αυτό, κι ας μην το ζει μαζί μου, κι ας μην υπάρχω πουθενά.
Σ’ αγαπάω, λοιπόν. Δεν ήμουν εχθρός σου, δεν είμαι κι ούτε θα γίνω ποτέ, όσες φορές κι αν μου επιτεθείς. Την αλήθεια που δεν άντεχες να αντικρίσεις χτύπαγες με τα λόγια σου κάθε φορά, όχι εμένα.
Δε φοβάμαι να σου μιλήσω, δεν έχω τίποτα να χάσω κι έτσι μου δίνεται το δώρο της ελευθερίας. Είμαι ελεύθερη να σου πω ότι δεν περιμένω τίποτα από σένα, ότι δε θέλω τίποτα από σένα, ότι δεν έχω κανένα όνειρο για μας.
Θέλω μόνο να είσαι καλά. Θέλω μια μέρα να καταφέρεις να δεις καθαρά και να ζήσεις τη ζωή που χάνεις.
Να μην είναι λίγες οι στιγμές που ξεχνιέσαι, να είναι πολλές. Να μην είναι συγκρατημένα τα γέλια σου, να είναι δυνατά και αυθόρμητα. Να είναι φωτεινό και πλατύ το χαμόγελό σου. Να έχεις αυτή την έξυπνη λάμψη στα μάτια σου, να ξαναβρείς το χιούμορ σου. Να ξαναβρείς εσένα.
Για σένα που όσα κι αν σου γράψω, πάντα θα μένει κάτι ακόμα.
Επιμέλεια Κειμένου Α. Γριμάκη: Κατερίνα Κεχαγιά.